Το χώμα που αγωνίζεται να γίνει φτερούγα κι ο βούρκος της ΟΝΝΕΔ

 Tι κάνουν όμως οι ΟΝΝΕΔίτες όταν καταρρέουν τα 90′s του νεοφιλελεύθερου γιαπισμού; Το ρίχνουν στη αστική φιλανθρωπία και πρωτοβουλίες τύπου «επιχειρώ αλλιώς» και «πληρώνω δίκαια». Επιβιώνουν σαν απομεινάρια μιας παρελθούσας περιόδου, κάτι σα ζόμπι που συνεχίζει να τρέφεται με σάρκες, σαν το παλιό που δε λέει να πεθάνει, κάτι σαν την ηθική των αφεντικών ή τον πολιτισμό ενός Στυλιανίδη που τη μέρα της δολοφονίας του Αλέξανδρου Γρηγορόπουλου την έβγαλε στα μπουζούκια και την επομένη στο γήπεδο. Οι «πετυχημένοι» της ΟΝΝΕΔ είναι αυτοί που, σαν άλλοι φελλοί, επιπλέουν, και είναι έτοιμοι στο όνομα της επιτυχίας να πατήσουν επί πτωμάτων. Όμως, πόσοι να επιπλεύσουνε όταν η πίτα μικραίνει και οι αδηφάγες ορέξεις μεγαλώνουν;

Και τι θ’ απογίνουν οι «αποτυχημένοι» της ΟΝΝΕΔ; Όσες προσευχές κι αν κάνουν κατ’ εντολή του Σαμαρά στα χαρακώματα της ανεργίας κι όσα ποιήματα κι αν τους απαγγείλει, δεν αρκούν για τις ματαιωμένες προσδοκίες του δαπίτικου lifestyle. Τότε το ρατσιστικό μίσος, ο εθνικισμός, η αντικομμουνιστική, αντιαριστερή και αντιαναρχική υστερία γίνονται το υποκατάστατο μιας πολλά υποσχόμενης καριέρας που δεν ήρθε ποτέ και μιας βλαχομπαρόκ μπασκλασαρίας που αρνείται τον εαυτό της, απλά και μόνο για να τον επιβεβαιώσει ως τέτοιο ∙ κάτι σαν την ηθική των δούλων. Μέσα στο βούρκο εκφασίζονται και η αντιδημοκρατική ασφυξία είναι όρος για να ανασάνουν, είτε μένουνε στην αγκαλιά του Φαήλου και τη βρίσκουν με τα χολιγουντιανά βίντεο των κατασταλτικών επιχειρήσεων της ελ. αστυνομίας είτε ταυτίζονται άμεσα με τις νεοναζιστικές θηριωδίες και αποσκιρτούν προς τη Χρυσή Αυγή.*

Πολύς λόγος για τα αυτονόητα, θα πει ίσως εύλογα κάποιος. Και όντως τις μέρες της επετείου της δολοφονίας του Τεμπονέρα δε χρειάζεται να πει πολλά κανείς για τη νεολαία που εξέθρεψε στους κόλπους της τον Καλαμπόκα. Ο φονιάς του αγωνιστή καθηγητή Νίκου Τεμπονέρα ήταν γέννημα θρέμμα της ταγματασφαλίτικης δεξιάς κουλτούρας του τραμπουκισμού και των ταγμάτων εφόδου της ΟΝΝΕΔ, τύπου Rangers κτλ. Ο στόχος όμως  του κειμένου δεν είναι τόσο να ξαναθυμίσει τη βρώμικη ιστορία της ΟΝΝΕΔ. Είναι περισσότερο να δείξει πως έξω, πέρα και ενάντια σε μια τηλεοπτική πρόσληψη της πολιτικής, όπου όλα είναι σχετικά και το να πιστεύεις, λόγου χάριν, στον Παναθηναϊκό ταυτίζεται, κατά Πρετεντέρη, με το να πιστεύεις στην ανατροπή του καπιταλισμού, στην πραγματική ζωή, εκεί που οι άνθρωποι παλεύουν κάθε μέρα βάζοντας το κεφάλι τους στο ντορβά, τα πράγματα δεν μοιάζουν καθόλου με την κοινωνία του θεάματος.

Άλλωστε, αν η πραχτική τους δε συγκρούονταν ευθέως με τα αντικειμενικά συμφέροντα και τις ζωές της νεολαιίστικης και κοινωνικής πλειοψηφίας, δε θα είχαμε κανένα πρόβλημα οι κάθε λογής ΟΝΝΕΔίτες και ΟΝΝΕΔίτισσες να κυλιόντουσαν σε όποιο βούρκο ήθελαν. Αν όμως το αισιόδοξο μήνυμα της κάθε γενιάς στην επόμενη είναι όντως ότι ο άνθρωπος δε θα πάψει ποτέ να είναι «το χώμα που αγωνίζεται να γίνει φτερούγα», αυτοί οι κύριοι και κυρίες είναι οι νεκροθάφτες αυτού του μηνύματος. Απέναντι στις περισπούδαστες αναλύσεις των στελεχών της ΟΝΝΕΔ για τη γενιά μας που πρέπει να αποτελέσει το “νέο κοινωνικό κεφάλαιο που χρειάζεται η πολιτική”,  πρέπει να δηλώσουμε ευθέως και ευθαρσώς ότι η εν λόγω νεολαία αποτελεί τη ντροπή της γενιάς μας και σε ένα βαθμό τους γδάρτες πολλών ονείρων της – σε ένα βαθμό μόνο, γιατί προφανώς η μάχη όχι απλά δεν έχει χαθεί αλλά ίσα – ίσα βρίσκεται μπροστά μας και θα τη δώσουμε με όλες μας τις δυνάμεις για να βγούμε νικητές. Υπάρχει ένα απύθμενο χάσμα ανάμεσα στους αγώνες και συνολικά τις αγωνιστικές παραδόσεις της νεολαίας στη χώρα μας και την ΟΝΝΕΔ ∙ χάσμα πολιτικό, πολιτιστικό και ηθικό.

Σε πρώτη και τελική ανάλυση το χάσμα αυτό εκφράζει τα αντιτιθέμενα συμφέροντα των κοινωνικών τάξεων. Πίσω από την πλειοδοσία στην άρνηση της βίας από πλευράς ΟΝΝΕΔ, κρύβεται το απαραβίαστο ιερό μονοπώλιο της κρατικής βίας και η διασφάλιση της αστικής κυριαρχίας. Κι εμείς δηλαδή τι είμαστε, τίποτε βίαιοι κι αιμοβόροι; Εμείς είμαστε που μεγαλώσαμε με ποιητές που γράφαν πως «και μια πεταλούδα να παιδέψεις τώρα δα, δεν το βλέπεις αλλ’ αργότερα κάπου θα πονέσει ο πολιτισμός». Είμαστε εμείς που αγωνιζόμαστε για έναν κόσμο που δε θα αναπαράγεται η ζωή στη βάση της δομικής και υλικής βίας, της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο και των πολέμων. Και γνωρίζουμε καλά πως υπάρχει τέτοιος δρόμος για την ανθρωπότητα. Αλλά δεν αιθεροβατούμε. Η βία είναι η μαμή της ιστορίας και ο γερό – Κάρολος μας έμαθε πως είναι ανάξιο να κρύβουμε τις απόψεις και τις προθέσεις μας, τη βίαιη ανατροπή όλου του σημερινού κοινωνικού καθεστώτος. Το ποιός είναι επιτιθέμενος και ποιός αμυνόμενος, με τι όρους, κάτω από ποιες συνθήκες και στο όνομα ποιών στόχων, είναι αυτό που μετράει πάντα με όρους ταξικής πάλης. Θεωρώντας η ΟΝΝΕΔ απαράβατο όρο και πλαίσιο αναφοράς τη δομική και υλική βία των επιτιθέμενων κυρίαρχων τάξεων, αυτά τα «η βία δεν είναι πολιτισμός» κάνουν μόνο για πλασάρισμα σε γκαλά ελεημοσύνης με πλούσιες κυρίες που αρέσκονται στη φιλανθρωπία στον ελεύθερο χρόνο τους.

Όσα κοινωνικά παντοπωλεία και να στήσουν οι ΟΝΝΕΔίτες και όση φιλανθρωπία κι αν πουλήσουν, οι αξίες και τα ιδανικά τους είναι αυτά της ανισότητας, της αδικίας, του εθνικισμού και μιας ατομικής ελευθερίας που στην αστική κοινωνία του σήμερα μπορεί να είναι, όπως έγραφε με κλασσικό τρόπο ο Λούκατς στο έργο Ιστορία και Ταξική Συνείδηση «μόνο ένα διεφθαρμένο και διαφθαρτικό προνόμιο, γιατί θεμελιώνεται στην έλλειψη αλληλεγγύης και στην ανελευθερία των άλλων.» Και πριν φτάσουμε στη βία και τον πολιτισμό, για να ‘χουμε καλό ερώτημα, έχει να μας πει τίποτε η ΟΝΝΕΔ για το πάνω από ενάμισι εκατομμύριο ανέργους και τα ποσοστά της ανεργίας στη νέα γενιά; Ή για το γεγονός ότι κάθε βδομάδα αποχαιρετάμε κι ένα φίλο που παίρνει το δρόμο της ξενιτιάς; Για την κατακόρυφη άνοδο των ψυχικών νοσημάτων και των εξαρτήσεων στην Ελλάδα της κρίσης και των μνημονίων ή για τις τραγικές αυτοκτονίες των νέων; Τα σεμινάρια Marketing που παρέχει η ΟΝΝΕΔ, για να μάθει κανείς να πουλάει καλά τον εαυτό του, δίνουν μήπως απάντηση στις συσσωρευμένες δεξιότητες τόσων μορφωμένων νέων που αχρηστεύονται στην ανεργία ή σε κάτεργα, ως επί το πλείστον του επισιτισμού; Πόσο ντεκαντάνς φαντάζει  η δήλωση του προέδρου της ΟΝΝΕΔ Α.Παπαμιμίκου στην εκδήλωση «επιχειρώ αλλιώς» στη γεωργία για το «νέο εθνικό αφήγημα, το οποίο ευελπιστούμε, έχοντας απόλυτη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση του Αντώνη Σαμαρά και στους χειρισμούς του ίδιου του Πρωθυπουργού, θα δείξει το δρόμο για επιστροφή στην ανάπτυξη» στη χώρα που η ΕΕ και οι πολιτικές της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ διέλυαν τόσα χρόνια την αγροτική παραγωγή; Η «ευαισθησία» τέλος στα θέματα της ανομίας με ανακοινώσεις, αφίσες κτλ. θα βρει συνέχεια στο να πάρει επιτέλους θέση σε κρίσιμα πολιτικά ζητήματα, αλλά και θέματα διαφθοράς, που έχει πέσει άκρα του τάφου σιωπή;

Είναι κυνικό να μιλάει για πολιτισμό η νεολαία των μνημονιακών πολιτικών που ορκίζεται στο κλουβί του Ευρώ και τις ΕΕ και στηρίζει τη γενοκτονία του λαού και τα μέτρα που καταστρέφουν κάθε έννοια και υποδομή πολιτισμού ως πραγματικής δημιουργίας και κατάκτησης του λαού. Κι ευρύτερα όμως, ποιό όραμα έχει η ΟΝΝΕΔ για τον πολιτισμό και ποιά σχέση με ποιόν πολιτισμό σ’ αυτόν τον τόπο με τις τόσο πλούσιες λαϊκές παραδόσεις; Εμείς έχουμε πίσω μας καμάρι και κληρονομιά μια ΕΠΟΝ που έγραφε στο δωδεκάλογό της πως «θα αγωνιστούμε παληκαρίσια να γκρεμίσουμε όλους τους πολιτικούς και οικονομικούς φραγμούς και όλα τα εμπόδια, που έστησε ο καπιταλισμός και ο φασισμός, για να καταχτήσουμε κι εμείς τα δικαιώματα της ηλικίας μας, και να επιβάλουμε το σεβασμό τους.» Αλήθεια, σε ποιες νεολαιίστικες ιστορικές παραδόσεις βασίζεται η ΟΝΝΕΔ;

Εμείς, ως αγωνιζόμενο κομμάτι της νέας γενιάς, θέλουμε σήμερα οι νέοι και οι νέες μέσα στα σχολειά, τα Πανεπιστήμια, τους χώρους δουλειάς, τις γειτονιές, να μπούνε μπροστάρηδες στη συλλογική μάχη για την επιβίωση και την ανατροπή, για να ανοίξει ο δρόμος για μια αξιοβίωτη ζωή έξω από τα δεσμά του καπιταλισμού. Εμείς θέλουμε να δώσουμε πραγματική ζωή στην πραγματική ελευθερία, την ισότητα και το διεθνισμό. Η αποτίναξη του δεσποτικού ζυγού της καπιταλιστικής κυριαρχίας θα δώσει και τη δυνατότητα να αναδειχθούν όλες οι προηγούμενες κατακτήσεις του πολιτισμού και να ξεπεραστούν χειραφετητικά στη βάση των νέων υλικών συνθηκών. Και η μάχη αυτή ξεκινάει εδώ και τώρα. Γιατί, όπως έγραφε ο Μαξίμ Γκόρκι «την ηθική των αφεντικών την αντιπάθησα όσο και την ηθική των δούλων. Μια τρίτη ηθική έβλεπα να διαμορφώνεται μέσα μου: Δίνε το χέρι σου σε όποιον σηκώνεται.» Αυτή η ηθική βασισμένη στην αλληλεγγύη είναι προϋπόθεση του πολιτισμού. Αλλά η ΟΝΝΕΔ επιλέγει για άλλη μια φορά να κρύψει την πολιτική, πολιτισμική και ηθική της ένδεια πίσω από κούφια συνθήματα.

Και οι νεολαίες της αριστεράς ή ο αντιεξουσιαστικός χώρος δεν έχουν δηλαδή καμία ευθύνη για τίποτε; Ας ξεκινήσουμε με μερικές βασικές παραδοχές για να συνεννοηθούμε. Έχουμε ευθύνη όλοι και όλες, για το ότι δεν έχουμε καταφέρει ήδη μαζί με το λαό να στείλουμε την ΟΝΝΕΔ, αλλά και το κοινωνικοοικονομικό σύστημα που υπηρετεί στο χρονοντούλαπο της ιστορίας. Είναι πολλά βέβαια αυτά που πρέπει και μπορούν να ειπωθούν από εκεί και πέρα.  Γιατί είναι πραγματικές οι διαφορές τόσο ανάμεσα στην αριστερά και τον αναρχικό χώρο όσο και ανάμεσα στα διακριτά ρεύματα της αριστεράς και από άποψη πολιτικής ταχτικής και προοπτικής και πολιτισμού. Όμως,οφείλουμε να αντιλαμβανόμαστε τι παίζεται κάθε φορά και ποιό πρέπει να είναι το κέντρο βάρους του λόγου και της πραχτικής μας. Κι επιτέλους, σε μια οργανωμένη επίδειξη κατασταλτικής δύναμης της μνημονιακής συγκυβέρνησης σε κατειλημμένους χώρους, θα έπρεπε όλες οι δυνάμεις που έχουν αναφορά στο κίνημα, να αντιληφθούν το ζήτημα της αλληλεγγύης, χωρίς “ναι μεν, αλλά” και χωρίς αυτή την ανιστόρητη και θλιβερή καταδίκη της βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται. Κάθε άλλη εκδοχή δεν είναι παρά κοινοβουλευτικός κρετινισμός και πολιτικός καιροσκοπισμός, που κρύβεται πίσω από αφόρητα πληκτικούς νεολογισμούς, όπως η κατά Κούλογλου κουλτούρα του ριζοσπαστικού ρεαλισμού, που ξεχωρίζει «τα πανεπιστημιακά αμφιθέατρα που μιλάγαμε με τα αμπέχονα, από τη Βουλή όπου παίζεται το πολιτικό παιχνίδι για την εξουσία στη χώρα» (sic).

Η επίθεση στη Βίλα Αμαλίας είναι κομμάτι της επίθεσης στα δημοκρατικά δικαιώματα και τις λαϊκές ελευθερίες. Κι απέναντι σ’ αυτή την επίθεση, τόσο στις κατασταλτικές – ποινικές, όσο και τις πολιτικές – ιδεολογικές της πλευρές, το εμείς θα’ πρεπε να μπορεί να αρθρώνεται ως τέτοιο εξ’ ονόματος του μαζικού κινήματος. Γιατί απ’ την επίθεση στην  απεργία της Χαλυβουργίας το καλοκαίρι μέχρι τη Βίλα Αμαλίας και ό,τι έχει μεσολαβήσει (και τι δεν έχει) υπάρχει ένα συνεχές αυταρχισμού, αντιδημοκρατικής ασφυξίας και προσπάθειας εμπέδωσης του φόβου και στα τμήματα που αγωνίζονται και στην υπόλοιπη κοινωνία. Η πολιτική αδιαφορία απέναντι στην επίθεση στους κατειλημμένους χώρους, η υποτίμηση, πόσο μάλλον η άμεση ή έμμεση καταδίκη είναι εκτός τόπου και χρόνου και αντικειμενικά αβαντάρουν τους κυβερνητικούς σχεδιασμούς. Δε σκαμπάζουν μάλιστα τίποτε από το πόσο ακριβά θα πουλήσει το τομάρι του το αστικό πολιτικό προσωπικό για όσους ονειρεύονται ομαλούς κοινουβουλευτικούς περιπάτους και όρκους στη νομιμότητα. Και σίγουρα δεν πήραν στα σοβαρά εκείνες τις δηλώσεις του Σαμαρά για την ανακατάληψη των πόλεων, του Βορίδη για την ηγεμονία της αριστεράς που πρέπει να λάβει τέλος ή του νεοναζιστή Κασιδιάρη που έβαζε ψηλά τον πήχη για το κράτος, όταν μετά την εκκένωση της κατάληψης ΔΕΛΤΑ στη Θεσσαλονίκη προκαλούσε την κυβέρνηση να βάλει χέρι στη Βίλα Αμαλίας.

Αν είναι λαϊκισμός το να αντιδιαστείλουμε τις αυθαίρετες χιλιάδες βίλες της ακολασίας των πλουσίων φοροφυγάδων με τη Βίλα Αμαλίας ή τα κακουργήματα με τα οποία κατηγορούνται οι συλληφθέντες της Βίλας με τις διαφαινόμενες πλημμεληματικές κατηγορίες στην υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ ή ακόμη και το να προειδοποιούμε την ολιγαρχία του πλούτου να τρέμει τη μέρα που ο λαός θα ανακαταλάβει τις βίλες τους ως λαϊκή περιουσία, τότε δηλώνουμε αθεράπευτα λαϊκιστές. Υπάρχουν συμβολισμοί που ορισμένες φορές καταφέρνουν να συγκεντρώσουν τις αντιθέσεις μιας περιόδου. Όποιος/α δε μπορεί ή δε θέλει να προβληματιστεί πάνω στους ευρύτερους συμβολισμούς με τους οποίους παίζει άλλωστε και η αφίσα της ΟΝΝΕΔ, που ήταν και η αφορμή αυτού του κειμένου, δεν κατάλαβε ή δε θέλει να καταλάβει τίποτε από όλο το κείμενο. Και άρα μάλλον, δε θα φανταστεί και τι μπορεί να σημαίνει το καθήκον, όπως γράφει κάπου ο Πωλ Νιζάν, να απομονώνεις από τις αναμνήσεις όλες τις πρακτικές συνέπειες που περιέχουν μέσα τους. Οι πρακτικές συνέπειες που πάντα αφορούν στο τι πρέπει να κάνουμε είναι αφορμή να συνεχιστεί  η συζήτηση σε κάποιο άλλο κείμενο, που δε θα αφορά την ΟΝΝΕΔ, αλλά τα καθ’ ημάς. Είναι ώρα να επιστρέψουμε στην όμορφη ανάμνηση της περήφανης αγωνίστριας, όπως εικονίζεται στη φωτογραφία και την παληκαρίσια στάση που κράτησαν όλοι οι συλληφθέντες.

Ιστορία ερχόμαστε!

* Η αποδιδόμενη στο Τζίμη Πανούση ατάκα «ΟΝΝΕΔίτης γεννιέσαι, ΟΝΝΕΔίτης πεθαίνεις», αν και απολαυστική, καταγγέλλεται ως αριστερίστικη. Οι δυναμικές της περιόδου είναι τέτοιες που, αν θέλουμε να προσβλέπουμε σε γιγαντιαίες πολιτικές μεταβολές στην κατεύθυνση του επαναστατικού σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, θα πρέπει να αναμετρηθούμε με το πώς η διάψευση του κυρίαρχου lifestyle δε θα τείνει στο φασισμό, αλλά σε μια συνολική αλλαγή υποδείγματος ζωής, πολιτικής στάσης, συμπεριφοράς και κουλτούρας.

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο