Ελευθερία στα χρόνια του Νεοφιλελευθερισμού

φιλελεύθερος = αυτός που αγαπά την ελευθερία, αποστρέφεται τις απαρχαιωμένες ή παρωχημένες αντιλήψεις που λειτουργούν δεσμευτικά στην δημόσια και ιδιωτική ζωή”

Τα τελευταία χρόνια όλο και περισσότεροι μιλούν για το λεγόμενο “αόρατο χέρι” που ρυθμίζει τις αγορές – μία ανοησία που διαιωνίζεται από τον πατέρα της οικονομικής επιστήμης, Άνταμ Σμιθ. Βεβαίως και μόνο η χρήση του ονόματος του Σμιθ κάνει αυτόν που το αναφέρει είτε άσχετο από οικονομικά, είτε κοινό προπαγανδιστή νεοφιλελεύθερων αντιλήψεων. Ο λόγος που το λέω αυτό είναι γιατί, στην πρώτη περίπτωση, αν έχεις πράγματι σπουδάσει οικονομικά, γνωρίζεις πως το να αναφέρεσαι στον Άνταμ Σμιθ είναι σαν να αναφέρεσαι σε επιστημονικά δεδομένα που αποδεικνύουν πως η Γη είναι επίπεδη, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, δε χρειάζεται να έχεις σπουδάσει οικονομικά για να γνωρίζεις πως η θεωρία του Σμιθ χρησιμοποιείται αποκλειστικά και μόνο από νεοφιλελεύθερους και τους πάντα απαραίτητους υπηρέτες τους. 

Γιατί όμως κάποιος να ξεθάβει αυτές τις σαχλαμάρες; Η εξήγηση είναι απλή. Πολύ περισσότερος κόσμος γνωρίζει τον Σμιθ απ’ ότι τον Κέινς, τον Φρίντμαν ή τον Φον Χάγιεκ. Και φυσικά είναι πολύ πιο απλό να εξηγήσεις στους αδαείς τις λειτουργίες του Σύμπαντος λέγοντάς τους την ιστορία με το Νεύτωνα και το μήλο, παρά να τους εξηγήσεις τη θεωρία της Σχετικότητας. Με λίγα λόγια, αυτοί που υποτίθεται πως μας εξηγούν τη λειτουργία της Οικονομίας δεν επιθυμούν να μας διαφωτίσουν, παρά μόνο να μας μπερδέψουν-επηρεάσουν… ή απλώς δεν ξέρουν τι τους γίνεται! 

Τα τελευταία χρόνια τα Οικονομικά εμπλουτίστηκαν με επιστήμες-εργαλεία όπως τα Μαθηματικά και η Στατιστική, κάτι όμως που στην πορεία μετέτρεψε τα Οικονομικά από κοινωνική επιστήμη σε ασκήσεις επί χάρτου μιας εξουσιαστικής μειοψηφίας. Έτσι ο άνθρωπος, από το επίκεντρο της Οικονομίας, μεταφέρθηκε στο περιθώριο υπό την επωνυμία “εργατικό δυναμικό”, “αγοραστής”, “ενδιαφερόμενος” κοκ.  

Ο Μίλτον Φρίντμαν, βραβευμένος με Νόμπελ στα Οικονομικά και συνιδρυτής της Σχολής του Σικάγου και του Μονεταρισμού, αλλά και “άγιος” του Νεοφιλελευθερισμού αποτελεί ένα κλασικό παράδειγμα του κυνισμού που χαρακτηρίζει τους πρεσβευτές του εν λόγω δόγματος. Με κύρια πιστεύω την απόλυτη εμπιστοσύνη στην ικανότητα αυτορρύθμισης της αγοράς (βλ. “αόρατο χέρι”) και τη δυσπιστία σε κάθε μορφής κρατικό παρεμβατισμό, εξέφρασε τη θεωρία του δόγματος του σοκ που βασίζεται στην ιδέα ότι μια οικονομική κρίση ή ένα γεγονός καταστροφής ή πολέμου αποτελεί την ευκαιρία για μεγάλες αλλαγές και μεταρρυθμίσεις. Η Κρίση λοιπόν “γεννά ευκαιρίες” όπως θα ‘λεγε κι ο γερο-Φρίντμαν. Στην ποσοτική θεωρία του για το χρήμα υποστηρίζει πως η αύξηση της ποσότητας του χρήματος σε μια οικονομία με κρατική παρέμβαση οδηγεί τελικά σε αύξηση του πληθωρισμού, ενώ ερμηνεύει και τις διακυμάνσεις του οικονομικού κύκλου (ύφεση/ανάπτυξη) ως ένα καθαρά νομισματικό φαινόμενο που σχετίζεται με την ποσότητα του χρήματος που διοχετεύεται στην αγορά. Βεβαίως, όλα όσα γράφει ο Φρίντμαν είναι πολύ σωστά, αλλά σε μία πολύ λάθος βάση – την αναγνώριση Κράτους, Ιδιοκτησίας, Χρήματος και Ανταγωνισμού. 

Σε μια ανθρώπινη γλώσσα θα λέγαμε πως οι θιασώτες του νεοφιλελευθερισμού επιθυμούν: 

Να υπάρχει πλήρης απελευθέρωση στη μεταφορά κεφαλαίων. Εδώ όμως ισχύει, όχι κάποιος οικονομικός νόμος, αλλά ο γνωστός σε όλους μας νόμος της βαρύτητας. Όσο μεγαλύτερη είναι λοιπόν η “μάζα” του κεφαλαίου, τόσο περισσότερο έλκει τα κεφάλαια μικρότερης μάζας. Κι όπως συνηθίζουν να λεν για τα καζίνο… “The House always wins”. 
Να υπάρχουν λιγότεροι φόροι. Για έναν νεοφιλελεύθερο οι φόροι αποτελούν στέρηση της ελευθερίας τους για χάρη του Κράτους, κάτι που αποτελεί τροχοπέδη για την επιχειρηματική δραστηριότητα. Με άλλα λόγια, οι φόροι που υποτίθεται πως υπάρχουν για να τροφοδοτείται η Πρόνοια, η Περίθαλψη, η Παιδεία κοκ. στερούν την απόλυτη ελευθερία που επιθυμεί ένας νεοφιλελεύθερος.
Μη παρεμβατισμός του Κράτους. Το Κράτος δεν παρεμβαίνει μόνο δια των φόρων στην επιχειρηματική δραστηριότητα αλλά και μέσω της γραφειοκρατίας, του Δημοσίου που καταλαμβάνει ένα μεγάλο μέρος της Αγοράς, στη διαμόρφωση της τιμής των ακινήτων ή της Γης κοκ. Για χάρη λοιπόν της “ελευθερίας” ένας νεοφιλελεύθερος αποδέχεται πως ακόμη και το “κοινωνικό” το Κράτος πρέπει να μειωθεί ώστε να μπορέσει ο ιδιωτικός τομέας να επεκταθεί και εκεί. Εδώ οι νεοφιλελεύθεροι υποστηρίζουν πως ο επιχειρηματίας είναι ένας άνθρωπος με τιμή που θα νοιαστεί από μόνος του για τους συνανθρώπους του και άλλες τέτοιες χαριτωμενιές. Στην πράξη, η αποδοχή της κερδοσκοπίας ως θεμιτό κίνητρο καταδικάζει τον αδύναμο, κάτι που ο θιασώτης του κοινωνικού δαρβινισμού αποδέχεται ως μέρος του παιχνιδιού, ως αξιοκρατία.

Το Δημόσιο, και πιο συγκεκριμένα οι κερδοφόρες ή οι δυνητικά κερδοφόρες δημόσιες επιχειρήσεις, αποτελεί για τους νεοφιλελεύθερους μήλον της Έριδος εδώ και πολλά χρόνια καθώς μιλούμε για επιχειρηματικότητα με αντικείμενο εκμετάλλευσης την ανάγκη μας για νερό, για ενέργεια, για επικοινωνία, για μεταφορά κοκ. Με άλλα λόγια… σίγουρα κέρδη! 

Πολλοί άσχετοι ή κοινοί προπαγανδιστές θέλουν να πιστεύουν ή και να πιστεύουμε πως όλες οι άλλες θεωρίες που έχουν εκφραστεί είτε είναι ξεπερασμένες, είτε έχουν εφαρμοσθεί και έχουν αποτύχει, είτε είναι ουτοπικές. Πριν απαντήσω λοιπόν στην ερώτηση “και τι προτείνεις εσύ ρε φίλε;” θα ήθελα κι εγώ να θέσω το ερώτημα “ποιος ωφελείται σε ένα νεοφιλελεύθερο καθεστώς;” Η απάντηση είναι απλή: αυτός που ήταν ωφελημένος μέχρι τη στιγμή της εφαρμογής του! Ο νεοφιλελευθερισμός και γενικότερα ο καπιταλισμός αποτελεί δομικά μία κοινή “πυραμίδα”. Ενώ λοιπόν οι “πυραμίδες” απαγορεύονται στο μεγαλύτερο μέρος του οικονομικά προηγμένου κόσμου (δε μιλώ για την Ελλάδα), ο ίδιος αυτός κόσμος αποδέχεται ως θεσμικό περιβάλλον του τη μεγαλύτερη πυραμίδα που έχει ποτέ υπάρξει. Και φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το μεγαλύτερο κομμάτι αυτής της πυραμίδας αποτελείται από τους δούλους-φτωχούς-προλετάριους-wannabe κ.α. Στα πλαίσια αυτής της πυραμίδας και μόνο τότε, ο Σμιθ είναι πράγματι ο πατέρας της οικονομικής επιστήμης και ο γερο-Φρίντμαν ο μεγαλύτερος οικονομολόγος που έχει πατήσει τούτη τη Γη. 

Η δική μου απάντηση είναι να πάψουμε να ανήκουμε στην κατηγορία wannabe. Ο νεοφιλελευθερισμός είναι ένα καθεστώς που σχεδιάστηκε για να διαιωνίσει και να μεγιστοποιήσει τα κέρδη μίας οικονομικής ελίτ εις βάρος όλων των υπολοίπων στα πλαίσια ενός εξουσιαστικού μοντέλου, αυτό της διακυβέρνησης που αναγνωρίζει την Ιδιοκτησία. 

Αν σήμερα διαιρούσαμε τον παγκόσμιο πλούτο ισόποσα στον καθένα μας και ασχέτως εργασίας, η συντριπτική πλειοψηφία του παγκόσμιου πληθυσμού θα βρισκόταν σε πολύ, πάρα πολύ, απίστευτα καλύτερη θέση από τη σημερινή. Ακόμη κι αν δεχόμασταν την αποτελεσματικότητα του κινήτρου της κερδοσκοπίας και έξω από τα πλαίσια του καπιταλισμού, η υποτιθέμενη χασούρα από τη μειωμένη παραγωγικότητα θα ήταν ένα πολύ μικρό πλήγμα μπροστά στα οφέλη μας. Και ακόμη αν δεχτούμε πως οι άνθρωποι θα πέθαιναν από πλήξη ή θα έπεφταν σε κατάθλιψη γιατί τους στέρησαν την καριέρα, ο ελεύθερος χρόνος που θα είχαν θα μπορούσε να αξιοποιηθεί σύμφωνα με τις δικές τους επιθυμίες και όχι από τις ανάγκες τους ή την ανάγκη κάποιου τρίτου για κέρδη ή ματαιοδοξία. 

Όταν λοιπόν σε ανθρώπινη γλώσσα μιλάμε για Ελευθερία, δε μιλάμε για ελευθερία διακίνησης κεφαλαίων γιατί μιλάμε για ελευθερία διακίνησης γενικά, δε μιλάμε για λιγότερο παρεμβατισμό του Κράτους γιατί δε μιλάμε καν για Κράτος, δε μιλάμε για μείωση της φορολογίας γιατί δε μιλάμε καν για φόρους, δε μιλάμε για κερδοφορία αλλά για ευημερία. 

Η μόνη Ελευθερία είναι κατά βάση η ελευθερία του Χρόνου μας. Οτιδήποτε άλλο αποτελεί απλώς προέκταση της παραπάνω παραδοχής. Όσο περισσότερο χρόνο έχει κανείς να διαθέσει ακριβώς όπως θα ήθελε ο ίδιος και μόνον αυτός, τόσο μεγαλύτερη είναι η ευχέρειά του να τείνει προς την πλήρη απελευθέρωσή του από την Πυραμίδα. Δε ζούμε απεριόριστα, κάτι που μειώνει την προσφορά χρόνου προς εμάς ασχέτως ζήτησης. Αυτό βεβαίως κάνει το Χρόνο μας ανεκτίμητο τη στιγμή που εμείς τον σπαταλάμε “για ένα κομμάτι ψωμί”, για “ενημέρωση”, “διασκέδαση” κλπ. που μας προσφέρουν άλλοι – άμεσα ή έμμεσα – με κάποιοι χρηματικό αντάλλαγμα. Κι εφόσον πρώτη προϋπόθεση για τη δημιουργία υπεραξίας και κατ’ επέκτασιν εισοδήματος αποτελεί να έχουμε χρόνο να διαθέσουμε γι’ αυτόν τον σκοπό, στην ουσία πληρώνουμε πάντοτε με χρόνο από τη ζωή μας. Το κόστος του χρόνου μας έχει βεβαίως ως πολλαπλασιαστές την εργασία ή την οποιαδήποτε γνώση ή ικανότητά μας, αλλά αυτό δεν αλλάζει την εξίσωση παρά μόνο το τελικό αποτέλεσμα για τον καθένα από εμάς. 

Σύμφωνα με την “επιστημονική” λογική θα μπορούσαμε να πληρωνόμαστε, ας πούμε, €5 για κάθε ώρα που εργαζόμαστε. Αν δεν υπήρχε ο “περιορισμός” του 8ώρου ή το ζήτημα των υπερωριών και μιλώντας πάντα θεωρητικά, θα μπορούσαμε να εργαζόμαστε 24 ώρες τη μέρα, κάτι που θα μας απέφερε €120/μέρα (ή €3.600/μήνα). Αν λάβουμε τώρα υπόψιν πως το μακροβιότερο άτομο που έχει ποτέ αναφερθεί και καταγραφεί επίσημα πέθανε σε ηλικία 122 ετών, ο μέγιστος “κύκλος εργασιών” μας κυμαίνεται στα €10.000.000. Το θέμα μας βεβαίως δεν είναι να κοστολογήσουμε την ανθρώπινη ζωή, αλλά να αντιληφθούμε πως αν δεχτούμε το “επιστημονικό” πλαίσιο που επιτρέπει τέτοιου είδους συλλογισμούς, θα πρέπει να δεχτούμε επίσης πως η ζωή μας δε μπορεί να αξίζει παραπάνω από ένα συγκεκριμένο χρηματικό ποσό.

Μιας λοιπόν και όλο το σύστημα είναι δομημένο επάνω στο Χρήμα και στην αγορά Χρόνου, είναι πολύ πιο εύκολο να το καταρρίψει κανείς, αρκεί να απαρνηθεί το Χρήμα και να “κοστολογήσει” το Χρόνο του (δηλαδή την ίδια του τη ζωή) ως δώρο ανεκτίμητης αξίας. Τα δώρα δεν ανταλλάζονται, πόσο μάλλον όταν αυτά είναι και ανεκτίμητα!

Τις ερωτήσεις που γεννώνται από εδώ κι έπειτα, οφείλει να τις απαντήσει ο καθένας μόνος του. 

Arkan

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο