Αποδομώντας Ιεραρχίες: Αφεντικά, Σκηνοθετημένη Ηγεσία και Αυθαίρετες Θέσεις Εξουσίας

Τα αφεντικά δεν φυτρώνουν στα δέντρα. Δεν εμφανίζονται μαγικά στη δουλειά σας. Δεν γεννιούνται με αυτούς τους ρόλους. Είναι δημιουργήματα. Έχουν κατασκευαστεί για να εκπληρώσουν τις αυθαίρετες θέσεις εξουσίας εντός της οργανωτικής ιεραρχίας. Δεν κατέχουν κανένα φυσικό ή επίκτητο ταλέντο, και δεν έχουν δοκιμαστεί, ούτε ελεγχθεί μέσω οποιουδήποτε αξιοκρατικού συστήματος. Αντίθετα, έλκονται προς αυτές τις θέσεις εξουσίας, επειδή παρουσιάζουν συνειδητά χαρακτηριστικά που τους κάνουν ικανούς τόσο στο να ελέγχουν, όσο και στο να ελέγχονται. Είναι τυπικοί, ιδιαίτερα κομφορμιστές, δίνουν έμφαση στην εμφάνιση, ξέρουν πώς να μιλούν αυστηρά, χωρίς να λένε τίποτα ουσιαστικό, ευλογημένοι με την ικανότητα να λένε μαλακίες.

Οι ιεραρχίες δεν είναι φυσικά φαινόμενα μέσα στην ανθρώπινη φυλή. Εκτός από την ανατροφή των παιδιών, τα ανθρώπινα όντα δεν γεννιούνται με την κλίση να εξουσιάζονται, να ελέγχονται, να «εποπτεύονται» από άλλα ανθρώπινα όντα. Οι ιεραρχίες είναι τεχνητά κατασκευάσματα έχουν σχεδιαστεί για να εξυπηρετούν ένα σκοπό. Είναι μια αναγκαιότητα μέσα σε κάθε κοινωνία που θέλει να υπερηφανεύεται για την υπερβολή του πλούτου και την ανισότητα της εξουσίας.

Αποτελούν μια αναγκαιότητα για τη διατήρηση αυτών των ανισοτήτων και μια διασφάλιση ότι δεν θα προσβληθούν αυτές οι ανισότητες από τους κάτω. Εφαρμόζουν τον έλεγχο, τη συμμόρφωση και τη σταθερότητα σε μια ευρύτερη κοινωνία που χαρακτηρίζεται από τεχνητή ανεπάρκεια, εκτεταμένη ανασφάλεια, ανυπολόγιστη συγκέντρωση πλούτου και δύναμης, και ακραία ανισότητα. Χωρίς τέτοιον έλεγχο, αυτές οι κοινωνίες θα ξέφτιζαν, καθώς τα ανθρώπινα όντα θα επιδίωκαν φυσικά την αυτονομία τους και θα αποζητούσαν να έχουν μεγαλύτερο έλεγχο πάνω στις ζωές τους και στις ζωές των αγαπημένων τους προσώπων – ελέγχο που αφορά κατά κύριο λόγο τη δυνατότητα να καλύψουν τις βασικές ανάγκες τους.

Παρά την τεχνητή και αυθαίρετη φύση και των δύο, αφεντικών και ιεραρχίας,  εξακολουθούν να υφίστανται. Εξουσιάζουν τις μέρες μας, από τη στιγμή που ξυπνάμε μέχρι την ώρα που πάμε για ύπνο. Ελέγχουν τη ζωή μας, τα μέσα βιοπορισμού μας, και την ικανότητά μας να αποκτήσουμε τροφή, ένδυση, στέγη και όλα όσα είναι απαραίτητα για να επιβιώσουμε. Αν δεν υποβάλλουμε τους εαυτούς μας σ’αυτούς, διατρέχουμε τον κίνδυνο να πεθάνουμε από την πείνα, να μείνουμε άστεγοι, και να μην μπορούμε να ντύσουμε ή να ταΐσουμε τα παιδιά μας. Παρ ‘όλα αυτά, σπάνια τους εξετάζουμε, σπάνια αμφισβητούμε την ύπαρξη ή το σκοπό τους, και σπάνια σκεφτόμαστε μια ζωή χωρίς αυτούς.

Καπιταλισμός, Ιεραρχίες, και “Διοίκηση”

 «Οι άνθρωποι σταμάτησαν να είναι άνθρωποι το 1913. Αυτό ήταν το έτος που ο Henry Ford έβαλε τα αυτοκίνητά του σε κυλίνδρους και ανάγκασε τους εργαζομένους του να ασπαστούν την ταχύτητα της γραμμής συναρμολόγησης. Στην αρχή, οι εργαζόμενοι επαναστάτησαν. Έφευγαν μαζικά, δεν μπορούσαν να προσαρμώσουν το σώμα τους στους νέους ρυθμούς της εποχής. Από τότε όμως, η προσαρμογή αυτή έχει κληροδοτηθεί: όλοι την έχουμε κληρονομήσει σε κάποιο βαθμό, έτσι ώστε να συνδεόμαστε στα πηδάλια και τα τηλεχειριστήρια, επαναλαμβάνοντας κινήσεις εκατοντάδων ειδών».
– Jeffrey Eugenides

Ενώ οι ιεραρχικές ανθρώπινες σχέσεις έχουν υπάρξει σε πολλές μορφές σε όλη την ιστορία, η κυρίαρχη σύγχρονη ιεραρχία πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από τους καπιταλιστικούς τρόπους παραγωγής. Ο καπιταλισμός είναι ένα σύστημα που βασίζεται στην ιδιωτική ιδιοκτησία της γης και των μέσων παραγωγής με σκοπό τη μετατροπή του κεφαλαίου και των εμπορευμάτων σε κέρδος για τους ιδιοκτήτες των εν λόγω εκτάσεων και μέσων.
Σύμφωνα με το κυρίαρχο σύστημα του βιομηχανικού καπιταλισμού, τα άτομα με επαρκή κεφάλαια μπορούν να αγοράσουν αγροτεμάχια, να κατασκευάσουν μέσα παραγωγής (δηλαδή εργοστάσια) σε αυτή τη γη, και ν’απασχολούν μάζες εργαζομένων για τη δημιουργία προϊόντων, τα οποία μπορούν να πωληθούν στην αγορά με σκοπό το κέρδος. Η ιδιοκτησία αυτής της γης, και η πρόσβαση στο κεφάλαιο που απαιτείται για να το μετατρέψει σ’ένα μέσο παραγωγής, είναι ένα προνόμιο για πολύ λίγους. Όταν η γη είναι ιδιόκτητη με αυτόν τον τρόπο, αντιπροσωπεύει μια κοινωνική σχέση μεταξύ αυτών των λίγων προνομιούχων (ιδιοκτήτες / κεφάλαιο) και των υπολοίπων από εμάς (εργαζόμενοι / εργασία).

Δεν κατέχεται για προσωπική χρήση, αλλά περισσότερο χρησιμοποιείται ως μια θέση που εξάγει την αξία της εργασίας με σκοπό την παραγωγή και το κέρδος. Οι ιδιοκτήτες της ιδιωτικής περιουσίας δεν την χρησιμοποιούν για να ικανοποιήσουν οποιεσδήποτε προσωπικές ανάγκες, και σπάνια ακόμη πατούν έστω το πόδι τους σ’αυτή. Η κατανόηση της διαφοράς μεταξύ της προσωπικής περιουσίας και της ιδιωτικής ιδιοκτησίας είναι ζωτικής σημασίας από την άποψη αυτή, καθώς συχνά γίνεται κατάχρηση του όρου «ιδιωτική ιδιοκτησία» ώστε ψευδώς να συνδέεται ο καπιταλισμός  με την ελευθερία.
Στην πραγματικότητα, όταν η ατομική ιδιοκτησία χρησιμοποιείται ως κοινωνική σχέση, όπως γίνεται σε ένα καπιταλιστικό σύστημα, γίνεται αντίθετη με οποιαδήποτε έννοια ελευθερίας.
 

Ένα μεγάλο μέρος του κέρδους που δημιουργείται από αυτή τη διαδικασία, αποκτάται μέσω της εκμετάλλευσης της εργασίας, ενώ δηλαδή ο ιδιοκτήτης καταβάλει σε κάθε εργαζόμενο ένα σύνολο μισθών, ως αντάλλαγμα της εργασίας του, ο εργαζόμενος τελικά δημιουργεί  εμπορεύματα, που αξίζουν πολύ περισσότερο από ό, τι αυτοί οι μισθοί. Και με τη νομοθετική καταστροφή των εργατικών δικαιωμάτων, που έλαβαν χώρα κατά τη μετάβαση από τη φεουδαρχία στον καπιταλισμό, η εκτέλεση εργασίας ουσιαστικά έγινε μια καταναγκαστική πρόταση, και όχι μια εθελοντική. Γιατί κάτω από τον καπιταλισμό, όσοι από εμάς πρέπει να πουλήσουμε την εργασία μας για να επιβιώσουμε, έχουμε ουσιαστικά δύο επιλογές: (1) να εργαστούμε για κάποιον ή (2) να λιμοκτονήσουμε (αυτή η πραγματικότητα είναι ο ακριβής λόγος για τον οποίο το κράτος πρόνοιας έγινε μια αναγκαιότητα, παράλληλα με την εκβιομηχάνιση).

Επειδή η ανάπτυξη του καπιταλισμού αντιπροσωπεύει την πιο πρόσφατη μορφή του εξαναγκασμού στις κοινωνικές σχέσεις μεταξύ των ανθρώπων, η ανάγκη για βιομηχανική «διαχείριση» και «επιτήρηση» είναι υψίστης σημασίας.
Μετά τον καθορισμό των αναγκαστικών προϋποθέσεων,  που απαιτούνται για να υποχρεωθούν οι εργαζόμενοι να πουλήσουν την εργασία τους στους ιδιοκτήτες (μέσω της νομοθετικής καταστροφής των εργασιακών δικαιωμάτων), οι ιδιοκτήτες έμειναν με την αναζήτηση του πώς να μεγιστοποιήσουν την εκμετάλευση ενός εργατικού δυναμικού, που τελικά αναγκάζεται να δαπανήσει τις μισές ώρες  της ημέρας ( αν όχι περισσότερες) σε μια θέση που δεν θέλει να βρίσκεται, κάνοντας κάτι που δεν θέλει να κάνει. Αυτό το πρόβλημα έχει ξεπεραστεί πια. Δεν αποτελεί έκπληξη, που η επιστημονική διαχείριση, ή ο τεϊλορισμός*, αναπτύχθηκε παράλληλα με τον βιομηχανικό καπιταλισμό για τον ίδιο ακριβώς σκοπό: τη βελτίωση της «οικονομικής αποδοτικότητας», μέσω της βελτίωσης της «παραγωγικότητας της εργασίας».
Αυτό το διάστημα εμφανίστηκε και ο φορντισμός**, ο οποίος προχώρησε σε μια πιο σφαιρική προσέγγιση των θεμάτων της μαζικής παραγωγικότητας και της διαχείρισης στο πλαίσιο του καπιταλισμού.

Ο κοινός παρονομαστής σε αυτά τα πεδία της «ανθρώπινης διαχείρισης» ήταν το ν’ανακαλύψουν πώς μπορεί να εμπορευματοποιηθεί αποτελεσματικά ένα ανθρώπινο ον. Με άλλα λόγια, πώς να μετατρέψουν ένα ανθρώπινο ον σε μια μηχανή, που θα εκτελεί ταπεινωτικές επαναλαμβανόμενες εργασίες για αρκετές ώρες. Το καπιταλιστικό σύστημα διαχείρισης, μελέτησε και εξέτασε τις φυτείες σκλάβων για να πάρει ιδέες σχετικά με το πώς να επιτευχθεί καλύτερα ο σκοπός του αυτός.
“Η φυτεία δεν παρήγαγε μόνο τα αγαθά που τροφοδοτούσαν την ευρύτερη οικονομία.  Δημιούργησε επίσης καινοτόμες επιχειρηματικές πρακτικές, οι οποίες θα χαρακτηρίσουν το σύγχρονο μάνατζμεντ”, όπως έγραψαν οι Sven Beckert και Seth Rockman . Αναζητώντας διαρκώς μεγαλύτερη αποδοτικότητα στη συγκομιδή του βαμβακιού, οι ιδιοκτήτες σκλάβων αναδιοργάνωσαν τα χωράφια τους, οργανώνοντας την εργάσιμη ημέρα, και εφαρμόζοντας ένα σύστημα κατακόρυφης αναφοράς, που μετέτρεψε τους επόπτες σε διευθυντές που λογοδοτούσαν στους από πάνω, για την εργατική αποδοτικότητα των από κάτω.”

Οι ιεραρχίες της διαχείρισης των φυτείων με σκλάβους, έχουν πράγματι μεταφερθεί στα γραφεία σύγχρονων κτιρίων, τόσο στον ιδιωτικό όσο και στο δημόσιο τομέα. Μέχρι σήμερα, ολόκληροι τομείς μελέτης έχουν αφιερωθεί στην «οργανωτική διαχείριση» και στη «βελτιστοποίηση του εργατικού δυναμικού».  Οι ιεραρχίες που υπάρχουν σήμερα, είτε σε ιδιωτικούς είτε σε δημόσιους οργανισμούς, προέρχονται από τις αρχαϊκές μορφές διαχείρισης σχεδιασμένες για να κάνουν ουσιαστικά τον άνθρωπο λιγότερο ανθρώπινο. Το γεγονός ότι ο όρος «ανθρώπινο δυναμικό» έχει ενσωματωθεί πλήρως στην καθομιλουμένη μας, αναδεικνύει την απάνθρωπη φύση της εργασίας στον τομέα αυτό.

Ο εξαναγκασμός δεν είναι απλά αρκετός για να εξασφαλιστεί η παραγωγικότητα.  Οι συνεισφορές του Frederick Taylor το κατέστησαν αυτό σαφές, οι οποίες αποτιμούσαν τους εργαζόμενους συχνά ως κάτι λιγότερο από «έξυπνους γορίλες», ενώ η γραμμή παραγωγής και η διαδικασία της μαζικής παραγωγής του Henry Ford, έκαναν πραγματικότητα την δεκαετίες πριν προειδοποίηση του Μαρξ, ουσιαστικά μετέτρεψαν δηλαδη τους εργαζόμενους σε απλά «εξαρτήματα μηχανών». Ο Ford το προχώρησε μάλιστα ακόμη πιο μακριά δημιουργώντας ένα Τμήμα Κοινωνιολογίας, σχεδιασμένο για να μελετήσει και να τυποποιήσει την ιδιωτική ζωή των εργαζομένων ώστε να βελτιοποιήσει την λειτουργία τους ως «εξαρτήματα» της παραγωγής.
Τελικά, αυτοί οι τομείς σπουδών έχουν αναπτύξει την εταιρική κουλτούρα που έχει γίνει συνώνυμο με την καπιταλιστική κοινωνία: ισχυρές ιεραρχίες, παντελής έλλειψη αυτονομίας, αυστηρές κατευθυντήριες γραμμές και κανόνες,  απειλές  πειθαρχικών μέτρων, και πλήρης υποταγή στη συμμόρφωση.
Αυτές οι οργανωτικές ιεραρχίες έχουν τοποθετηθεί παντού – στο εσωτερικό των περισσότερων εταιρειών, των περισσότερων επιχειρήσεων, των περισσότερων σχολείων, των περισσότερων ΜΚΟ, και των περισσότερων δημόσιων υπηρεσιών. Πολύ απλά, αποτελούν ένα απαραίτητο συστατικό για τη διατήρηση αυτών των αφύσικων ανισοτήτων στον πλούτο και την εξουσία, που είναι αχαλίνωτες εντός του καπιταλιστικού συστήματος.
Χωρίς υψηλά επίπεδα ελέγχου που θα κρατούν τους ανθρώπους συμμορφωμένους, αυτό το σύστημα θα καταρρεύσει αναπόφευκτα.

Οι Αντιφάσεις και η Αναποτελεσματικότητα στο Εσωτερικό των Ιεραρχιών.

“Ίσως δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι, ακόμα και στον Παράδεισο, όπως αναφέρει η Βίβλος, υπάρχει μια ιεραρχία. Άλλωστε, ποιος καλύτερος τρόπος υπάρχει για να επιβάλει κανείς τα «οφέλη» από την αποδοχή της ισχύος μιας ιεραρχίας στον ανθρώπινο νου;”
– Miguel Reynolds Brandao ( «επιχειρηματίας, Business Developer, και επενδυτής»)

Ενώ οι ιεραρχίες εξυπηρετούν έναν συστημικό σκοπό σε σχέση με το πώς αυτές συνδέονται με την ευρύτερη κοινωνία, αναπτύσσουν επίσης εσωτερικές κουλτούρες που μιμούνται τις άνισες σχέσεις εξουσίας, οι οποίες έχουν έρθει για να χαρακτηρίσουν την κοινωνία μας κάτω από τον καπιταλισμό. Αυτές οι εσωτερικές κουλτούρες αναπαράγουν τον ανταγωνισμό μεταξύ των εργαζομένων, δημιουργώντας μια αποκλειστική, διευθυντική τάξη που πρέπει να συμπληρωθεί από λίγους και επίλεκτους. Προκειμένου να ικανοποιήσουν  τις εγγενείς ανισότητες ισχύος που υπάρχουν μέσα σε όλες τις ιεραρχίες, οι επιχειρήσεις δημιουργούν αυθαίρετες θέσεις εξουσίας, διαφημίζουν αυτές τις θέσεις ως διαθέσιμες σε εκείνους που «πληρούν τις προϋποθέσεις», και ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να επιδιώξουν τις θέσεις αυτές με αντάλλαγμα το υλικό κέρδος. Σε αυτή την επιδίωξη, όμως, οι αντιφάσεις και οι ανεπάρκειες προκύπτουν φυσικά.

Σ’έναν επαγγελματικό χώρο, είτε μιλάμε για μια δημόσια ή μια ιδιωτική επιχείρηση, οι άνθρωποι ανεβαίνουν την παροιμιώδη σκάλα για δύο λόγους: 1) για ν’αποκτήσουν περισσότερα χρήματα και 2) για να εργάζονται λιγότερο. Η στενόμυαλη επιδίωξη της εξουσίας, είτε συνειδητά είτε υποσυνείδητα, ουσιαστικά βρίσκεται μέσα σε αυτούς τους δύο, θεμελιώδεις στόχους που είναι εγγενείς στους ανθρώπους οι οποίοι τοποθετούνται μέσα στα ιεραρχικά (ανταγωνιστικά, όχι συνεταιριστικά) συστήματα που ορίζονται από την καπιταλιστική / εταιρική κουλτούρα. Με άλλα λόγια, όταν εξαναγκάζονται σε μια εκ των άνω προς τα κάτω οργανωτική δομή, γίνεται φυσικό να θέλουν να κερδίσουν περισσότερα (χρήματα) και να εργάζονται λιγότερο (αδράνεια). Η συχνά υποσυνείδητα ελκυστική ιδέα της απόκτησης μια θέσης εξουσίας είναι το μοναδικό περίβλημα γύρω από αυτές τις υλικές επιθυμίες.
Ενώ η απολίτιστη πράξη της άσκησης εξουσίας πάνω σ’ένα άλλο ανθρώπινο ον, μπορεί να ενισχύσει την αυτοεκτίμηση, αυτή η μορφή της ψύχωσης λειτουργεί τελικά δευτεροβάθμια μπροστά στα υλικά οφέλη που έρχονται με αυτή τη δύναμη. Ως εκ τούτου, είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι, αν τα υλικά οφέλη δεν συνόδευαν τις θέσεις εξουσίας,  πιθανότατα δεν θα υπήρχαν.

Ανεξάρτητα από αυτή την τάση, εξακολουθούν να υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν εκδηλώνουν κανένα ενδιαφέρον για την αναρρίχηση της σκάλας. Κατά ειρωνικό τρόπο, αυτοί οι άνθρωποι, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, είναι πιο κοντά στο φυσικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό της συνεργασίας. Είτε είναι σε θέση να δουν πέρα ​​από την εγωκεντρική άσκηση της εξουσίας (χρήματα και αδράνεια) και απλά αποστρέφονται από αυτή, ή απλά δεν ενδιαφέρονται ν’αναρριχηθούν προς τα πάνω και τελικά να επιβλέπουν άλλους  για προσωπικό κέρδος.
Με τη σειρά τους, εκείνοι που επιλέγουν να αναζητήσουν την εξουσία (χρήματα και αδράνεια) – εκείνοι που είναι πρόθυμοι να δαπανήσουν χρόνο και ενέργεια για ν’αναρριχηθούν στη σκάλα της εξουσίας – το πράττουν με έναν καθαρά ιδιοτελή τρόπο. Θέλουν απλά να κερδίζουν περισσότερα και να εργάζονται λιγότερο, δεν έχουν κανέναν ενδοιασμό να λαμβάνουν θέσεις τεχνητής υπεροχής έναντι των συναδέλφων τους, και έτσι κάνουν ό, τι χρειάζεται για να αποκτήσουν την εξουσία και το καθεστώς αυτό μέσα στην επιχείρηση.

Αυτή η ροή δημιουργεί ένα ενδιαφέρον παράδοξο, δεδομένου ότι τα περισσότερο ιδιοτελή μέλη μιας επιχείρησης αναπόφευκτα ανεβαίνουν στην κορυφή της ιεραρχίας. Έτσι, ενώ οι επιχειρήσεις θεωρητικά αποτελούνται από ομάδες ανθρώπων που εργάζονται προς έναν κοινό στόχο, αυτό το φαινόμενο που βασίζεται στην ιεραρχική κυριαρχία αναπόφευκτα καταστρέφει κάθε ελπίδα για μια συλλογική βούληση, ενώ αναπαράγει επίσης την κουλτούρα της ανικανότητας (καθώς εκείνα τα ιδιοτελή άτομα αναλαμβάνουν τα ηνία).

Αυτή η κουλτούρα της ανικανότητας έρχεται σχεδόν πάντα στο προσκήνιο, καθώς η πλειοψηφία των εργαζομένων θα την αντιμετωπίσει αναπόφευκτα μέσα από την καθημερινή εμφάνιση των απολύσεων, της αναποτελεσματικότητας, και της απογοήτευσης. Όταν χρειάζεται να γίνει κάποια δουλειά, τ’αφεντικά ζητούν σχεδόν αναπόφευκτα καταφύγιο στα γραφεία τους. Όταν παρουσιάζονται κρίσεις, τα αφεντικά δεν αναλαμβάνουν μόνα τους την ευθύνη να εργαστούν, αλλά απαιτούν περισσότερη δουλειά από εκείνους που βρίσκονται από κάτω.

Στις περισσότερες περιπτώσεις, τα αφεντικά βρίσκονται τόσο πολύ μακριά από την πραγματική εργασία και την αποστολή μιας επιχείρησης , που αποξενώνουν ουσιαστικά τους εαυτούς τους. Κι ενώ αυτή η αποσύνδεση μεγαλώνει, το ίδιο κάνει και η κουλτούρα της ανικανότητας. Και καθώς αναπτύσσεται το μίσος προς από την πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού που θεωρείται ότι είναι «στο κάτω μέρος», η μόνη επιλογή για όσους αναζητούν να έχουν τον έλεγχο, την εποπτεία και την “διαχείριση” άλλων ανθρώπινων όντων, είναι να ενσταλάξουν το φόβο σε αυτά τα αντικείμενά τους.  Σε αυτό το στάδιο, η εμπιστοσύνη είναι ανύπαρκτη, τα οργανωτικά και επιχειρησιακά προβλήματα αποδίδονται πάντα στους εργαζόμενους που δεν κάνουν αρκετά, και οι λύσεις βρίσκονται πάντα στα πειθαρχικά μέτρα.

Επιπλέον, το φαινόμενο αυτό δημιουργεί μια φυσική αναποτελεσματικότητα, καθώς εκείνοι που πληρώνονται περισσότερο ουσιαστικά συμβάλλουν λιγότερο στην αποστολή της επιχείρησης. Στην περίπτωση των “εποπτικών” και των θέσεων “διαχείρισης”, αυτή η αναποτελεσματικότητα γίνεται διπλή, όχι μόνο δημιουργώντας ένα σενάριο όπου η επιχείρηση παίρνει λιγότερα δίνοντας περισσότερα, αλλά και αναζητά περισσότερα δίνοντας λιγότερα στην πλειοψηφία του εργατικού δυναμικού της ( δεδομένου ότι αυτό το κενό πρέπει να καλυφθεί από κάπου). Με αυτή τη συνειδητοποίηση, μπορούμε να δούμε ότι οι ιεραρχίες δεν είναι μόνο αφύσικες μορφές οργάνωσης, αλλά και αναποτελεσματικές και ανίκανες.

Ο σκοπός τους, χρησιμοποιώντας ψέματα για να ελέγξουν αυτό το αφύσικο περιβάλλον, στηρίζεται πάνω στη μαζική ανισότητα της εξουσίας και του πλούτου. Ωστόσο, πέρα ​​από αυτή την ανάγκη, να ενισχυθεί δηλαδή η καταναγκαστική φύση της κοινωνίας, είναι άχρηστες. Εξαιτίας αυτής της παράδοξης ύπαρξης τους αναγκάστηκαν να κατασκευάσουν μυθολογικούς σκοπούς για τις αυθαίρετες θέσεις εξουσίας που δεν εξυπηρετούν κανέναν πραγματικό σκοπό εσωτερικά, αλλά πρέπει να διατηρήσουν και να μιμούνται τις σχέσεις εξουσίας που υπάρχουν εξωτερικά.

Κατά ειρωνικό τρόπο, κρατώντας το φόβο μέσα από τη μικροδιαχείριση και τη συνεχή απειλή των πειθαρχικών μέτρων, τελικά, γίνεται αυτή η εξουσία ένας ψεύτικος σκοπός. Και πείθει όσους κατέχουν αυτές τις θέσεις εξουσίας πως οι εργαζόμενοι είναι εγγενώς τεμπέληδες και, ως εκ τούτου, πρέπει να σπρώχνονται όπως τα βοοειδή. Η ειρωνεία έγκειται στο γεγονός ότι οποιαδήποτε ανάπτυξη των λεγόμενων τεμπέληδων ή οποιαδήποτε έλλειψη προσπάθειας, που πραγματοποιείται από τους κάτω, σχεδόν πάντα είναι το αποτέλεσμα της ευρείας εχθρότητας που νιώθουν γι’αυτούς που είναι “πιο ψηλά” στη σκάλα με τον αποκλειστικό σκοπό να κερδίζουν περισσότερο και να δουλεύουν λιγότερο. Τα ανθρώπινα όντα απλά δεν ανταποκρίνονται σε αυθαίρετες θέσεις εξουσίας (ή όπως συχνά τις ονομάζουν «ηγετικές θέσεις»), διότι οι θέσεις αυτές δεν εξυπηρετούν κανένα σκοπό σε οποιαδήποτε πραγματική έννοια των οργανωτικών λειτουργιών. Ειλικρινά, η ύπαρξη και μόνο αυτών των θέσεων είναι προσβολή για όλους εκείνους που εκτελούν το κύριο βάρος της εργασίας από τα “κάτω”.

Εταιρική διγλωσσία, Σκηνοθετημένη Ηγεσία, και Ανασφάλεια

«Οι εταιρείες είναι ολοκληρωτικά ιδρύματα. Το Διοικητικό Συμβούλιο στην κορυφή των διαχειριστών δίνει εντολές, ο καθένας ακολουθεί εντολές. Στον πάτο της εντολής, αν είστε τυχεροί μπορείτε να νοικιάσετε τον εαυτό σας σε αυτή και να αποκτήσετε μια δουλειά, και αν είστε επαρκώς προπαγανδισμένοι μπορεί ακόμη και να αγοράσετε κάποια από τα σκουπίδια που παράγουν και ούτω καθεξής».
– Νόαμ Τσόμσκι

Ο ολοκληρωτισμός συνυφασμένος με τις εταιρικές δομές ορίζεται και διατηρείται από την ιεραρχία, και αυτές οι δομές εκτείνονται πολύ πιο πέρα ​​από τις κερδοσκοπικές, ιδιωτικές επιχειρήσεις. Σε μια προσπάθεια να δικαιολογήσουν τις αυθαίρετες θέσεις εξουσίας, οι επιχειρήσεις συχνά τις παρουσιάζουν ως θέσεις «ηγεσίας», αναπτύσσοντας την εταιρική διγλωσσία, όπως “ηγέτες της ομάδας” ή “υπάλληλοι” στην ιεραρχική διάταξη τους. Το πρόβλημα με αυτό είναι ότι η ηγεσία, σε οποιαδήποτε πραγματική έννοια, βρίσκεται σε απόλυτη αντίφαση από την εξουσία και ειδικότερα από την αυθαίρετη εξουσία.

Η απόκτηση των χρημάτων και η απραξία που γίνεται συνώνυμη με την αναρρίχηση της σκάλας κάνει τους ηγετικούς ρόλους αδύνατους για εκείνους που γεμίζουν αυτές τις θέσεις για να κυριαρχήσουν. Δεν πειράζει που ο όρος «ηγεσία» το ίδιο συχνά περιλαμβάνει μια χροιά ανωτερότητας, ή έστω προσπαθεί να διαφοροποιήσει ένα άτομο από το  «πακέτο» των υπολοίπων.

Η ηγεσία δεν μπορεί να εκχωρηθεί αυθαίρετα. Εάν υπάρχουν πραγματικά ηγέτες μεταξύ των ανθρώπων, υπάρχουν μόνο μέσω μιας μορφής  διευκόλυνσης. Και αυτό μπορεί να αναπτυχθεί μόνο οργανικά, ως αποτέλεσμα απρόβλεπτων εξελίξεων πηγάζοντας μέσα από το φυσικό φαινόμενο της διευκόλυνσης μιας ομάδας. Οι ηγέτες είναι διαμεσολαβητές οι οποίοι μπορούν να παρέχουν βιολογική κατεύθυνση σε μια ομάδα, και είναι πάντα εκείνοι που εμφανίζουν μια ανιδιοτελή προθυμία να αναλάβουν το μεγαλύτερο βάρος της προσπάθειας, ή τουλάχιστον το μερίδιό τους από τη συλλογική προσπάθεια, ενώ δεν περιμένουν  τίποτα ξεχωριστό ως αντάλλαγμα.
Το να διατάζεις πίσω από ένα γραφείο, δεν είναι ηγεσία. Ουρλιάζοντας στους «κάτω» από μια εποπτική θέση δεν είναι η ηγεσία. Η ανάλυση και η βαθμονόμηση της παραγωγικότητας της εργασίας δεν είναι η ηγεσία. Όσοι ανεβαίνουν την παροιμιώδη σκάλα για να (1) κερδίζουν ολοένα και περισσότερα και (2) για να εργάζονται λιγότερο δεν μπορούν ποτέ να είναι ηγέτες. Έτσι, η κάλυψη αυθαίρετων θέσεων στην ιεραρχία δεν μπορεί ποτέ να παράγει οποιοδήποτε δείγμα ηγεσίας. Εξαναγκασμό, ναι. Φόβο, ναι. Αλλά ποτέ ηγεσία.
bosses.JPG
Το γεγονός ότι οι ιεραρχίες παραμένουν η κυρίαρχη οργανωτική δομή σε όλη την καπιταλιστική κοινωνία μας λέει δύο πράγματα: (1) είναι η πιο αποτελεσματική δομή για την άσκηση του ελέγχου και (2) ο έλεγχος είναι το πιο επιθυμητό χαρακτηριστικό της κάθε επιχείρησης που λειτουργεί κάτω από τον καπιταλισμό. Οι εγγενείς κουλτούρες της ανικανότητας και των αντιφάσεων που αναπτύσσονται μέσα σε αυτές τις δομές παραμένουν μια δευτερεύουσα ανησυχία σε σχέση με τη διατήρηση του ελέγχου. Και συγκαλύπτοντας αυτό το ελεγχόμενο περιβάλλον μέσω της εταιρικής διγλωσσίας, οι επιχειρήσεις είναι συχνά σε θέση να ανατροφοδοτήσουν μια γνωστική ασυμφωνία μεταξύ του εργατικού δυναμικού τους, το οποίο την ημέρα προσφέρει μια υγιή δόση πίστης στην “ομαδική προσέγγιση”, ενώ διαμαρτύρεται για τα ανίκανα και δεσποτικά αφεντικά το βράδυ.

Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από έναν αναπροσδιορισμό της αυθαίρετης εξουσίας για να δικαιολογηθεί η εμφάνιση μιας (ανύπαρκτης) αξιοκρατίας, μετατρέποντας τους ιδιοτελείς επόπτες σε «ηγέτες». Η ύπουλη φύση αυτού του αναπροσδιορισμού πηγαίνει ακόμη πιο μακριά, καθώς προσπαθεί να πείσει εκείνους που βρίσκονται σε αυθαίρετες θέσεις εξουσίας, πως όχι μόνο ανήκουν εκεί, αλλά και ότι εξυπηρετούν ένα σημαντικό σκοπό.
Οι φυσικές ανασφάλειες που αναπτύσσονται στους διευθυντές και τους επόπτες, οι οποίοι μαστίζονται από μια ατέρμονη παράνοια μήπως εκτεθούν και φανεί πόσο απαταιώνες είναι, απαλύνονται και μετριάζονται με την παρακολούθηση κύκλων επί κύκλων «μαθήματων ηγεσίας» και με αναχώματα βιβλίων αυτοβοήθειας που καλούν τα διευθύνοντα στελέχη ,να αδράξουν την ευκαιρία!

Παρόλες  τις σκηνοθετημένες προσπάθειες να εδραιωθεί η αξία και η αυτοπεποίθηση , εκείνων που βρίσκονται σε αυθαίρετες θέσεις εξουσίας μέσα σε μια ιεραρχία, αναμφίβολα τους υπενθυμίζεται η αχρηστία τους κατά τη διάρκεια των καθημερινών εργασιών. Τα υλικά οφέλη που έρχονται με αυτές τις θέσεις είναι συνήθως το μόνο που χρειάζεται για να αντιμετωπιστεί αυτή τη συνειδητοποίηση.

Ωστόσο, οι οργανωτικές αντιφάσεις και οι ανεπάρκειες παραμένουν πάντα, και μαζί με αυτές, οι διαρκείς σχισμές που στάζουν εχθρότητα και φόβο από τους κάτω, και ανασφάλεια και παράνοια από τους πάνω. Δεν μπορεί κανείς να αντικρούσει το γεγονός ότι η απλή πράξη της “εποπτείας” ενός άλλου προσώπου είναι απάνθρωπη, καθώς ο σκοπός της βασίζεται στην πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι εγγενώς οκνηροί, ανέντιμοι, ανεύθυνοι, και ανίκανοι. Ή, τουλάχιστον, η ύπαρξη της εποπτείας επιβεβαιώνει την καταναγκαστική και απάνθρωπη φύση αυτών των δύο, της παραδοσιακής εργασίας και της ιεραρχίας.  Η επίβλεψη είναι απαραίτητη μόνο σε έναν κόσμο όπου οι εργαζόμενοι θεωρούνται και αντιμετωπίζονται ως βοοειδή που πρέπει κάποιος να τα σπρώχνει, να τα τσιγκλάει, να τα παρακινεί και να τα καθοδηγεί.
Το γεγονός ότι τα άτομα που τοποθετούνται σε αυτές τις θέσεις εποπτείας, δεν διαθέτουν ιδιαίτερες δεξιότητες ή ταλέντα, κάνει αυτές τις σχέσεις ακόμη πιο επισφαλείς, καθώς αυτοί που εποπτεύονται, αναγνωρίζουν σχεδόν πάντα την παρανομία των υποτιθέμενα ανωτέρων τους.

Είτε μέσω συνεντεύξεων, είτε μέσω εξετάσεων, απλά δεν υπάρχει κανένας τρόπος να βρεθούν άνθρωποι που είναι κατάλληλοι να εποπτεύουν τους άλλους … γιατί, ειλικρινά, δεν υπάρχουν. Η εποπτεία ή η διαχείριση ενός ανθρώπου δεν είναι ποτέ μια ενδεδειγμένη προσφορά , δεν έχει σημασία πόσα πολλά στελέχη, διοικητές, σύμβουλοι προγράμματων σπουδών, εκπαιδευτές, και εταιρικοί σχεδιαστές προσπαθούν ν’αποδείξουν το αντίθετο.

[*Τεϊλορισμός :Σύστημα οργάνωσης της εργασίας και διεύθυνσης της παραγωγής. Εμφανίστηκε μεταξύ του 19ου και 20ού αι. και ονομάστηκε έτσι από το όνομα του Αμερικανού μηχανικού Φ. Ου. Τέιλορ. Είναι ένα σύνολο μεθόδων οργάνωσης και μέτρησης της εργασίας, έλεγχου των παραγωγικών διαδικασιών, επιλογής, τοποθέτησης και πληρωμής της εργατικής δύναμης που επινοήθηκαν από τον Τέιλορ και τους κατοπινούς οπαδούς του και αποσκοπούσαν στην αύξηση της παραγωγικότητας και την εντατικοποίηση της εργασίας].

[**Φορντισμός είναι ένα καθεστώς συσσώρευσης που έχει ως χαρακτηριστικά την καθετοποιημένη μαζική παραγωγή, την σταθερότητα στα κέρδη της επιχείρησης, την συνεχή λειτουργία των εργοστασίων με πλήρη παραγωγή και πλήρη απασχόληση.]

(πηγή : του Colin Jenkins απο το http://www.hamptoninstitution.org/deconstructing-hierarchies.html#.WIx6fH1wvDV)

(Μετάφραση, επιμέλεια Σύλβια Βαρνάβα)

 

 

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο