Τέλος εξέτασης μαρτύρων κατηγορίας – Κανείς δεν αναγνώρισε τον Θεοφίλου – 6η δικάσιμος.

Στην 6η δικάσιμο του εφετείου του Τάσου Θεοφίλου που διεξήχθη την Τρίτη 14/2, ολοκληρώθηκαν οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας. Και σ’αυτή τη δικάσιμο δεν υπήρξε κανείς που ν’αναγνώρισε στο πρόσωπο του Θεοφίλου κάποιον από τους δράστες. Έγινε φανερό ότι κάποιοι ήρθαν να καταθέσουν μετά από καθοδήγηση σχετικά με όσα θα πουν, αλλά ακόμη και μ’αυτόν τον τρόπο, τίποτα απ’ όσα ανέφεραν δεν αποδεικνύει ή έστω καταδεικνύει ότι ο Θεοφίλου υπήρξε ένας από τους δράστες της ληστείας της Πάρου. 

Αντιθέτως όλοι είπαν ότι τους είναι εντελώς άγνωστη η φυσιογνωμία του κατηγορουμένου,  δεν είδαν καπέλο στο χώρο της ληστείας και δεν τους έδειξαν ποτέ φωτογραφία του κατηγορούμενου αφού είχε συλληφθεί όταν κατέθεσαν ξανά στον ανακριτή, ούτε ποτέ τους παρουσίασαν κάποιο πειστήριο από το χώρο της ληστείας, καπέλο ή κινητό.
Με λίγα λόγια, όλες οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας όχι μόνο αυτές της 14ης Φεβρουαρίου αλλά και των προηγούμενων δικασίμων το μόνο που αποδεικνύουν είναι ότι οι συγκεκριμένοι μάρτυρες μόνο κατηγορίας δεν είναι, από την στιγμή που τίποτα δεν έχουν να πουν εις βάρος του κατηγορουμένου, ούτε καν οι καταθέσεις τους είναι ξεκάθαρες σχετικά με το τι ρούχα ή καπέλο είδαν να φορά ο ληστής που φέρεται να δολοφόνησε το Μίχα. Γίνεται πλέον φανερό ότι αξιοποιήθηκαν οι καταθέσεις τους με τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργηθεί σύγχυση και να κατηγορηθεί ο Θεοφίλου.

Οι καταθέσεις ξεκινούν με την Γεωργοπούλου Καλλιόπη, εργαζόμενη τότε στην Πάρο.
Όπως κατέθεσε η κ. Γεωργοπούλου, είδε καθώς πλησίασε στην τράπεζα για προσωπική της δουλειά, ότι ήταν οι γρίλιες κατεβασμένες και της φάνηκε περίεργο, κοίταξε μέσα από τις γρίλιες, είδε ότι υπήρχε μια περίεργη κινητικότητα μέσα και άνθρωποι που φορούσαν περίεργα ρούχα, κατάλαβε ότι κάτι συμβαίνει απομακρύνθηκε, φώναξε ληστεία και κρύφτηκε πίσω από ένα δέντρο και παρακολουθούσε.  
Στη συνέχεια είδε κάποιους να βγαίνουν από την τράπεζα μάλλον 4 άτομα, όπως λέει, δεν θυμάται όμως πολλές λεπτομέρειες για την εμφάνισή τους. Λίγο μετά είδε να γίνεται μια συμπλοκή ανάμεσα στον Μίχα και έναν από τους ληστές, δεν μπορεί όμως να πει τι φορούσε εκείνος που συνεπλάκη με το θύμα, ενώ στη συνέχεια άκουσε αρκετούς πυροβολισμούς.
Όταν κατέθεσε αρχικά στην αστυνομία της Νάξου δεν της έδειξαν κανένα πειστήριο προς αναγνώριση, ούτε θυμάται να είδε να πέφτει κάποιο καπέλο από τους δράστες.

Κατά την διάρκεια της εξέτασης της μάρτυρος, η εισαγγελέας προχώρησε σε αρκετά πιεστικές ερωτήσεις προς εκείνη, προσπαθώντας να την οδηγήσει στο να υποδείξει κάποιο άτομο που πιθανόν να είδε να έρχεται σε συμπλοκή με τον Μίχα, διάβαζε διαρκώς την πρώτη της κατάθεση καθοδηγώντας της να ξαναπει τα ίδια. Παρόλα αυτά η μάρτυρας δυσανασχέτησε αρκετές φορές μ’αυτή την τακτική τονίζοντας ότι προσπαθεί η εισαγγελέας να την κάνει ν’αναγνωρίσει κάποιον που δεν μπορεί και να πει πράγματα που δεν θυμάται.

Γεωργοπούλου: Εάν περνάγαν την είσοδο δε θα μπορούσα να τους δω στο σημείο που ήμουνα.

Εισαγγελέας: Προηγουμένως είπατε ότι κι έτσι όπως ήσασταν μπορούσατε να τους δείτε αλλά τώρα σας θυμίζω τι είπατε. “Εκεί είδα τους τρεις ληστές να περπατούν έξω από την τράπεζα και να κατευθύνονται προς την πιάτσα των Ταξί”.

Γεωργοπούλου: Πολύ σωστά. Στο σημείο που ήμουνα μπορούσα να δω ποιος βγαίνει από την τράπεζα και προς τα που πηγαίνει.

Εισαγγελέας: Σύμφωνοι. Να μας πείτε. Γιατί προηγουμένως δεν είπατε τίποτα – και σας θυμίζω την κατάθεσή σας. Λοιπόν από εκεί και πέρα τι κάνατε; Γιατί είπατε πολλά 11/8 το μεσημέρι που σας είδε η αστυνομία.

Γεωργοπούλου: Εκεί συνέβη η συμπλοκή. Υπάρχει ένα μικρό πέρασμα [διακόπτεται ο λόγος της]

Εισαγγελέας: Ακριβώς είπατε “Στην πόρτα που διαχωρίζει την πλατεία με το ταξί και ενώ οι περίοικοι φώναζαν..”, τι φώναζαν οι περίοικοι;

Γεωργοπούλου: Διάφορα πράγματα [διακόπτεται ο λόγος της]

Εισαγγελέας: “Αυτοί είναι πέστε πάνω τους”, φώναζαν.

Γεωργοπούλου: Υπήρχε μια [διακόπτεται ο λόγος της]

Εισαγγελέας: Ακούγατε τους περίοικους να φωνάζουν “πέστε πάνω τους”;

[…]

Εισαγγελέας: Κρατούσαν όπλα;

Γεωργοπούλου: Τη στιγμή εκείνη που κοιτάς μπορεί να είσαι σίγουρος ότι είναι όπλα – ή να νομίζεις από το φόβο σου ότι ήταν όπλα. Σίγουρα κάτι κρατούσανε μέσα στην τράπεζα.

Εισαγγελέας: Όχι, αφήστε. Μετά που βγήκανε. Συνεχίζω την κατάθεσή σας, για να δω, γιατί εδώ τα είπατε. Και τα είχατε πρόσφατα. Ότι “εκείνοι που πυροβόλησαν στον αέρα – οι δυο εξ αυτών – μπόρεσα να δω ότι οι δυο από τους τρεις είχαν όπλα – Στη συνέχεια πυροβόλησαν εξ επαφής και πολλές φορές τον τυχαίο περίοικο” – εννοείτε τον Μίχα. Αυτό.

Γεωργοπούλου: Ακούστηκαν κι άλλοι πυροβολισμοί [διακόπτεται ο λόγος της]

Εισαγγελέας: Ακούστε τώρα εδώ. Εδώ. “Μπόρεσα να δω ότι οι δυο από τους τρεις είχαν όπλα – στη συνέχεια πυροβόλησαν εξ επαφής και πολλές φορές τον τυχαίο περίοικο”

Γεωργοπούλου: Το εξ’ επαφής κρίνεται από τη στιγμή που βλέπεις ένα σώμα να πέφτει.

Εισαγγελέας: Ναι. Για πέστε λοιπόν. Σ’ αυτή τη φράση εγώ είμαι. Σας ρωτώ τι έχετε να πείτε επ’ αυτού, που τα είπατε 3 ώρες μετά το περιστατικό.

[…]

Γεωργοπούλου: Ότι ακούστηκαν πυροβολισμοί πολλοί, ακούστηκαν.

Εισαγγελέας: “Μπόρεσα να δω ότι οι δυο από τους τρεις είχαν όπλα και στη συνέχεια πυροβόλησαν εξ επαφής και πολλές φορές τον τυχαίο περαστικό” πάνω γράφετε εδώ.

Γεωργοπούλου: Έγινε η πρώτη συμπλοκή και αμέσως μετά στην προσπάθεια της διαφυγής προς την αριστερή μεριά, εκεί ακούστηκαν πιο πολλοί πυροβολισμοί ακόμα.

Εισαγγελέας: Εξ επαφής είδατε κάποιον να πυροβολεί; “Στη συνέχεια πυροβόλησαν εξ’ επαφής”. Πόσοι τον πυροβόλησαν εξ επαφής; Εξ επαφής πως το εννοείτε; Ότι ήτανε πολύ κοντά με τον ίδιο;

[…]

Γεωργοπούλου: Ναι…

Εισαγγελέας: “Το άτομο το πιο κοντό που ήταν από την αριστερή πλευρά σε αυτόν που επιτέθηκε τον Μίχα – πυροβόλησε 3 με 4 φορές πάνω στον Μίχα ο οποίος έπεσε σαν τσουβάλι κάτω” . Τί εννοείτε;

Γεωργοπούλου: Ήταν η πρώτη φορά στη ζωή μου που είδα έναν άνθρωπο να πέφτει. Μου έκανε εντύπωση το πως έπεσε ένας άνθρωπος σε σχέση με αυτά που έχουμε δει στις ταινίες. Δεν είμαι ειδικός στο πως πέφτει ένας άνθρωπος.

Εισαγγελέας: Εντάξει το πώς έπεσε, σημασία έχει ποιος πυροβόλησε ποιον με βάση αυτά που είπατε.

Γεωργοπούλου: Ένας από τους ανθρώπους που ήταν στο πέρασμα [διακόπτεται ο λόγος της]

Εισαγγελέας: Είπατε τον πιο κοντό. Δείξτε στις φωτογραφίες ποιο εννοείτε.

Γεωργοπούλου: Δε μπορώ. Μου δείχνετε 3 διαφορετικά σημεία.

Εισαγγελέας: Άστε το σημείο. “Το άτομο που ήταν απ’ την αριστερή πλευρά σ’ αυτόν που επιτέθηκε στο Μίχα πυροβόλησε 3 με 4 φορές πάνω στο Μίχα ο οποίος έπεσε σαν τσουβάλι κάτω”.

Γεωργοπούλου: Αυτή τη στιγμή δε μπορώ να σας πω με βεβαιότητα ποιος είναι ποιος.

[…]

Πολιτική αγωγή: Στην πρώτη σας λοιπόν κατάθεση λέτε ότι βλέπετε τους δυο από τους τρεις ληστές “έχουν όλοι όπλα” λέτε – “και αφού πυροβολούν στον αέρα πυροβολούν εξ επαφής τον περιστατικό.”, εννοείτε αυτούς τους δυο που είναι πρώτοι εδώ; [δείχνει φωτογραφία από την έξοδο των ληστών]

Γεωργοπούλου: Και να μου τους ξαναδείξετε εσείς θα σας πω πάλι το ίδιο – Δε μπορώ να θυμηθώ ποιοι ήταν.

[…]

Πολιτική αγωγή: Λέτε λοιπόν στην πρώτη σας κατάθεση “ακριβώς στην πόρτα και ενώ οι περίοικοι φώναζαν «πέστε πάνω τους, πιάστε τους», εμφανίζεται ένας άνθρωπος 50-60 ετών – ήρθε πρόσωπο με πρόσωπο με τους ληστές – και εκείνοι αφού πυροβόλησαν στον αέρα – οι δυο εξ αυτών – μπόρεσα να δω ότι οι δυο από τους τρεις είχαν όπλα – στη συνέχεια πυροβόλησαν εξ επαφής πολλές φορές τον τυχαίο περιστατικό”. Εδώ στην πρώτη σας κατάθεση έχετε δει πολύ καλά τι έχει συμβεί, δίνετε και λεπτομέρειες Επιβεβαιώνετε αυτά που είχατε πει τότε;

Γεωργοπούλου: Δεν είμαι απόλυτα σίγουρη έτσι όπως μου το θέτετε, “αν είμαι σίγουρη” [διακόπτεται ο λόγος της]

Πολιτική αγωγή: Τότε ήσασταν σίγουρη που τα περιγράφατε;

Γεωργοπούλου: Μπορεί να ήταν και από το σοκ. Μπορεί να ήμουνα σε ταραχή.

 Πολιτική αγωγή: Για να δούμε λοιπόν τι έχετε πει γι αυτόν που γύρισε προς την πλευρά του θύματος. Σας ρωτάνε λοιπόν μετά στη δεύτερη κατάθεσή σας που έχετε δώσει να περιγράψετε το περιστατικό. Και λέτε λοιπόν “όταν έφτασαν στο σημείο της πορτούλας” – στην είσοδο δηλαδή της πλατείας – “σταμάτησαν και τότε ένα άτομο πιο μικρόσωμο από αυτούς – πιθανόν ο Μίχας- πήδηξε πάνω στον έναν από τους δυο ληστές – σε αυτόν με τα πιο σκούρα ρούχα”.

Γεωργοπούλου: Δε μπορώ να θυμηθώ τι ρούχα φορούσε αυτή τη στιγμή – αν μου το θέτετε έτσι, αλλά μπορώ να θυμηθώ ότι ήταν ο πρώτος εκ των τριών που ήταν στο πέρασμα.

Πολιτική αγωγή: Λοιπόν “αυτός σήκωσε το χέρι στον αέρα και πυροβόλησε πολλές φορές για εκφοβισμό”. Το θυμάστε αυτό;

Γεωργοπούλου: Μάλιστα.

Πολιτική αγωγή: “Δεν άκουσα συνομιλίες – το άτομο που ήταν απ’ την αριστερή πλευρά σε αυτό που επιτέθηκε ο Μίχας πυροβόλησε 3 με 4 φορές πάνω στο Μίχα ο οποίος έπεσε σαν τσουβάλι.”. Την θυμάστε αυτή τη σκηνή;

Γεωργοπούλου: Και να τη θυμάμαι δε μπορώ να σας την επιβεβαιώσω απόλυτα.

[…]

Ο συνήγορος κ. Παπαδάκης πριν προβεί σε ερωτήσεις προς την μάρτυρα επισημαίνει τον τρόπο εξέτασής της από την εισαγγελέα και την Πολιτική Αγωγή

Παπαδάκης:
Θέλω πριν την ρωτήσω να υποβάλλω μια επισήμανση στο δικαστήριο σας. Δεν παρενέβην καθόλου κατά τη διάρκεια της εξέτασης της κυρίας μάρτυρος από την κα Εισαγγελέα και την κα συνάδελφο. Νομίζω ότι γίνεται μια κακή χρήση της διάταξης του άρθρου 357 παράγραφος 4 του κώδικα ποινικής δικονομίας. Σύμφωνα με αυτήν, η κατάθεση του μάρτυρα στην προδιαδικασία χρησιμοποιείται προκειμένου να βοηθηθεί η μνήμη του ή να επισημανθούν αντιφάσεις. Δε λέει ο κώδικας ότι εκ προοιμίου ρωτάμε τον μάρτυρα, του λέμε τι είχε πει για να κατοχυρώσουμε ότι θα πει τα ίδια και μετά να τον βάλουμε να τα πει πιο εξειδικευμένα. Έγινε κατά σύστημα αυτό με ερωτήσεις οι οποίες εμπεριείχαν την απάντηση και πίεζαν τον μάρτυρα να πει ένα ναι ή ένα όχι. Η υπεράσπιση δε θέλει να πιεστεί κανένας μάρτυρας για να πει οτιδήποτε – δεν έχει να φοβηθεί αν η μάρτυρας αναγνωρίσει τον Α, τον Β ή τον Γ δράστη. Θεωρώ όμως ότι είναι λάθος ο τρόπος εξέτασης και σε άλλη μάρτυρα αν επαναληφθεί θα παρέμβουμε και θα ζητήσουμε να μην επιτραπεί αυτός ο τρόπος υποβολής ερωτήσεων. Η μάρτυρας λοιπόν πρέπει να απαντάει ελεύθερα.

Σε ερωτήσεις που έγιναν από τον συνήγορο κύριο Παπαδάκη η μάρτυρας ανέφερε ότι παρατήρησε ένα μαύρο αυτοκίνητο, καθώς πάρκαρε το δικό της, που της έκανε εντύπωση. Το αυτοκίνητο αυτό ήταν πεντακάθαρο τόσο καλογυαλισμένο σαν να είχε βγει από αντιπροσωπεία, σαν να το είχε κατεβάσει αλεξίπτωτο όπως χαρακτηριστικά κατέθεσε, λόγω της δουλειάς της (δουλεύει σε ενοικιάσεις αυτοκινήτων) της τράβηξε την προσοχή. Ήταν παρκαρισμένο σε σημείο που θα μπορούσε ανά πάσα στιγμή να φύγει, χωρίς να κάνει κίνηση παρκαρίσματος. Ήταν παρκαρισμένο σε σημείο που το ξέρουν λίγοι.Τέλος σε ερώτηση των συνηγόρων αν αναγνωρίζει κάποιον από τους δράστες στο πρόσωπο του Θεοφίλου, απάντησε κατηγορηματικά “όχι”.

Στη συνέχεια κατέθεσε η Ελένη Τσαγκάνη, η μοναδική μάρτυρας κατηγορίας που αναφέρει, ότι στην πρώτη της κατάθεση στην Πάρο της έδειξαν κάποιο καπέλο για ν’αναγνωρίσει.  Όπως θα φανεί παρακάτω όμως στην κατάθεσή της, περιπλέκει τα πράγματα, έρχεται σε αντιφάσεις και αναδεικνύεται για άλλη μια φορά πόσες ελλείψεις και περίεργες συνθήκες περιβάλλουν αυτό το περιβόητο καπέλο, που δεν έδειξε η αστυνομία σε κανέναν άλλον μάρτυρα κατηγορίας κατά την διάρκεια που κατέθετε, ούτε καν στους τραπεζοϋπαλλήλους που ήρθαν σε άμεση επαφή με τους ληστές.
Ιδιαίτερα σημαντικό όμως είναι και το γεγονός ότι παραδέχεται πως στην μετέπειτα κατάθεσή της στον εφέτη ανακριτή τον Οκτώβριο του 2012, της έδειξαν φωτογραφίες του κατηγορουμένου που είχε ήδη συλληφθεί, δεν τον αναγνώρισε αλλά κάτι τέτοιο δεν έχει καταγραφεί πουθενά στην κατάθεσή της ούτε καν έχει αναφερθεί ότι της έδειξαν φωτογραφίες.

Η κ. Τσαγκάνη όπως κατέθεσε, πήρε αρχικά μετά την ληστεία μόνη της στην αστυνομία τηλέφωνο καθώς είχε δει κάποιον, ενώ πήγαινε να πιει καφέ στην πλατεία, πάνω στο γεφυράκι, τον οποίο θεώρησε ύποπτο και που σύμφωνα με την περιγραφή της φορούσε λινό μακρυμάνικο σακάκι και καπέλο. Η ίδια δεν ήταν παρούσα στο σημείο της συμπλοκής έξω από την τράπεζα, δεν γνωρίζει κάτι περισσότερο επομένως για την ληστεία και τη δολοφονία.

Παπαδάκης : Θυμάστε τι ώρα καταθέσατε την ημέρα εκείνη;

Τσαγκάνη : Να σας πω…εγώ πήρα τηλέφωνο την ημέρα εκείνη και είπα δεν ξέρω αν έχει καμία σχέση με το γεγονός, αυτό που είδα αλλά θεωρώ κατά την αντίληψή μου ότι πρέπει να σας το αναφέρω. Μετά με πήραν τηλέφωνο από την ασφάλεια. Την άλλη μέρα πήγα.

Παπαδάκης : Την άλλη μέρα πού πήγατε;

Τσαγκάνη : Στη Νάουσα στο αστυνομικό τμήμα.

Παπαδάκης : Όχι την Παροικιά, στη Νάουσα;

Τσαγκάνη : Μετά ξαναπήγα και στην Παροικιά. Πήγα πρώτα στη Νάουσα εκεί μου δείξαν το καπέλο αν έμοιαζε με κείνο που είδα εγώ. Και μετά είπα αυτά που είναι γραμμένα και ύστερα από μια δυο μέρες με κάλεσαν στην Παροικιά, έδωσα κατάθεση και μετά με ξανακαλέσαν και έδωσα κατάθεση στον ανακριτή Εφετών στην Αθήνα.

Παπαδάκης : Κατά την δικογραφία υπάρχει μια κατάθεση στις 11 Αυγούστου στην Πάρο πράγματι, ημέρα Σάββατο, αλλά δεν ξέρω ποια από τις δύο μου λέτε, γιατί δεν διευκρινίζει. Την επόμενη μέρα πήγατε στη Νάουσα ή στην Παροικιά;

 

Τσαγκάνη : Όχι στη Νάουσα πήγα πρώτα.

Παπαδάκης : Την ίδια μέρα πήγατε και στη Νάουσα και στην Παροικιά;

Τσαγκάνη : όχι όχι μετά από δύο μέρες πήγα στην Παροικιά

Παπαδάκης : Αυτή δηλαδή που είναι στις 11/8, πού είναι;

Τσαγκάνη : Στη Νάουσα, στη Νάουσα. Αστυνομικό τμήμα Νάουσας δεν γράφει κύριε;

Παπαδάκης : Όχι γράφει μόνο Πάρος.

Τσαγκάνη : Στο αστυνομικό τμήμα Νάουσας.

Παπαδάκης : Ωραία στο αστυνομικό τμήμα Νάουσας. Τι θυμάστε γι’αυτό το καπέλο που σας έδειξαν;

Τσαγκάνη : Μου δείξαν ένα καπέλο, γιατί ανέφερα τον κύριο που είδα, τον περιέγραψα και τα λοιπά.

Παπαδάκης : Από τι απόσταση σας το έδειξαν; Πού ήταν;

Τσαγκάνη : Πολύ κοντά. Μου το φέρανε.

Παπαδάκης : Πώς σας το έφεραν; Με τα χέρια έτσι;

Τσαγκάνη : ε τι να κάνουμε τώρα;

Παπαδάκης : Λέω αν ήταν σε καμιά σακούλα σε καμιά συσκευασία.

Τσαγκάνη: Δεν…δεν…μπορεί να το βγάλαν και να μου το δείξαν σε μια σακούλα ήταν μέσα.

Παπαδάκης : Σε μια σακούλα ήταν και το έβγαλαν από τη σακούλα;

Τσαγκάνη: (προκλητικά και ειρωνικά) Ε μάλλον, ε μάλλον.

Παρέμβαση της Προέδρου

Πρόεδρος : Συγνώμη το έβγαλαν το καπέλο από τη σακούλα;

Τσαγκάνη : Μου φέραν ένα καπέλο, αν το βγαλαν πιο πριν, γιατί καθόμουν έτσι σ’ένα γραφείο (δείχνει πλάτη) και ήταν ένας αστυνομικός και έγραφε και γυρνάω και μου λέει μπορείτε να δείτε αυτό το καπέλο, τώρα αν το βγάλαν από τη σακούλα ή αν δεν το βγάλαν στη σακούλα δεν μπορώ να σας το πω.

Πρόεδρος : Ήταν μέσα στη σακούλα ή βγήκε από τη σακούλα;

Τσαγκάνη : Δεν μπορώ να σας το πω αυτό.

Παπαδάκης : μπορεί η μάρτυρας να ειρωνεύεται.

Τσαγκάνη : Δεν ειρωνεύομαι, συγνώμη καθόλου δεν ειρωνεύομαι.

Παπαδάκης : Το κάνετε από τη στιγμή που ξεκίνησα να σας ρωτάω. Λοιπόν απαντήστε σας παρακαλώ. Το κρατούσαν στα χέρια όταν σας το δείχναν, ναι ή ου;

Τσαγκάνη : Μου το φέραν έτσι ναι.

Παπαδάκης : Το κρατούσαν στα χέρια;

Τσαγκάνη : Συγνώμη δεν πρόσεξα κύριε αν το είχαν πάνω σ΄ένα ξυλάκι και μου το φέρανε.

 

Παρέμβαση Προέδρου :
Πρόεδρος : Το είδατε, θέλει να σας πει, το σχήμα του;

Τσαγκάνη : Βεβαίως πολύ καθαρά.

 

Πρόεδρος : Ήταν μέσα στη σακούλα, ή έξω από τη σακούλα;

Τσαγκάνη : Έξω από τη σακούλα.

Παπαδάκης : Αφού ήταν έξω από τη σακούλα, με το τι το έπιανε αυτός που το έδειχνε;

Τσαγκάνη : Πρέπει να το κράταγε με κάτι γιατί είχε γάντια. Γιατί φόραγαν γάντια δυο ψηλά άτομα που είδα μέσα.

Παπαδάκης : Αυτό λοιπόν σας το δείξανε, δεν το αναγνωρίσατε;

Τσαγκάνη : Όχι

[……]

Παπαρρούσου : Κυρία μάρτυρα, η δική σας συμβολή τώρα στην υπόθεση είναι επειδή είστε η μόνη που βλέπετε ένα καπέλο, μέσω του οποίου υποτιθεται ότι ταυτοποιήθηκε ο κατηγορούμενος …

Τσαγκάνη : α δεν γνωρίζω τίποτα γι’αυτό.

Παπαρρούσου : Δεν γνωρίζετε κάτι. Γι’αυτό σας ρωτούμε ειδικά για το καπέλο. […..]

Τσαγκάνη : συγνώμη αλλά εδώ είναι πολύ ξεκάθαρο και το χω πει πολλές φορές,  ότι αυτόν που είδα πάνω στο γεφυράκι, δεν έχω καμία σχέση μ’αυτά που λέτε …το καπέλο που φορούσε ήταν εκρού ζαχαρί δεν ήταν το ίδιο καπέλο, ήταν άλλο.  

Παπαρρούσου : Ήταν άλλο…Όμως εσείς μάλλον, μάλλον κατά μία άποψη, είδατε αυτό το καπέλο που αποτελεί το βασικό τεκμήριο σε τούτη εδώ την δικογραφία. Γι’αυτό σας ρωτάμε.

Εσείς το πιάσατε αυτό το καπέλο;

Τσαγκάνη : Όχι δεν το έπιασα.

Στη συνέχεια η μάρτυρας για κάποιο λόγο παρεμβαίνει και αρχίζει να μιλάει για φωτισμό, ότι αλλιώς φαινεται ένα χρώμα ενός καπέλου έξω στο φως κι αλλιώς μέσα και αλλιώς ο φωτισμός σε μια φωτογραφία.

Παπαρρούσου : Τις φωτογραφίες εννοείτε που σας έδειξε ο κύριος ανακριτής ;

Τσαγκάνη : Ναι

Παπαρρούσου : Φωτογραφία, του ήδη τότε συλληφθέντα κατηγορούμενου σας έδειξε;

Τσαγκάνη : Τι εννοείτε;

Παπαρρούσου : Γιατί είχε ήδη συλληφθεί, σας ρώτησε αν τον αναγνωρίζετε;

Τσαγκάνη : Δεν θυμαμαι.

Παπαρρούσου : Να πω κυρία Πρόεδρε, γιατί το ρωτάω. Γιατί πράγματι εδώ έχει συλληφθεί ο κατηγορούμενος και η κατάθεση της κυρίας δίδεται στον εφέτη ανακριτή 11 Οκτωβρίου του 2012 δεν ερωτάται η μάρτυρας, ή αν ερωτάται αυτό δεν έχει καταγραφεί, αν αναγνωρίζει τον κατηγορούμενο ναι ή οχι.

[……]

Η μάρτυρας αναφέρει ότι το είχε πει ότι αυτός που είδε δεν είχε καμία σχέση με τον κατηγορούμενο, ήταν διαφορετικός.
Παπαρρούσου : άρα σας έδειξαν κάποιες φωτογραφίες, το επιβεβαιώνετε, κάτι τέτοιο κυρία Πρόεδρε δεν καταγράφεται πουθενά στην κατάθεσή της. Παρεμβαίνει η Πρόεδρος και δείχνει στη μάρτυρα φωτογραφία του Θεοφίλου από τη σύλληψή του. Η μάρτυρας ξαναλέει όχι καμία σχέση μ’αυτόν που είχε δει.

Παπαρρούσου : ρωτηθήκατε και είπατε ότι δεν σας μοιάζει με τον κατηγορούμενο. Είπε δεν τον αναγνωρίζω, κι αυτό δεν έχει καταγραφεί πουθενά στην κατάθεση που δώσατε, ούτε μνημονεύεται η επίδειξη φωτογραφιών.


Ακολουθεί μια τραγελαφική αντίδραση της μάρτυρος η οποία προσπαθεί να υποδείξει στη συνήγορο πώς να χρησιμοποιήσει την μαρτυρία της και να μην πει όσα μόλις κατέθεσε για το θέμα του ανακριτή. Ακολουθούν γέλια και αντιδράσεις. Η μάρτυρας προσπαθεί ν’αλλάξει αυτό που είπε.

Η Πρόεδρος τη ρωτά : Τι εννοείτε να μην χρησιμοποιηθεί; Τι να μην χρησιμοποιηθεί;

Τσαγκάνη : Είπε η κυρία ότι εγώ είπα “δεν τον αναγνωρίζω”. Είπα δεν έχει σχέση μ’αυτόν που είδα.

Πρόεδρος : Αφού σας έδειξαν φωτογραφίες όμως;

Τσαγκάνη : Ναι.

[…….]

Οι συνήγοροι στη συνέχεια σχολίασαν με ουσιώδη τρόπο την κατάθεση της συγκεκριμένης μάρτυρος.

Παπαδάκης : Κάποια σχόλια για την κατάθεση της κα Τσαγανή. Είναι η μόνη μάρτυρας στην οποία κάποιο καπέλο επιδεικνύεται, στην διαδικασία της προανάκρισης στην Πάρο, έστω και την επόμενη ημέρα. Και γεννάται το ερώτημα, αυτό το καπέλο που η προανακριτική αρχή η πρώτη, η αστυνομία της Πάρου, το θεωρεί πειστήριο, γιατί δεν έχει καλέσει ούτε έναν από τους 19 μάρτυρες ντόπιους και τραπεζοϋπαλλήλους για να το δείξει, 19 από τους 26 που έχουν κληθεί ενώπιον σας, είναι τουλάχιστον άλλοι 10 που δεν έχουν κληθεί, ούτε στο δικαστήριο αυτό ούτε πρωτοδίκως και σε κανένα από αυτούς, μηδέν εξαιρουμένου, ούτε σ’αυτόν που υποτίθεται ότι το μάζεψε, αλλά το διέψευσε βεβαια εδώ στο δικαστήριο, στον Παφίτη, δεν κάλεσε για να δείξει αυτό το καπέλο, ενώ είχε την δικογραφία, από τις 10 μέχρι τις 18 Αυγούστου στα χέρια της και υπό την ευθύνη της μέχρι να την πάρει η αντιτρομοκρατική.

Αυτό είναι το ένα ζήτημα της δίκης, πάρα πολύ σοβαρό.
Το δεύτερο : Όταν ακούγεται ότι στον εφέτη ανακριτή της δείχνουν φωτογραφίες του κατηγορουμένου δεν τον αναγνωρίζει και αυτό δεν καταγράφεται, φαίνεται πως η ανάκριση δεν αποσκοπεί να βρει τον δράστη, αποσκοπεί να ενοχοποιήσει τον Θεοφίλου. Σε συνδυασμό αυτά τα δύο, νομίζω ότι δείχνουν την ποιότητα της ανάκρισης και της προανάκρισης η οποία έχει διεξαχθεί.

 

 Άννυ Παπαρρούσου  :  

 Απλώς ένα σχόλιο γι’αυτά που λέει η μάρτυς, τα οποία προκύπτουν κι από έγγραφα, η οποία βλέπει το καπέλο στις 11 του μηνός (Αυγούστου) έχουμε την αποστολή πειστηρίων που πραγματοποιείται από το αστυνομικό τμήμα της Πάρου στην ΔΕΕ,(Διευθυνση Εγκληματικών Ερευνών)  αυτή φέρει ημερομηνία 11 Αυγούστου του ‘12, αφορά άλλα ευρήματα, προχωράμε λοιπόν. 12 Αυγούστου του ‘12, δηλαδή μια ημέρα μετά υποτίθεται ότι απστέλνονται τα πειστήρια για εργαστηριακές εξετάσεις . Είναι έγγραφο που το έχετε στην δικογραφία σας στην πρώτη σελίδα λέει σχέδιο, αναφέρει το καπέλο ότι αποστέλλεται η δευτερη σελίδα αριθμημένη πάλι ως 3, που φέρει και τις υπογραφές των δύο, του παραδόντος και του παραλαμβόντος και μνημονεύει και την ώρα ακριβώς, αναφέρει λοιπόν ότι παραδόθηκε ένα καπέλο γκρι χρώματος και τα λοιπά. Έχουμε δύο φορές την ίδια εκδοχή αυτής της παράδοσης.

Αυτό τουλάχιστον που υπάρχει μέσα στη δικογραφία, είναι καινοφανές, εμάς που μας ενδιαφέρει να παρακολουθούμε επακριβώς την πορεία του πειστηρίου και να μη μας ξεφεύγει ούτε στιγμή, ποιος το χειρίστηκε, ποιος το παρέλαβε, ποιος το παρέδωσε, έχουμε μια τεράστια αμφιβολία για το τι έχει γίνει ως προς την διαδικασία αυτή, δεδομένου μάλιστα, ότι στις 10 του μηνός (Αυγούστου) αυθημερόν, την ίδια ημέρα της ληστείας, πηγαίνει η κυρία Λόλη, που υπηρετεί στην αντιτρομοκρατική και συλλέγει, αυτό είναι ασαφές, ή δείγμα από τα ευρήματα, ή το ίδιο το καπέλο το παίρνει μαζί της και φεύγει, αυτό δεν προκύπτει.

Είναι η πρώτη καταγραφή λοιπόν, ότι κάποιος είδε αυτό το καπέλο, το οποίο κάπου υπάρχει εκτός από την τράπεζα, σ’έναν χώρο που τον χειρίζονται αστυνομικοί. Και είναι ένα ζήτημα πώς θα αξιοποιήσετε και σεις αυτή την κατάθεση, 11 του μηνός το βλέπει, δεν ξέρουμε αυτό δεν καταγράφεται πουθενά, πού βρίσκεται το καπέλο, από την τράπεζα, που από καταθέσεις μαρτυρικές μαθαίνουμε ότι το φιλούσαν σ’ένα ντουλάπι κάπου, ήταν ακουμπισμένο σ’ένα γραφείο. Δεν έχουμε τη συνέχεια της πορείας του πειστηρίου αυτού καθόλου. Χάνεται. Ενώ από την δικογραφία έχουμε αντιφατικές πληροφορίες

 Στη συνέχεια ακολούθησε η κατάθεση της Εμμανουηλίδου Φωτεινής. Πρέπει να σημειωθεί εδώ, ότι στην συγκεκριμένη μάρτυρα είχε αναφερθεί η κ. Μίχα αδερφή του θύματος και είχε καταθέσει ότι αυτή της είχε πει πως το θύμα συνεπλάκη μ’έναν από τους ληστές που φορούσε καουμπόικο καπέλο και ότι εκείνος τον πυροβόλησε. Στην κατάθεσή της όμως η κ. Εμμανουηλίδου δεν επιβεβαίωσε κάτι τέτοιο, ούτε ανέφερε ότι είδε τι φορούσε αυτός που συνεπλάκη με το θύμα.  

Καταθέτοντας προχωρά σε αναλυτική περιγραφή των ληστών, τους οποίους όπως λέει είδε μέσα από τις γρίλιες της τράπεζας.
Έγινε φανερό από τον τρόπο που κατέθετε πως ήρθε ξεκάθαρα για να πει ότι αυτός που πυροβόλησε τον Μίχα ήταν αυτός που συνεπλάκη μαζί του. Η μάρτυρας έδινε λεπτομέρειες πολλές φορές άσχετες με τις ερωτήσεις που της έκαναν, ενώ επαναλάμβανε ότι δεν έχει διαβάσει την αρχική της κατάθεση, χωρίς όμως να ερωτηθεί για κάτι τέτοιο. Εν ολίγοις αναφέρει ότι είδε την συμπλοκή του θύματος μ’έναν από τους ληστές αλλά δεν θυμάται τι φορούσε αυτός που συνεπλάκη μαζί του.
Σε ερώτηση αν είδε καπέλο πεσμένο κάτω, αρχικά λέει “νομίζω”, όταν η Πρόεδρος επαναλαμβάνει την ερώτηση λέγοντάς της “εσείς το είδατε το καπέλο να πέφτει, το είδατε μετά κάτω;” η μάρτυρας λέει “όχι δεν ξέρω, δεν μπορώ να σας πω κάτι τέτοιο”.
Σε ερώτηση των συνηγόρων αν αναγνωρίζει στον Θεοφίλου κάποιον από τους ληστές, απαντά αρνητικά.

 Εν συνεχεία καταθέτει ο Γαβαλάς Βασίλης κάτοικος της Πάρου.

Ο μάρτυρας όπως ανέφερε βρισκόταν στην πλατεία έπινε καφέ στο γραφείο που βρισκόταν, άκουσε ότι γίνεται ληστεία και κάποιους πυροβολισμούς και βγήκε έξω. Είδε αρχικά να βγαίνουν δύο από την πόρτα και στον τελευταίο τον τρίτο που έβγαινε έπεσε πάνω του ο Μίχας. Σε ερώτηση πώς ήταν αυτός ο ληστής πάνω στον οποίο έπεσε ο Μίχας, απάντησε πως φορούσε μπλε ρούχα, φορούσε καπέλο αλλά όχι καουμπόικο.
Μετά τη συμπλοκή και τους πυροβολισμούς και αφού είχε πέσει ο Μίχας κάτω, τον πλησίασε και διαπίστωσε ότι είχε πεθάνει, τότε του έδωσε κάποιος ένα κινητό που υποτίθεται ότι είχε πέσει από τους ληστές και το παρέδωσε στην αστυνομία που ήρθε αργότερα.
Ο μάρτυρας τόνισε πως δεν μπορεί να ξέρει ποιος ήταν αυτός που πυροβόλησε τον Μίχα και δεν αναγνωρίζει στο πρόσωπο του Θεοφίλου κάποιον από τους δράστες, ούτε μετά όταν δημοσιοποιήθηκαν φωτογραφίες του κατηγορουμένου στην τηλεόραση και στον Τύπο άκουσε κάποιον να τον αναγνωρίζει.   

Η διαδικασία συνεχίζεται με την κατάθεση του κ. Μπατιστάτου κάτοικος Πάρου.

Ο Μπατιστάτος καταθέτει πως είδε κλειστές τις γρίλιες της τράπεζας και του είπε κάποιος που περνούσε ότι γίνεται ληστεία. Καθώς γύρισε λοιπόν να φύγει γιατί φοβήθηκε είδε λοξά να βγαίνουν τρία άτομα από την τράπεζα, κοντοστάθηκε και τότε εκείνοι πέρασαν από μπροστά του, σε απόσταση περίπου 5 μέτρα.
Καθώς στράφηκε για να πάει προς το κατάστημά του άκουσε μια φασαρία, γυρνώντας είδε τον Μίχα να χει πιάσει έναν από τους ληστές και να παλεύει μαζί του. Αυτός που ήρθε σε συμπλοκή με τον Μίχα αναφέρει ο μάρτυρας, είχε κοντό μαύρο μαλλί και μάλιστα ο κ. Μπατιστάτος την ώρα που καταθέτει δείχνει έναν αστυνομικό με έντονα μαύρα κοντά μαλλιά, που κάθεται δίπλα στον Θεοφίλου στο δικαστήριο και λέει “να σαν του αστυνομικού”. Δεν είδε πουθενά καπέλο στο χώρο όπως αναφέρει, σε ερώτηση του κ. Παπαδάκη, ούτε του έδειξαν ποτέ όταν κατέθετε κάποιο καπέλο. Οι αστυνομικοί έχουν φωτογραφήσει την περιοχή, μετά την ληστεία, μέχρι και τ’αποτσίγαρα φωτογράφησαν που ήταν κάτω, αλλά πουθενά δεν φαίνεται κάποιο καπέλο, επισημαίνει ο κ. Παπαδάκης,
Την αρχική του κατάθεση όπως είπε την έδωσε στο φούρνο του Μαργαρίτη, δεν του έδειξαν ούτε στις μετέπειτα καταθέσεις φωτογραφίες του Θεοφίλου αφού είχε συλληφθεί. Σε ερώτηση των συνηγόρων δήλωσε πως δεν τον αναγνωρίζει ούτε του θυμίζει κάτι ο κατηγορούμενος.

Ακολουθεί η κατάθεση της Ντετζονάι Άγκε, η οποία ήταν καθαρίστρια ξενοδοχείου στην Πάρο. Η κατάθεση της αφορούσε απλά το γεγονός ότι 3 μέρες, πριν την ληστεία είχε πάει κάποιος στο ξενοδοχείο, για να νοικιάσει ένα δωμάτιο, ο οποίος φορούσε καουμπόικο καπέλο και είχε γραμμή μούσι στο πηγούνι (όπως ο ληστής με το καουμπόικο καπέλο), ήταν πολύ ψηλός με φαρδιές πλάτες ηλικίας περίπου 39 με 40 ετών. Όταν ρωτήθηκε από τους συνηγόρους αν αναγνωρίζει τον Θεοφίλου με ιδιαίτερη έμφαση και ένταση είπε “ορκίζομαι στο θεό ότι πρώτη φορά τον είδα εδώ”.

Η ακροαματική διαδικασία κλείνει με την κατάθεση του Αργελά Κων/νου, ο οποίος έχει πάγκο λαϊκής. Όπως κατέθεσε τη μέρα της ληστείας ήταν στον πάγκο του, δεν είδε κάτι από την συμπλοκή και τους πυροβολισμούς από κοντά. Απλά πέρασε γρήγορα από μπροστά του ένα μαύρο αυτοκίνητο με 4 άτομα μέσα και ο οδηγός του αυτοκινήτου φορούσε μαύρα γυαλιά και είχε μούσι.
Μετά από το μαύρο αυτοκίνητο ακολούθησε όπως είπε, ένα βανάκι μπλε που έγραφε “πισίνες” και ήθελε να περάσει γρήγορα αλλά τον εμπόδιζε ένας συνάδελφος με το πάγκο του και τον καθυστερούσε γεγονός που οδήγησε σε μια μικρή φασαρία και βρίστηκαν.

Με τον κ. Αργελά ολοκληρώνονται οι καταθέσεις των μαρτύρων κατηγορίας. Η δίκη θα συνεχιστεί με την παρουσίαση εγγράφων της δικογραφίας και θα γίνει προσπάθεια να προβληθεί και το βίντεο της τράπεζας από την ληστεία, την Παρασκευή 17 /2 στην αίθουσα 120 Β στον 6ο όροφο στις 9πμ.

Ρεπορτάζ, σύνταξη : Giant & Σύλβια Βαρνάβα

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο