Έγκλημα, αλλά ακόμη η τιμωρία

 

Τέσσερα χρόνια μετά, η ελληνική Δικαιοσύνη δεν έχει ακόμη καταλήξει στην απόδοση των ποινικών ευθυνών για το κακούργημα της κατά συναυτουργίας διακεκριμένης περίπτωσης σωματικής κάκωσης, που είχε αποτέλεσμα τη βαριά σωματική βλάβη του θύματος. Αυτή είναι η ποινική δίωξη που ασκήθηκε σε βάρος τεσσάρων αστυνομικών, δύο χρόνια μετά το συμβάν, κι ύστερα από μήνυση την οποία υπέβαλε ο δικηγόρος της οικογένειας του θύματος, Θοδωρής Μαντάς. Σύμφωνα με την κατηγορία, «προς τιμωρία και εκφοβισμό του τον χτύπησαν με πρόθεση, επανειλημμένα, σε πολλά σημεία του σώματός του, με θλώντα άμβλεα όργανα (πιθανόν με σφιγμένες τις γροθιές τους), προκαλώντας του σοβαρά τραύματα και κυρίως βαριά κρανιοεγκεφαλική κάκωση».

Η μόνη έρευνα η οποία κατέληξε τάχιστα ήταν η ΕΔΕ που διενεργήθηκε τότε και απάλλαξε πανηγυρικά όλους τους εμπλεκόμενους αστυνομικούς, χωρίς καν αυτοί να κληθούν σε απολογία.

Οσο για το 38χρονο σήμερα θύμα, δεν είναι πλέον σε θέση να μιλήσει, υποφέρει από δυσχέρεια βάδισης, νοητική έκπτωση, κρίσεις επιληψίας, διαταραχές όρασης και μετατραυματική αμνησία! Η επιδείνωση μάλιστα της κατάστασής του είναι τόσο ραγδαία που εδώ και λίγο καιρό τελεί πλέον υπό δικαστική συμπαράσταση.

Τα απαλλακτικά βουλεύματα

Παρά όμως τις εισαγγελικές προτάσεις-καταπέλτη για τους κατηγορουμένους, ένα δικαστικό συμβούλιο αποφάνθηκε ότι οι ενδείξεις ενοχής σε βάρος των αστυνομικών δεν είναι ικανές να τους οδηγήσουν στο εδώλιο κι ένα άλλο, ότι η έφεση σε βάρος αυτού του πρώτου απαλλακτικού βουλεύματος έπρεπε να κηρυχθεί απαράδεκτη.

Πριν από περίπου ένα χρόνο η αρμόδια εισαγγελέας ζήτησε την παραπομπή τους αμφισβητώντας ευθέως, όχι μόνο τους ισχυρισμούς των αστυνομικών, αλλά και μαρτυρικές καταθέσεις που τους «απαλλάσσουν» από κάθε ευθύνη καθώς υποστηρίζουν ότι το θύμα «αυτοτραυματίστηκε» όταν στην προσπάθειά του να αποφύγει τη σύλληψη χτύπησε το κεφάλι του στον πάγκο ενός μπαρ.

Το περιστατικό έγινε το βράδυ της 22ας-5-2007, όταν αστυνομικοί, που ειδοποιήθηκαν από θαμώνες κεντρικής καφετέριας γιατί ενοχλούνταν από τον Χρονόπουλο, του έβαλαν χειροπέδες και τον οδήγησαν στο Α.Τ. Καλλιθέας. Από εκεί, 2,5 ώρες αργότερα, μεταφέρθηκε σε ημικωματώδη κατάσταση με ασθενοφόρο του ΕΚΑΒ στο νοσοκομείο, χειρουργήθηκε και μπήκε στην εντατική!

Οπως αναφέρει η εισαγγελέας, οι αστυνομικοί στην αρχή μιλούσαν για «χρήση ουσιών» (σ.σ.: τα σχετικά τεστ βγήκαν αρνητικά), ενώ ο αξιωματικός υπηρεσίας δίστασε να ενημερώσει τους γιατρούς για την ταυτότητά του, αν και τη γνώριζε από την προσαγωγή του. Ο Χρονόπουλος είχε άλλωστε πάνω του δίπλωμα οδήγησης (το οποίο βρήκαν και οι γιατροί)!

Κατά την εισαγγελέα, η εκδοχή ότι ο Χρονόπουλος χτύπησε μόνος του δεν είναι πειστική, καθώς ουδείς φέρεται να έδειξε το παραμικρό ενδιαφέρον για το χτύπημα αυτό. Στα αξιοπερίεργα επίσης της υπόθεσης η εισαγγελέας επισημαίνει και το γεγονός ότι οι αστυνομικοί κατέγραψαν το περιστατικό στα βιβλία τους τέσσερις ώρες μετά την προσαγωγή του και αφού πρώτα τους ζήτησαν πληροφορίες οι γιατροί του νοσοκομείου!

Κατά την παραπεμπτική πρόταση, το γεγονός ότι ο Χρονόπουλος εισήλθε στο τμήμα ψυχικώς διεγερμένος αλλά υγιής, χωρίς τραύματα, ενώ βγήκε σε ημικωματώδη κατάσταση με πολλαπλά τραύματα δεν μπορεί να εξηγηθεί παρά μόνο ως κακοποίησή του διά ξυλοδαρμού!

Κατά τους δικαστές όμως του πρώτου συμβουλίου, που εξέδωσε απαλλακτικό βούλευμα, «δεν προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις ενοχής των αστυνομικών αφού ουδείς μάρτυρας κατέθεσε ότι ο παθών κακοποιήθηκε από αυτούς κατά τη δέσμευση και προσαγωγή του στο τμήμα, καθώς και κατά την παραμονή του σ’ αυτό… και η κάκωση που υπέστη φέρεται να προήλθε από χτύπημα του κεφαλιού του στο μπαρ, το οποίο δεν εκτιμήθηκε ότι μπορεί να επιφέρει τέτοια αποτελέσματα».

Κατά του βουλεύματος αυτού ασκήθηκε έφεση τον Φεβρουάριο του 2011 από εισαγγελέα Εφετών, ο οποίος επίσης αναφέρεται λεπτομερώς στις αντιφάσεις και τις ασάφειες των αστυνομικών οργάνων. Το Συμβούλιο Εφετών που εξέτασε την υπόθεση εξέδωσε τον περασμένο Σεπτέμβριο βούλευμα με το οποίο επικυρώνεται το πρωτόδικο απαλλακτικό.

Στο σκεπτικό του αναφέρει ότι «η δήλωση στην έκθεση εφέσεως όπως είναι διατυπωμένη, ήτοι ότι “η ορθή εκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων οδηγεί στην κρίση ότι προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις που στηρίζουν την κατηγορία”, δεν συνιστά σαφή και ορισμένο λόγο έφεσης» κι αυτή πρέπει να κηρυχθεί απαράδεκτη.

Τον τελικό λόγο θα έχει πλέον ο Αρειος Πάγος, που θα συνεδριάσει σχετικά εν συμβουλίω, καθώς ήδη εισαγγελέας του Αρείου Πάγου άσκησε αναίρεση κατά του βουλεύματος του Συμβουλίου Εφετών.

 

 

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο