Συνέντευξη Μάριου Σεϊσίδη: 36 χρόνια κάθειρξη με μόνο στοιχείο το DNA

Ενημέρωση: Η εκδίκαση σε δεύτερο βαθμό της υπόθεσης του αναρχικού Μάριου Σεϊσίδη θα γίνει εξ αναβολής στις 21 Νοεμβρίου 2018

Στις 6 Ιουνίου 2018, δικάζεται σε δεύτερο βαθμό ο αναρχικός Μάριος Σεϊσίδης που είχε καταδικαστεί πρωτόδικα, τον Απρίλιο του 2017, σε 36 χρόνια κάθειρξη, για ληστεία και τρεις απόπειρες ανθρωποκτονίας, χωρίς καμμία αναγνώριση εκ μέρους των μαρτύρων κατηγορίας και με μόνο στοιχείο την ταύτιση ενός δείγματος DNA.

Το κατηγορητήριο είχε στηθεί εκ των προτέρων χωρίς στοιχεία. Με το δείγμα DNA οι αρχές είχαν συσχετίσει τον Μάριο Σεϊσίδη με την ληστεία σε υποκατάστημα της Εθνικής Τράπεζας στην οδό Σόλωνος το 2006. Τα ΜΜΕ και ιδίως κάποιοι γνωστοί αστυνομικοί συντάκτες, σε άμεση συνεργασία με την ΕΛ.ΑΣ., είχαν δημιουργήσει το σενάριο μιας δήθεν συμμορίας με τον ευφάνταστο τίτλο «Ληστές με τα Μαύρα». Τρία χρόνια μετά από εκείνη τη ληστεία, το 2009, ο τότε υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, είχε ανακοινώσει δημόσια την επικήρυξη των «Ληστών με τα Μαύρα» με 600.000€.

Το σενάριο της φανταστικής συμμορίας έχει καταπέσει ύστερα από σειρά άλλων δικαστηρίων, αφού όλοι οι κατηγορηθέντες ως «μέλη» της, αθωώθηκαν ως προς την κατηγορία συμμετοχής σε αυτήν.

Ακολουθεί η απομαγνητοφώνηση της συνέντευξης:


Στις 6 Ιουνίου δικάζεται σε δεύτερο βαθμό η λεγόμενη υπόθεση των «ληστών με τα μαύρα». Συνοπτικά, μια υπενθύμιση σε τί αφορούν οι κατηγορίες;

Οι κατηγορίες για τις οποίες δικάζομαι στις 6 Ιουνίου σε δεύτερο βαθμό, αφορούν στην απαλλοτρίωση της Εθνικής Τράπεζας στην οδό Σόλωνος τον Γενάρη του 2006, καθώς και απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά του φύλακα της τράπεζας και δύο Ειδικών Φρουρών, αστυνομικών.

Στο αρχικό κατηγορητήριο υπήρχαν κι άλλες κατηγορίες. Υπήρχαν άλλες 6 ληστείες τραπεζών,εγκληματική οργάνωση στα πλαίσια του 187, για τις οποίες αθωώθηκα από το πρωτόδικο δικαστήριο.

Θυμόμαστε όλοι το κλίμα που είχε δημιουργηθεί εκείνες τις ημέρες. Η επικύρηξη από τον ίδιο τον Μιχάλη Χρυσοχοΐδη – λεγόμενο και ως «πιό επιτυχημένο υπουργό Δ. Τάξης». Πόσο ρόλο έπαιξε αυτό το κλίμα για την φυγοδικία;

Σε καθεστώς παρανομίας βρισκόμουν – αρνούμενος να παραδώσω την ελευθερία μου στους διώκτες μου – καθότι, σαν αναρχικός, δεν είχα και δεν έχω καμμιά εμπιστοσύνη στην αστική δικαιοσύνη.

Το γεγονός όμως ότι επικυρηχθήκαμε το 2009, επιβεβαίωσε το ορθό της επιλογής μου αυτής γιατί ήταν ενδεικτικό των εκδικητικών προθέσεών τους. Σε μια εποχή που ο λαός βίωνε τη λαίλαπα των οικονομικών μέτρων, της φτώχειας και της ανεργίας, το αστικό κράτος προσέφερε 600.000€ σε όποιον έδινε την παραμικρή πληροφορία που θα οδηγούσε στον εντοπισμό μας. Σε μια κίνηση που θύμιζε εποχές Άγριας Δύσης, τα ανθρωποειδή που ακούν στο όνομα Χρυσοχοΐδης και Παπακωνσταντίνου, θα τολμήσουν να μας επικυρήξουν, χαρακτηρίζοντας εμένα και τους συντρόφους μου σαν ληστές και τρομοκράτες. Όμως αυτή η κίνησή τους δεν είχε κανένα αποτέλεσμα, γιατί η κοινωνία τούς γύρισε την πλάτη.

Αυτοί που παρασημοφορήθηκαν ως πιστοί εκφραστές της κατασταλτικής πολιτικής των Αμερικανών στη χώρα μας, αυτοί που συνέβαλαν στην εφαρμογή και επιβολή των Μνημονίων, δηλαδή της κοινωνικής καταστροφής που ζούμε μέχρι σήμερα, θα τολμήσουν να μας επικυρήξουν. Ακούγεται κάπως σαν ανέκδοτο αυτό.

Ποιό ήταν το βασικό στοιχείο που χρησιμοποιήθηκε για να κατηγορηθείς;

Το μοναδικό στοιχείο εμπλοκής μου στην υπόθεση ήταν ένα έγγραφο σταλμένο από έναν ειδικό εφέτη ανακριτή που ασχολείται με θέματα τρομοκρατίας, το οποίο μου κοινοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της δίκης και που ανέφερε την ταυτοποίηση του DNA μου με κάποια δείγματα DNA που, κατά τις αρχές, βρέθηκαν σ’ ένα όχημα μισό χιλιόμετρο μακρυά από την τράπεζα που είχε γίνει η ληστεία.

Μ’ αυτό το έγγραφο, κατά την κρίση του δικαστηρίου, ήταν αρκετό για να καταδικαστώ πρωτόδικα στην εξοντωτική ποινή των 36 χρόνων κάθειρξης, όχι μόνο για τη ληστεία στην οδό Σόλωνος, αλλά και για τρεις απόπειρες ανθρωποκτονίας κατά αστυνομικών. Χωρίς την παραμικρή αναγνώριση από τους μάρτυρες κατηγορίας, τους αστυνομικούς, ήρθε αυτή η κατάληξη της δίκης.

Θεωρώ πως η κατάληξη της δίκης στο πρωτόδικο δικαστήριο δεν ήταν καθόλου τυχαία: έπρεπε, πάση θυσία, να σωθεί το γόητρο των διωκτικών μηχανισμών, που τόσα χρόνια είχαν επενδύσει πάνω σ’ αυτή την υπόθεση και μετά από τις δύο αθωώσεις των δύο συντρόφων – αναφέρομαι στην περίπτωση του Σίμου Σεϊσίδη και του Γρηγόρη Τσιρώνη – είχε πληγεί ανεπανόρθωτα.

Πώς είχε γίνει η συλληψή σου και πώς παρουσιάστηκε;

Η σύλληψή μου έγινε στις 4 Αυγούστου 2016, σ’ ένα τυχαίο αστυνομικό μπλόκο λίγο έξω από τη Σπάρτη, καθοδόν για τις θερινές διακοπές μου, μαζί μου επίσης ήταν και ο σύντροφος Κώστας Σακκάς. Η σύλληψή μας ήταν επεισοδιακή, καθώς οι αστυνομικοί που μας καταδίωκαν έκριναν απαραίτητο ότι έπρεπε να μας πυροβολήσουν σε ευθεία βολή, δηλαδή στοχεύοντας καταπάνω μας, ευτυχώς χωρίς να μας τραυματίσουν, επειδή δεν υπακούσαμε στα σήματά τους, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι ήμασταν άοπλοι και ότι στο συγεκριμένο σημείο κυκλοφορούσε και κόσμος ανυποψίαστος. Εξάλλου δεν είναι η πρώτη φορά που οι ένστολοι φρουροί του κράτους πυροβολούν στο ψαχνό επειδή κάποιος δε σταμάτησε για τον ελέγξουν. Δεκάδες είναι οι νεκροί και τραυματίες από αστυνομικά πυρά τις τελευταίες δεκαετίες.

Η σύλληψή μας τότε είχε παρυσιαστεί από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όσο κι απ’ τον ίδιο τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, τον Τόσκα, ως μεγάλη επιτυχία των αστυνομικών αρχών.

Από ποιά στοιχεία, τόσο αυτής της υπόθεσης, όσο και άλλων, τεκμηριώνεται μια ιδεοληπτική εμμονή των αρχών και ιδίως των εισαγγελικών; Με άλλα λόγια, τί είναι αυτό που κάνει αυτές τις δίκες έντονα πολιτικές;

Το τελευταίο χρονικό διάστημα παρατηρείται μια έντονη κατασταλτική όξυνση των μηχανισμών. Κυρίως κατά του κινήματος. Με πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις την υπόθεση τη δικιά μου, την προσπάθεια αναίρεσης της αθωωτικής απόφασης του συντρόφου Τάσου Θεοφίλου και την εξοντωτική ποινή στους συντρόφους που κατηγορηθήκανε ως ατομικοί τρομοκράτες, εφαρμόζοντας για πρώτη φορά έτσι τον αντιτρομοκρατικό νόμο. Με τέτοιες αναβαθμίσεις το κράτος οχυρώνει το νομικό του οπλοστάσιο, σε μια προσπάθεια παράτασης της ομηρίας των αγωνιστών, τον παραδειγματισμό και τον εκφοβισμό στους πολίτες.

Τα media πόσο βασικό ρόλο έχουν παίξει στην κατασκευή των σεναρίων; Είναι αμφίδρομη η σχέση τους με τις αρχές; Θα μπορούσαμε να πούμε ότι σχηματίζουν ένα «αντιτρομοκρατικό μπλοκ» που λειτουργεί ως βιομηχανία πολιτικών διώξεων;

Τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης χειραγωγούν, καθώς εκπροσωπούν συγκεκριμένα οικονομικά και πολιτικά συμφέροντα, έχοντας ως πάγια τακτική τους την αλλοίωση της εκάστοτε πληροφορίας και την προσαρμογή της στα σχέδια των συμφερόντων αυτών. Έτσι, σε αγαστή συνεργασία με τις αρχές, μεταδίδουν ένα σωρό ανακρίβειες και συκοφαντίες γύρω από τους αγωνιστές και τη δράση τους, σε μια προσπάθειά τους να τους απομονώσουν από την υπόλοιπη κοινωνία και να διαστρεβλώσουν τις επιλογές τους. Έτσι παρουσιάζουν τον αδιαμεσολάβητο και αντιιεραρχικό αγώνα ως κάτι «παράνομο» που θα πρέπει μετά να καταδικαστεί με τη δημιουργία και εφαρμογή όλων αυτών των αντιτρομοκρατικών νόμων.

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο