Πέρα από κάθε «ισμό»: Η αναρχική ιδεολογία στην πανκ μουσική (Μέρος Τρίτο)

Διαβάστε επίσης: μέρος πρώτο | μέρος δεύτερο

Fifteen και βαθιά οικολογία

Σε σχέση με τη βαθιά οικολογία, υπάρχουν δύο κομμάτια που γράφτηκαν από τον Ott τα οποία ξεχωρίζουν για την ιδιαίτερα αναπτυγμένη εκφραστικότητα του στιχουργού. Το κομμάτι «Perfection» εμφανίζεται στον τρίτο δίσκο τους με τίτλο The Choice of a New Generation, που κυκλοφόρησε το 1993. Οι ιδέες που αγγίζει ο Ott αναμιγνύουν μία κριτική της ανθρώπινης αλαζονείας και της μόλυνσης του περιβάλλοντος με ζητήματα που βρίσκονται στην καρδιά της βαθιάς οικολογίας και του αναρχοπριμιτιβισμού:

The brain seems to think with enough manipulation
The brain could be master of the sea, the land, the sky
The poor little brain could not seem to realize
That no measure of intelligence that could ever improve upon…
The land is the land, the sky is the sky, the water belongs to all of us
And I can find no reason to mutilate our mother with fences and borders
And obsessive thinking, of proving our individuality
Yeah, we can put a man on the moon, but that won’t help us
When the ground’s too poisoned and there ain’t water enough
Left to grow our food («Perfection»)

Κι ενώ το αφηγητικό στυλ σε αυτο το τραγούδι δεν είναι τόσο ισχυρό όσο σε άλλα, το μήνυμά του είναι το ιδιο ηχηρό σε σχέση με άλλα στιχουργικά έργα, εμφανίζοντας ένα ενδιαφέρον αμάγαλμα μοντέρνου περιβαλλοντισμού και πνευματικότητας των Αυτόχθονων Αμερικανών, γεγονός που στους μεταγενέστερους δίσκους του συγκροτήματος θα αποκαλυφθεί ως ένα από τα κύρια προτερήματα της τραγουδοποιίας του Ott.

Οι μεσαίες στροφές του «Payback is Beautiful» προσφέρουν επίσης μία εξαιρετική εισαγωγή στην έννοια της βαθιάς οικολογίας και αναδεικνύουν ίσως την πιο περιεκτική έκφραση του τρόπου με τον οποίο ο Ott ερμηνεύει τα σφάλματα της ορθολογικής δυτικής σκέψης και την μετέπειτα φυσική καταστροφή που αυτή σπεύδει να δικαιολογήσει.
I’ve been thinking about how us people tend to think that Nature is here,
or Nature is there, or nature is in one place but not everywhere…
I guess we’re just too afraid to admit that streets are violence,
buildings are violence, and our lives are violence. («Payback is Beautiful»)

Εντός του πεδίου της σύγχρονης αναρχοπριμιτιβιστικής και βαθιάς φιλοσοφικής βιβλιογραφίας, παρατηρούνται κάποια σημεία που δύναται να διαγνώσουν τα προβλήματα της κοινωνίας τοσο περιεκτικά όσο το έχει καταφέρει ο Ott και γι αυτό πρέπει να σημειωθεί πως αρκετά από τα πολύ γνωστά γραφτά που ενστερνίζονται παρόμοιες οπτικές, δημοσιεύθηκαν πολλά χρόνια μετά την κυκλοφορία του δίσκου. Μέσα στο πεδίο του πανκ-ροκ, οι στίχοι του Ott είναι ένα ριζοσπαστικό στοιχείο σε ένα είδος μουσικής που κυριολεκτικά έχει καθοριστεί από την απόρριψη του status quo.

Κριτική της πανκ υποκουλτούρας

Η αναρχοπριμιτιβιστική φιλοσοφία των Fifteen εκπροσώπησε την πιο σταθερή και περιεκτική πολιτική ιδεολογία που είχε επικρατήσει στην πανκ ροκ σκηνή του Bay Area κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’90. Αρκετά συγκροτήματα επιδίωξαν απολίτικα θέματα με μεγάλη αποφασιστικότητα για μεγάλο μέρος της καριέρας τους, όπως οι Green Day, οι Mr. T Experience και οι Jawbreaker. Ο κατάλογος του πανκ συγκροτήματος Rancid περιέχει αρκετά τραγούδια με πολιτικό περιεχόμενο που σχετίζονται με ζητήματα που αφορούν την εργατική τάξη, με το τραγούδι «Harry Bridges» να αποτελεί το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα, αφού ο τίτλος αναφέρεται σε γνωστό Αυστραλο-Αμερικανό συνδικαλιστή. Από την πανκ ροκ μουσική της εποχής, ίσως μόνο οι J. Church (και οι Crimpshrine των οποίων ο Ott αποτέλεσε μέλος πριν την εισχώρησή του στους Fifteen) εξέφρασαν μία παρόμοια αντίληψη του κόσμου, παρά το γεγονός ότι το έκαναν σε μικρότερο βαθμό και βασίστηκαν περισσότερο σε αλληγορίες και μυθιστηρηματικού τύπου αφηγήσεις σε αντίθεση με μία νοηματικά ξεκάθαρη και περιεκτική γραφή.

Η πανκ ροκ σκηνή στο Berkeley στα τέλη της δεκαετίας του 80 και την αρχή της δεκαετίας του 90 είναι μία από τις πιο θρυλικές μουσικές σκηνές της πρόσφατης ιστορίας. Προσπάθειες να αναπαράξουν το DIY και την κοινωνική συνείδηση που αποτέλεσαν βάσεις αυτής της μουσικής, ιδιαίτερα στον μουσικό χώρο 924 Gilman Street, έχουν παρατηρηθεί σε αμέτρητες αμερικανικές και διεθνείς πόλεις. Οι απόψεις του Ott για την πόλη, όπως φαίνονται στο τραγούδι «Welcome to Berkeley» εκδηλώνουν την απέχθειά του για την ζωή στην πόλη και τα κοινωνικά προβλήματα που επικρατούν εκεί. Το μήνυμα που δίνει ο Ott στους ακροατές του είναι εντυπωσιακά διαφορετικό από αυτό άλλων συγκροτημάτων, που ενθάρρυναν τους ακροατές να δημιουργήσουν παρόμοιες σκηνές στις κοινότητές τους, ενώ ο Ott κατέρριπτε την αντίληψη του Berkeley ως μία γκλάμουρ μέκκα της πανκ και αντίθετα τους προέτρεπε στην διασφάλιση αυτάρκειας και αυτονομίας μέσω της ζωής στην επαρχία.

Η φιλοσοφική πεποίθηση που διαχωρίζει το μήνυμα του Οtt από το μήνυμα που προσπαθούν να περάσουν άλλα συγκροτήματα είναι κεντρική στην αναρχική σκέψη. Δεν προσπαθεί να κάνει τις πόλεις κοινωνικά ανεκτές και ισονομιστικές, αλλά τις εγκαταλείπει για ένα απλό τρόπο ζωής που συνδέεται με το φυσικό περιβάλλον και είναι απαλλαγμένος οσο το δυνατό περισσότερο από την εξουσία. Παρά το γεγονός ότι ο Οtt δεν αναλύει άμεσα την ιδέα ότι μία αριστερή εξουσιαστική κυβέρνηση παραμένει το ίδιο απεχθής με μία δεξιά αυταρχική κυβέρνηση, κάτι τέτοιο συμπεραίνεται εύκολα μετά από προσεκτική ανάλυση των θεματικών που καλύπτει το έργο του.

Το τραγούδι «Welcome to Berkeley» διαλύει βάναυσα την αφελή άποψη του πανκ ροκ τρόπου ζωής ως ουτοτοπικό, μία άποψη που είχαν αρκετοί άνθρωποι που μετέβησαν στο Bay Area και άλλες πόλεις με ακμάζουσες πανκ σκηνές στη δεκαετία του 90, για να βιώσουν τον ενθουσιασμό και την αποδοχή που πίστευαν ότι θα είχαν συμβιώνοντας στον ίδιο χώρο με άλλους ανθρώπους που διατηρούσαν την ίδια απέχθεια για την 40ωρη εβδομαδιαία εργασία και τις αξίες των γονιών τους, ενώ παράλληλα είχαν το ίδιο ντύσιμο και γούστο στη μουσική. Παρά το γεγονός ότι το «Welcome to Berkeley» δεν εμπεριέχει κάποια ξεκάθαρη πολιτική κριτική, τα τραγικά γεγονότα που τονίζουν οι στίχοι («I knew a boy who tried to stop a fight he got stabbed to death, I knew a girl who was fifteen years old she died of an overdose and no one seemed to notice») είναι μία συναισθηματική και προσωπική κατάθεση της σκοτεινής πλευράς της «πανκ χώρας των θαυμάτων» που ήταν τοσο ελκυστική για πολλούς νέους.

Το θέμα, που είναι η ψευδαίσθηση όσον αφορά το Berkeley και την ειδυλλιακή πανκ κουλτούρα στο αστικό περιβάλλον ως επιθυμητή εναλλακτική απέναντι στην προαστιακή αποξένωση της μεσαίας τάξης, είναι επίσης ορατό και στο τραγούδι «Violation II» που παρουσιαστηκε σε ένα προηγούμενο δίσκο. Αντί να επιβραβευτεί η ιδέα μίας «ασαφούς» ενότητας που σχετίζεται με συγκεκριμένα πανκ συγκροτήματα, το τραγούδι λέει: «Sun goes down in my town; Berkeley, California, sold me on too many dreams of justice and brotherhood…on too many dreams of peace on the earth in our time.» Εκτός από το κατηγορητήριο προς το Berkeley, το τραγούδι επίσης προσφέρει μία εξήγηση ως προς το τι αποτελεί παραβίαση της ατομικής αυτονομίας, μία ιδέα που βρίσκεται στον πυρήνα της αναρχοπριμιτιβιστικής ανάλυσης. Κι όπως πολύ τυπικά βλέπουμε σε πολλούς στίχους των Fifteen, μία σχετικά αντικειμενική κριτική αναπτύσσεται σε μία ολοκληρωμένη και προσεκτική ανάλυση του ζητήματος. Η δήλωση που έγινε στους στίχους ήταν «All people, every person, experiences violation when told what is right, and told what is wrong, and told what to do under threat of violent intimidation» θέτει το ζήτημα για τη φύση των κυβερνήσεων και των δημοκρατιών. Αυτή η ιδέα παρουσιάζεται και στο βιβλίο Endgame του Derrick Jensen το οποίο γράφτηκε μία δεκαετία αργότερα. Ο Derrick Jensen βραβεύτηκε ως άνθρωπος της χρονιάς για τη συγγραφή του βιβλίου αυτού που θεωρήθηκε ως «το πιο σημαντικό βιβλίο της δεκαετίας». Θεωρώ λοιπόν πως οι στίχοι των Fifteen πρέπει να εκτιμηθούν στον ίδιο βαθμό αφού προσπάθησαν πολύ νωρίτερα να μιλήσουν για κάτι ανάλογο όσον αφορά την ανθρώπινη εξέλιξη και τον πολιτισμό.

Όπως αναφέραμε προηγουμένως, οι Fifteen εξισορρόπησαν την κριτική της μοντέρνας κοινωνίας από μία αναρχοπριμιτιβιστική οπτική με κριτικές της πανκ υποκουλτούρας της οποίας αποτελούσαν κομμάτι. Η αντιμετώπιση των γυναικών από τους Fifteen στους στίχους τους είναι εντυπωσιακά διαφορετική σε σχέση με άλλα συγκροτήματα και τους κάνει να ξεχωρίζουν από άλλους μουσικούς. Παρά την απόρριψη αρκετών νόρμων της μέηνστριμ ποπ μουσικής αλλά και της κοινωνίας, οι έμφυλοι ρόλοι, ως επί το πλείστον, παρέμεναν ανέπαφοι σε μεγάλο μέρος της πανκ υποκουλτούρας. Οι γυναίκες ήταν, τυπικά άλλα όχι αποκλειστικά, συνδεδεμένες με την πανκ σκηνή μέσω των προσωπικών τους σχέσεων με άντρες μουσικούς. Μέσα στους στίχους, παρουσιάζονται είτε ως αντικείμενο πόθου είτε ως το αίτιο ψυχικής ωδύνης κάποιου άντρα. Αυτή η τάση έγινε ιδιαίτερα αισθητή στην ανερχόμενη «emo» σκηνή και παραμένει μέχρι σήμερα ένα μεγάλο σημείο διαμάχης ανάμεσα στην πανκ κοινότητα και τον φεμινισμό.

Στο μυαλό του Ott, όπως φαίνεται από τους στίχους του, οι γυναίκες δεν κατείχαν αυτούς τους ρόλους αλλά τονίζεται η παρουσία τους ως σημαντικά μέλη της ακτιβιστικής κοινότητας, είτε της πανκ είτε όχι, όπως για παράδειγμα όταν αναφέρθηκε στην περιβαλλοντική ακτιβίστρια Judi Bari με τους στίχους: «[I] Went to see Judi Bari talking about saving some Redwood trees and she sang some songs, she didn’t need electricity, she didn’t need to press up CDs, she didn’t have to make no booklets or sleeves, she didn’t have to kill nothing to say her piece». Η σεξουαλική κακοποίηση και η αντικειμενοποίηση της σεξουαλικότητας των γυναικών ήταν επίσης θέματα που απασχόλησαν τους Fifteen. Όμως, ίσως το καλύτερο παράδειγμα της ένστασης των Fifteen ως προς την μεταχείρηση των γυναικών στην πανκ μουσική είναι η ηχογράφιση του τραγουδιού των Jawbreaker «Kiss the Bottle» με διαφορετικούς στίχους και την μετατροπή του τίτλου σε «Kiss the Rockstar».

Έχοντας δεσμούς με τους Fifteen στην αρχή της καριέρας τους και όντας δραστήριοι στο Bay Area, οι Jawbreaker έγιναν ένα από πιο θρυλικά πανκ συγκροτήματα έχοντας επηρεάσει αμέτρητους μουσικούς στο απόγειο της συναισθηματικής και μελωδικής hardcore σκηνής στα τέλη της δεκαετίας του 90 και τις αρχές του 2000. Ο Ott άλλαξε τους στίχους του τραγουδιού ούτως ώστε να αμφισβητήσει τις αξίες της πανκ κουλτούρας που ενθάρυναν τις γυναίκες να αγκαλιάζουν τους ροκ σταρ και όχι τους εαυτούς τους. Η εξάρτηση από άλλους για αποδοχή και συναισθηματική ολοκλήρωση τείνει να οδηγεί σε μία άδεια ζωή, με βάση το αφήγημα του Ott. Εξετάζεται επίσης η οικονομική ηθική: «When you broke up it hurt so bad, so he wrote a pretty song, but girl you wrote it too. Can you tell me, why he gets royalties and you get nothing but your story?». Ο Ott συνεχίζει με την ενθάρυνση των γυναικών ακροατών να: «Get your own guitar, write your own songs, make your own band.» Κι ενώ η προσοχή που δίνεται σε θέματα που έχουν σχέση με τις γυναίκες φαίνεται σε ένα πολύ μικρό μέρος των στίχων του συγκροτήματος, εν τουτοις παρουσιάζεται ένας ριζοσπαστικά διαφορετικός τρόπος οπτικής των γυναικών μέσα και έξω από την σκηνή.

Οι απόψεις του Ott για την αρρενωπότητα επίσης έρχονται σε αντίθεση με αυτές που ενστερνίζονται πολλά άλλα συγκροτήματα που είναι ταυτόσημες με τις απόψεις της ποπ κουλτούρας και της μέηνστριμ αμερικανικής κοινωνίας. Όπως ο A.J. Metz, μέλος του πανκ μπλογκ και ραδιοφωνικού σταθμού DailySonic, ανέφερε, αρκετά πανκ συγκροτήματα στα τέλη της δεκαετίας του 80 και τις αρχές του 90 απέφευγαν τις πολιτικές συζητήσεις, «ποζάροντας απλά με αθλητική επιθετικότητα» επαναφέροντας έτσι παραδοσιακές εκδοχές του ματσισμού ως αποδεκτά χαρακτηριστικά των ανδρών εντός της πανκ-ροκ υποκουλτούρας.

Η προσέγγιση και ο ορισμός της αρρενωπότητας από τον Ott είναι εμφανείς σε διάφορα τραγούδια, αλλά πιο ξεκάθαρα φαίνονται στον τραγούδι «I Am a Man» από τον δίσκο «Lucky». Η φεμινιστική έννοια πως η ιδέα της εξουσίας πρέπει να εγκαταλειφθεί και να αντικατασταθεί από την ενδυνάμωση του εαυτού κυριαρχεί σε μεγάλο μέρος του τραγουδιού. Οι άλλοι στίχοι παραθέτουν τις υποχρεώσεις ενός άντρα: «A man should be mentally, physically,spiritually and emotionally available to his partner…to his children…to his community…to the other children in his community». Πολύ σπάνια μέσα σε οποιοδήποτε μουσικό είδος, θα παρατηρηθούν τόσο συγκεκριμένες εσηγήσεις ως προς το τι είναι αναμενόμενο από τους άντρες για να διασφαλιστεί η δική τους ευημερία αλλά και αυτή της οικογένειας και της κοινότητάς τους.

Αναρχοπάνκ: αντικουλτούρα εντός της υποκουλτούρας

Με αρκετές εξαιρέσεις, δύναται να θεωρηθεί πως η πανκ σκηνή στο σύνολό της ποτέ δεν είχε μία συνεκτική και αποδεκτή από όλους πολιτική φιλοσοφία. Από τις πρώτες της μέρες μέχρι σήμερα, ο μηδενισμός και η πολιτική απάθεια είναι οι κυρίαρχες απόψεις που εκφάζονται. Τα συγκροτήματα που επιχείρησαν να αναβαθμίσουν την πολιτική συζήτηση μέσω της μουσικής τους, συχνά το έκαναν χωρίς αναφορά σε κάποιο συγκείμενο, αποθαρρύνοντας έτσι την κριτική εξέταση των αιτιών πίσω από τα προβλήματα που επιχειρούσαν να προσεγγίσουν.

Στην περίπτωση της καμπάνιας για πολιτική δράση «Punkvoter», που διοργανώθηκε από τον Fat Mike, ιδιοκτήτη δισκογραφικής εταιρίας και μέλος του συγκροτήματος NOFX, στόχος ήταν η στήριξη του Δημοκρατικύ Κόμματος στις εκλογές και ο εμποδισμός του George W. Bush από την αμερικανική προεδρία. Μόνο ένα πολύ μικρό μέρος των κειμένων που εξέδοσε η εν λόγω καμπάνια προέβη σε ανάλυση των εγγενών προβλημάτων των δημοκρατιών και του κράτους ενώ παράλληλα προωθήθηκε, σε μία γενιά εν δυνάμει ψηφοφόρων, η ιδέα της «επιλογής» του κόμματος που είναι το «λιγότερο κακό».

Το Punkvoter δέχτηκε κριτική από την αναρχική συλλογικότητα CrimethInc., η οποία είχε ξεκινήσει την καμπάνια της «Don’t Just Vote, Get Active» ενθαρρύνοντας τον ακτιβισμό και τις αλλαγές στην κατανάλωση και τον τρόπο ζωής, αντί για την πλήρη στήριξη στην πολιτική αντιπροσώπευση ως ένα μέσο για κοινωνική αλλαγή. Όμως, αυτή η καμπάνια αργότερα θα δεχόταν πυρά από την αναρχική εφημερίδα Green Anarchy ως ακόμα μία έκφανση της «ατυχούς αδύναμης και απολίτικης θέσης του CrimethInc». (Aνώνυμος 2004).

Ο Ott, οι απόψεις του οποίου για το CrimethInc είναι γενικά θετικές, υποστήριξε την καμπάνια Punkvoter πιστεύοντας στην ικανότητά της να επιστρέψει την πολιτική, έστω την δικομματική πολιτική της αμερικανικής δημοκρατίας, στο πανκ ροκ.

«Υποστηρίζω απόλυτα το Punkvoter και περισσότερο από όλα νιώθω έκπληκτος από την εξέλιξη των Nofx. Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 πολλοί άνθρωποι στην πανκ σκηνή προσπαθούσαν να προωθήσουν την πολιτική απάθεια μέσω της μουσικής τους και είναι ωραίο να βλέπουμε ένα από τα κύρια συγκροτήματα που σχετίζονταν με αυτή την τάση να έχει αλλάξει ολοκληρωτικά.» ανέφερε ο Ott σε μία προσωπική μας επικοινωνία.

Παρά τη στήριξή του, ο Ott εξέφρασε τις επιφυλάξεις τους για τα κινήματα που προωθούν την ψήφο έναντι των βαθύτερων συζητήσεων για τη φύση των πολιτικών συστημάτων:

«Με το να εστιάζουμε στις εκλογές, φαίνεται πως προωθείται η ιδέα πως η ψήφος αποτελεί το μόνο μέσο συμμετοχής στη δημιουργία της συλλογικής μας πραγματικότητας. Προφανώς, η ψήφος δεν πραγματοποιεί αυτά που σου υποσχέθηκαν, αλλά σε κάνει να πιστεύεις πως «αυτή τη φορά θα τους δειξουμε».» (Από προσωπική επικοινωνία)

Η επιφυλακτική στήριξη του Ott στις εκλογές και κατ’ επέκταση στο κράτος, δεν είναι κάτι ασυνήθστο στην πανκ κοινότητα. Ο Jello Biafra, των πρώην Dead Kennedys, έπειτα από την υποψηφιότητά του για την προεδρεία του Πράσινου Κόμματος στις προεδρικές εκλογές του 2000, δηλωσε ότι δεν πιστεύει ότι οι άνθρωποι βρίσκονται αυτή τη στιγμή σε θέση να λειτουργήσουν με βάση τις αρχές της αναρχίας (Biafra 2000). Ο Biafra θεωρεί τον εαυτό του αναρχικό, αλλά πιστεύει ότι:

«Χρειαζόμαστε το κράτος να μεταφέρει τον πλούτο από αυτούς που τον έχουν συσσωρεύσει σε αυτούς που δεν έχουν τίποτα, να διασφαλίσει πως σημαντικά έργα θα ολοκληρωθούν και να σταματήσει τους ανθρώπους από το να κανουν κακο και να σκοτώνουν ο ένας τον αλλον.» (Biafra 2000)

Ο Jack Grisham, ακόμα μία αξιόλογη προσωπικότητα από τα πρώιμα χρόνια του πανκ ροκ στην Καλιφόρνια, ο οποίος τραγούδησε στο συγκρότημα T.S.O.L, εξέφρασε ανησυχίες όμοιες με αυτές που προανέφερε ο Biafra. Παρά το γεγονός ότι οι T.S.O.L έγραψαν και έπαιξαν αρκετά τραγούδια που εξέφραζαν αναρχικές θεωρίες όπως το «Abolish Government» και το «Property is Theft» και ο Grisham ήταν ένας ένθερμος υποστηρικτής της αναρχίας εκείνη την εποχή, φαίνεται πως με το πέρασμα του χρόνου εκφράζει μία απογοήτευση όσον αφορά την αναρχική θεωρία. Σε μία συνέντευξή του με την διαδικτυακή έκδοση του ZZZlist είπε:

«Αυτό που συνειδητοποίησα για την αναρχία είναι πως δεν είμαστε αρκετά υπεύθυνοι για να είμαστε αναρχικοί. Δεν είναι δυνατό. Δεν είμαστε αρκετά υπεύθυνοι για να είμαστε αυτό. Είναι μια βαριά έννοια.» (Grisham 2008)

Το γεγονός ότι το αναρχοπάνκ ή η πανκ μουσική που προωθεί την αναρχία ενυπάρχει ως μία μικρή αλλά ζωντανή σκηνή μέσα στη γενικότερη πανκ κοινότητα αποτελεί επαρκής απόδειξη πως η πανκ μουσική και η αναρχική σκέψη δεν ήταν ποτέ τόσο ταυτόσημες όσο πιστεύεται γενικότερα. Τα περιστατικά στα οποία οι αναρχοπάνκ μπάντες συνδέονται με αναρχική δράση ή με κάποια συγκεκριμένη συλλογικότητα είναι πολυδημοσιευμένα και παρουσιάζονται πάντα με υπερβολικό τρόπο, διαστρεβλώνοντας ακόμα περισσότερο τη δημόσια αντίληψη.

Η δισκογραφική εταιρία Plan-it-X έχει κυκλοφορήσει τους δίσκους πολλών δραστήριων και πλέον ανενεργών αναρχοπάνκ συγκροτημάτων και επανακυκλοφορησε αρκετούς δίσκους των Fifteen. Ο μοναδικός υπάλληλος της Plan-it-X, ο Chris Johnston, διαχειρίζεται την εταιρία με βάση την DIY ηθική, κάτι που δεν μπορεί να επικριθεί εύκολα. Ομοίως με αρκετούς από αυτούς που συμμετείχαν στην αναρχοπάνκ σκηνή μετά τη δεκαετία του 80 και σε αντίθεση με προσωπικότητες όπως ο Biafra, ο Grisham και ο Rimbaud, ο Johnston γνώρισε την αναρχία μέσα από την πανκ μουσική. Η Plan-it-X, που ιδρύθηκε το 1994, συνδέθηκε γρήγορα με την αναρχοπάνκ αναγέννηση που ξεκινούσε εκείνη την εποχή. Το CrimethInc. επισης ξεκινούσε να εγκαθιδρύεται ως καποιου ειδους οντότητα την ιδια περιοδο και η ενημέρωση για τη νέα συλλογικότητα έγινε γρήγορα μέσω της υπόγειας αναρχοπάνκ σκηνής. Το φανζίν Inside Front, που ανέλυε την αναρχική θεωρία και την hardcore πανκ μουσική, προσέδωσε την αρχική οργάνωση και την αναγκαία προσωπική δικτύωση που ώθησαν την εξέλιξη του CrimethInc και αποκρυστάλλωσαν τη σχέση ανάμεσα στο CrimethInc. και την αναρχοπάνκ σκηνή. Ο Johnston, γράφει: «Νομίζω πως οι άνθρωποι που πλαισίωναν την Plan-it-X και το CrimethInc. ήταν συχνά οι ίδιοι».

Ένα άρθρο στον ιστότοπο Αναρχικά Νέα είχε αναλύσει σε βάθος τα θετικά και τα αρνητικά της «αναρχικής υποκουλτούρας» της οποίας το CrimethInc. και η Plan-it X αποτελούν κεντρικά στοιχεία. «Συγκεκριμένα χαρακτηριστικά της αναρχικής υποκουλτούρας περιλαμβάνουν,» σύμφωνα με τον συγγραφέα, «το dumpster diving, την οδήγηση μηχανής, τις εκθέσεις βιβλίων, την εξερεύνηση της πόλης, το Crimethinc., τη χορτοφαγία, τη συμμετοχή στο Food Not Bombs, τις ανοιχτές ερωτικές σχέσεις, τις καταλήψεις, το άκουσμα ενός πολύ περιορισμένου είδους μουσικής και τα ταξίδια….Αυτά έχουν πλέον γίνει ταυτόσημα με την αναρχία. Οποιοσδήποτε τα εφαρμόζει μπορεί να θεωρηθεί ότι ανήκει στην «αναρχική υποκουλτούρα».» (Ανώνυμος 2008)

Το άρθρο συνεχίζει αναφέροντας τις πρακτικές ανησυχίες και τα φιλοσοφικά ζητήματα που προκύπτουν εντός της αναρχικής υποκουλτούρας. Κύριο ανάμεσά τους είναι η ιδέα πως η αναρχική υποκουλτούρα διευκολύνει την ικανότητα των ανθρώπων που δρουν εκ μέρους κρατικών οργανισμών, όπως το FBI, να εισχωρήσουν σε ομάδες που οργανώνουν άμεσες δράσες και να δημιουργήσουν ένα κατηγορητήριο ενάντια σε αυτούς τους ανθρώπους. Λέγοντας πως το υλικό που δημοσιεύεται από το CrimethInc. είναι το πιο εύκολα προσβάσιμο κομμάτι της αναρχικής βιβλιογραφίας, ο συγγραφέας παραθέτει την πιο κάτω κριτική:

«Η επίδραση που έχουν αυτά τα κείμενα είναι αδιαμφισβήτητη. Αλλά είναι αυτά τα κείμενα που συνέθεσαν την παρούσα «αναρχική υποκουλτούρα». Δεν γνωρίζω αν αυτή ήταν η αρχική πρόθεσή τους. Δεν ξέρω αν αυτό το αποτέλεσμα έχει γίνει αντιληπτό από τους δημιουργούς του. Αλλά αν δεν έχουν καταλάβει τι έκαναν, ελπίζω αυτό να γίνει ενοχλητικά ξεκάθαρο: η μαζική παραγωγή είναι τακτική του εχθρού. Το CrimethInc. δημιουργεί μία αναρχική μονοκουλτούρα. Και το κάνει συνεχίζοντας να υπάρχει ως CrimethInc.. Δημιουργούν μία ψευδή άισθηση ενότητας και κάνοντάς το αρνούνται το πιο βασικό στοιχείο της αναρχίας.» (Ανώνυμος, 2008)

Μία κριτική του Ramor Ryan στο έντυπο του CrimethInc. «Days of War, Nights of Love» του 2011, άσκησε επίσης κριτική στην κατεύθυνση που πήρε η συλλογικότητα όσον αφορά την εξάπλωση των αναρχικών ιδεών και την έλλειψη συγκειμένου σε πολλές δηλώσεις της για την αναρχία. Σε σχέση με την άποψη του CrimethInc. για την αναρχία, ο Ryan γράφει:

«Το CrimethInc. νιώθει την ανάγκη να αναστήσει τον αναρχισμό ‘ως μία προσωπική προσέγγιση της ζωής’. Εδώ δανείζονται όχι μόνο μία ιδέα, αλλά μία ιστορική τάση που ‘την προσαρμόζουν ανάλογα για τους δικούς τους σκοπούς’. ‘Ο αναρχισμός είναι η επαναστατική ιδέα ότι κανείς δεν είναι περισσότερο ικανός από σένα για να αποφασίσει τι θα κάνεις στη ζωή σου’. Υπάρχουν πολλοί ορισμοί του αναρχισμού αλλά το να μειώνουμε και να υποβιβάζουμε αυτές τις θεωρίες σε μία καθαρά προσωπική υπόθεση δεν αντιπροσωπεύει επάξια την πολυμορφία της θεώρησης αυτής. Ο αναρχισμός ως ιστορική τάση, ως μία μορφή αυτο-οργανωμένης αντιεξουσιαστικής κοινότητας εργατών είναι μία έννοια που το CrimethInc. έχει πετάξει έξω από το παράθυρο. Γι αυτούς πρόβλημα ειναι η εργασία κι όχι το πώς οργανώνονται οι εργάτες.» (Ryan 2004)

Είναι αμφίβολο εάν μία παρόμοια κριτική μπορεί να ασκηθεί στην Plan-it-X. Ο σχετικά μικρός αριθμός από CD, βινύλια και κασέτες που κυκλοφόρησαν από την εταιρία απέχουν πολύ από τη μαζική παραγωγή και η δισκογραφική εταιρία αποθαρρύνει την αναπαραγωγή μίας μονοκουλτούρας σε όλες τις εκφάνεις της, ακόμα και εντός της πανκ κοινότητας. Η πολυμορφία της μουσικής που παίζουν τα συγκροτήματα της δισκογραφικής είναι το πιο προφανές παράδειγμα της προσπάθειας της να αποθαρρύνει τον περιορισμό του αναρχο-πανκ ήχου σε ένα συγκεκριμένο στυλ μουσικής. Ο Johnston πιστεύει πως ο τρόπος που αναλύεται η αναρχία από τα συγκροτήματα της Plan-it-X, τα διαχωρίζει από προγούμενα συγκροτήματα που είχαν επικεντρωθεί στην συνειδητή προώθηση μιας πολύ συγκεκριμένης εικόνας και τη μονοκουλτούρα που έχει κατηγορηθεί πως προμοτάρει το CrimethInc. :

«συγκροτήματα όπως οι This Bike is a Pipe Bomb, οι Operation: Cliff Clavin και ειδικά οι Los Gatos Negros, εκφράζουν ένα σοβαρό αναρχικό λόγο, χωρίς να λένε τίποτα για την αναρχία. Τα περισσότερα συγκροτήματα έχουν μέλη που είναι αναρχικοί και έχουν ένα τρόπο ζωής που συνάδει με αυτά που λένε οι στίχοι τους.»

Παρόλα αυτά ο Johnston δεν διστάζει να τονίσει την εγκυρότητα της κριτικής που ασκήθηκε στο CrimethInc. και να αναλυσει διάφορες πτυχές της ανθρώπινης εμπειρίας στην οποία αναφέρεται η συλλογικότητα, όπως το γεγονός ότι η βιβλιογραφία του συχνά αγνοεί τους ορισμούς της οικογένειας και τη σημασία αυτής, παρουσιάζοντας ασαφείς ιδέες για μια αόριστη και εναλλασσόμενη κοινότητα:

«Η πρακτική του dumpster diving και οι μικροκλοπές από μαγαζιά δεν πρόκειται ποτέ να διαλύσουν το κράτος. Πιστεύω πολύ στην ιδέα της αυτάρκειας… Δεν είμαι σίγουρος για το αν η κοινότητα σκοτώνει την οικογένεια. Θεωρώ πως είναι μία προέκταση της. Η κοινότητα είναι σαν μία οικογένεια που μπορουμε να επιλέξουμε. Υποθέτω πως ίσως συμφωνήσω πως αγνοούν την ιδέα της οικογένειας κατα κάποιο τρόπο. Θα ήταν ενδιαφέρον να δούμε τις σκέψεις τους πάνω σε αυτό το θέμα. Λατρεύω την ιδέα της οικογένειας. Εύχομαι να είχα κι εγώ οικογένεια, να είχα ενα παππού και να ζούσα στο σπίτι του με την μητέρα και τον πατέρα μου, με τους αδερφούς μου και τις γυναίκες τους και τα παιδιά τους και να μπορούσαμε να δουλέψουμε όλοι μαζί για να επιβιώσουμε μέσα σε αυτή την καπιταλιστική κόλαση, αλλά δεν έχω. Η ιδέα της εκτεταμένης οικογένειας είναι πολύ καλή.» (Από προσωπική επικοινωνία)

Η προσωπική άποψη του Johnston για την αναρχία έχει κάποια κοινά με τις θέσεις των Grisham και Biafra και προχωράει συνοπτικά σε κάποιες αποσαφηνίσεις όσον αφορά κάποια πιο λεπτα σημεία της αναρχικής φιλοσοφίας που συχνά γίνονται αντιληπτά με εντελώς λάθος τρόπο από ανθρώπους που συμμετέχουν στην αναρχοπάνκ κοινοτητα κατά τα πρώτα στάδια εξοικείωσής τους με τις θεωρίες και τις έννοιες του αναρχισμού:

«Δε νομίζω ότι οι άνθρωποι γενικά έχουν υπάρξει αρκετά έξυπνοι για να ανταποκριθούν σε αυτό που απαιτείται από την αναρχία. Πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν άνθρωποι που χρειάζονται τάξη και καθοδήγηση στη ζωή τους. Πάντα θα υπάρχουν λιγότερο έξυπνοι άνθρωποι που δε θα μπορούν να επιτεύξουν αυτάρκεια. Πάντα θα υπάρχουν άνθρωποι τεμπέληδες ή κακοί. Όμως αυτά δεν μπορούν να μας στερήσουν το όνειρο του αναρχισμού. Η αναρχία δεν θα είναι μία ομαλή διαδικασία. Δεν είναι αυτός ο σκοπός. Ο σκοπός είναι ότι θα λειτουργεί χωρίς όρια. Θα λειτουργεί έτσι όπως θέλουμε εμείς. Η ιδέα είναι η ελευθερία, όχι η ουτοπία. Δεν πιστεύω σε κάποια αναρχική ουτοπία, απαλλαγμένη από συγκρούσεις, πόνο και εγκληματικότητα. Θέλω απλά να μπορώ να κάνω αυτό που θέλω και να κρίνομαι μόνο από αυτούς που βρίσκονται γύρω μου.» (Από προσωπική επικοινωνία).

Αυτή η ερμηνεία της αναρχίας είναι ίσως η πιο κοινή ανάμεσα στους συμμετέχοντες της αναρχικής υποκουλτούρας του CrimethInc. και της αναρχοπανκ σκηνής και είναι ορατή σε μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας και των στίχων που συναντάμε. Εάν αυτή είναι μία αναρχία συμβατή με την αναρχία που οραματίστηκαν οι αναρχικοί φιλόσοφοι και κατ’ επέκταση οι σύγχρονοι θεωρητικοί της αναρχίας που χρησιμοποίησαν τα έργα των πρώτων ως μία βάση για συζήτηση, είναι δύκολο να εξακριβωθεί. Για καλό και για κακό, κάθε άνθρωπος που συμμετέχει στην αναρχική υποκουλτούρα θα πρέπει να έχει αναπτύξει μία διαφορετική προσέγγιση από τους άλλους γύρω του, όπως και κάθε ακαδημαϊκός που μελετάει την αναρχία σε ένα ακαδημαϊκό πλαίσιο θα έχει βγάλει διαφορετικά συμπεράσματα από τους συναδέλφους του. Φυσικά, δεν μπορεί να υπάρξει ένα απόλυτο συμπέρασμα σε σχέση με την αλληλεπίδραση του αναρχοπάνκ και της αναρχικής υποκουλτούρας όσον αφορά την ακεραιότητα των ιδεών για την αναρχία και τις αξίες αυτής ως όχημα για την εξέλιξη της αναρχικής σκέψης και βιβλιογραφίας. Όμως, κάποια χαρακτηριστικά και συνθήκες που παρατηρήθηκαν παρέχουν απαντήσεις σε ερωτήματα που συχνά γίνονται όσον αφορά την πανκ μουσική και την αναρχία.

Η σχεδόν κοινότοπη δήλωση πως δεν είναι όλοι οι πανκ αναρχικοί και όλοι οι αναρχικοί δεν είναι πανκ, ίσως φανεί παράξενα απλή, όμως είναι αναγκαία επειδή διαλύει τις λάθος αντιλήψεις που έγιναν αποδεκτές από τη μέηνστριμ κοινωνία και τους συμμετέχοντες στην πανκ ή την αναρχική υποκουλτούρα. Ακόμα, η ποικιλομορφία των αντιλήψεων περί αναρχίας εντός της πανκ υποκουλτουρας από διάφορες μπάντες και φανζίν που είναι μέρος της κοινότητας, συμβάλλουν στον διάλογο και την ανταλλαγή ιδεών, όμως εμπόδισαν την δημιουργία διαχρονικών οργανώσεων με συνεκτικούς στόχους και την ανάπτυξη μίας βιβλιογραφίας που μπορεί να τεθεί σε εφαρμογή στο ευρύ φάσμα των ανθρώπων που συμμετέχουν στην πανκ κοινότητα.

Η ύπαρξη μίας ακμάζουσας υπόγειας αναρχοπάνκ σκηνής δεν αποτελεί απόδειξη του στενού δεσμού της μουσικής αυτής με την αναρχία, με τον ίδιο τρόπο που δεν αποδεικνύεται η σχέση της με το ρατσισμό λόγω της ύπαρξης πανκ συγκροτημάτων που μιλανε για «ανωτερότητα της λευκής φυλής». Όμως, είναι γεγονός ότι κάποια πανκ συγκροτήματα έγραψαν στίχους που λειτούργησαν ως μία εισαγωγή στις αναρχικές έννοιες για κάποιες γενιές ακροατών. Εάν οι στίχοι αυτοί θεωρηθούν ως μία γνήσια συμβολή στην αναρχική σκέψη τότε η εμβέλειά τους είναι απογοητευτική λόγω του μικρού αριθμού ακροατών που δύναται να επηρεαστούν από αυτά τα συγκροτήματα. Ωστόσο, το ποιοτικό αποτέλεσμα και η επίδραση αυτής της μουσικής στους νέους που συμμετέχουν στο αναρχικό κίνημα της Βορείου Αμερικής και στο εξωτερικό παραμένει αδύνατο να αξιολογηθεί.

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

3.3 3 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο