Ανάχωμα: ένα ποτάμι-όπλο για μια Ευρώπη-φρούριο

Συνέντευξη με την ομάδα παραγωγής του ντοκιμαντέρ

Όπως ανακοινώσαμε ήδη από τον περασμένο Νοέμβριο, το OmniaTV συνεργάζεται με την ομάδα παραγωγής του ντοκιμαντέρ ΑΝΑΧΩΜΑ (ANACHOMA), το οποίο έχει στόχο να κάνει την πρεμιέρα του τον ερχόμενο Μάιο.

Μιλήσαμε λοιπόν με τον Φίλιπ, τη Γιοχάννα και την Ρέκα, τρία μέλη της ομάδας παραγωγής του ντοκιμαντέρ. Μας εξέθεσαν τα σχέδιά τους για την ταινία, τους στόχους της, καθώς και το πώς μπορούμε να βοηθήσουμε.

***

Ερώτηση: Θα θέλαμε πρώτα να μας συστηθείτε. Από πού είστε, τι κάνετε και ποιος ο ρόλος καθεμιάς και καθενός σας στην παραγωγή του «Ανάχωμα»;

Γιοχάννα: Με λένε Γιοχάννα (Johanna Walk), είμαι από την Αυστρία και ζω στη Βιέννη, κατά διαστήματα, εδώ και επτά χρόνια. Κατάγομαι από τα δυτικά της Αυστρίας, οπότε είμαι βασικά Ελβετή. Δούλευα με πρόσφυγες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, από μικρό παιδί, καθώς η μαμά μου, η οποία σκηνοθετεί θέατρο, έκανε πολλά καλλιτεχνικά πρότζεκτ με πρόσφυγες. Παράλληλα, σπούδασα πολιτικές επιστήμες και δημοσιογραφία. Μπήκα στον ακτιβισμό γύρω από τα ανθρώπινα δικαιώματα και, πιο συγκεκριμένα, τα δικαιώματα των προσφύγων ενώ σπούδαζα στη Βιέννη. Κατόπιν πήγα στη Λέσβο και εκεί γνώρισα τον Φίλιπ.

Περίπου μισό χρόνο αργότερα, μου είπε πώς προχωρούσε με το «Ανάχωμα» και σκέφτηκα ότι θα μπορούσα να βοηθήσω. Ήταν μια μακρά διαδικασία για να βρω ποιος θα ήταν τελικά ο ρόλος μου σ’ αυτό. Αλλά τώρα με φωνάζουν «παραγωγό» [γέλια].

Ρέκα: Το όνομά μου είναι Ρέκα (Réka Novák). Κατάγομαι από την Ουγγαρία, αλλά τώρα ζω στη Βιέννη και έχω εργαστεί στον σχεδιασμό μέσων, δηλαδή κάνω κυρίως οπτικοακουστικές εγκαταστάσεις και video art. Από τότε που μετακόμισα στη Βιέννη, άρχισα το μεταπτυχιακό μου στον κοινωνικό σχεδιασμό (social design) και ασχολήθηκα, κυρίως, με την υποδομή αυτοοργανωμένων χώρων και πώς να κάνω τον πολιτισμό πιο συμμετοχικό. Τώρα, εργάζομαι εδώ, στον χώρο που βρισκόμαστε, το Althangrund

Είμαι η μια από τις δύο animators στο Ανάχωμα. Συμμετείχα αρκετά αργά σε αυτήν την παραγωγή, όταν καταλάβαμε – σε ένα διάλειμμα για τσιγάρο με τον Φίλιπ – ότι μπορώ να κάνω το animation. Και μετά χώθηκα. Από τότε, δημιουργώ animations που οπτικοποιούν, για παράδειγμα, έγγραφα, χάρτες, γραφήματα και άλλα.

Φίλιπ: Είμαι ο Φίλιπ (Philip Pollak), προέρχομαι από την ουγγρική μειονότητα στη Σλοβακία, μεγάλωσα εν μέρει στη Γερμανία και αργότερα επίσης στην Ουγγαρία. Οι σπουδές μου είναι στις πολιτικές επιστήμες και το μεταπτυχιακό μου στη δημόσια πολιτική και την ανθρώπινη ανάπτυξη, με εξειδίκευση στη μετανάστευση και, ειδικότερα, στην παράτυπη μετανάστευση.

Έτσι, πριν μπω στην διαδικασία για την ταινία, δούλευα για λίγο στις Βρυξέλλες ως βοηθός συνηγορίας στο ECDHR, στο Ευρωπαϊκό Κέντρο για τη Δημοκρατία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Η ταινία άρχισε να εμφανίζεται, ως κόνσεπτ, κυρίως κατά τη διάρκεια της παραμονής μου στην Ελλάδα, όπου έζησα για ένα έτος, από το 2020, όταν έμεινα αρχικά περίπου επτά μήνες στην Αθήνα, με την τότε σύντροφό μου. Εκείνη ξεκίνησε αμέσως να προσφέρει εθελοντικά στο καμπ στον Σκαραμαγκά και έτσι ασχολήθηκα όλο και περισσότερο με το ζήτημα.

Αργότερα, ένας από τους αγαπητούς συναδέλφους μου από εκεί έπιασε δουλειά στο Δανικό Συμβούλιο Προσφύγων (DRC) και, κατά τη διάρκεια της παραμονής του στη Θεσσαλονίκη, μου είπε όλο και περισσότερες ιστορίες για το τι συνέβαινε στο καμπ στα Διαβατά και ποιες είναι οι εμπειρίες των ανθρώπων που φτάνουν σε εκείνη την περιοχή στην Ελλάδα. Ενάμιση μήνα αργότερα, μάζεψα αρκετά χρήματα – ειρωνικά, από το δώρο Χριστουγέννων από τον τότε εργοδότη μου – για να ταξιδέψω στη Βόρεια Ελλάδα.

Έπειτα, πέρασα συνολικά περίπου δύο μήνες γύρω από την Αλεξανδρούπολη και τη Θεσσαλονίκη, πηγαίνοντας πέρα ​​δώθε, μέχρι την Ορεστιάδα – βασικά στον Πόρο, τις Φέρες, το Διδυμότειχο και λίγο και στο Σουφλί, ανάμεσα σε αυτές τις τοποθεσίες. Έκανα επίσης το δεύτερο μέρος στην άλλη πλευρά των συνόρων, στην Τουρκία, όλο το καλοκαίρι του 2021.

Η ταινία, αρχικά, προοριζόταν να είναι μια πολύ μικρότερη παραγωγή, για ένα περιοδικό που ξεκινήσαμε για την ουγγρική μειονότητα στη Σλοβακία, το Kompromisszum. Αργότερα, το 2021, καθώς επέστρεφα στη Σλοβακία από την Τουρκία, συνειδητοποίησα ότι έχω πάρα πολύ υλικό στα χέρια μου και ότι δεν έχω τα φόντα για να προχωρήσω περαιτέρω μόνος μου. Το Kompromisszum θα ήταν επίσης κάπως μικρό, τόσο από την άποψη των ανθρώπων που είναι διαθέσιμοι για να εργαστούν στην ταινία, όσο και ως πλατφόρμα δημοσίευσης.

Ο Φίλιπ Πόλακ και το Kompromisszum έχουν συμβάλει επίσης και στο κοινό ρεπορτάζ Mada Masr και OmniaTV για το ναυάγιο της Πύλου

Στη συνέχεια, όμως, χάρη στη δέσμευση ανθρώπων που ενδιαφέρθηκαν πολύ για την ταινία και μας έβαλαν σε διαφορετικές διαδρομές που μας επέτρεψαν να ερευνήσουμε βαθύτερα το πεδίο, εξελίχθηκε σε ταινία μεγάλου μήκους. Ξεκίνησε το post-production, ενώ γυρίζαμε ακόμη τις πρόσθετες συνεντεύξεις για το ντοκιμαντέρ. Καθώς τότε έμενα στις Βρυξέλλες, είχαμε την ευκαιρία να πάρουμε συνεντεύξεις από ευρωβουλευτές και να ζητήσουμε απαντήσεις από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τον FRONTEX για τις μετέπειτα εξελίξεις.

Ερώτηση: Γιατί επιλέξατε μια ελληνική λέξη, και γιατί τη συγκεκριμένη λέξη, «Ανάχωμα» (Anachoma), για τίτλο του ντοκιμαντέρ;

Φίλιπ: Ο τίτλος μου ήρθε από μόνος του, όταν εμβάθυνα στη διδακτορική διατριβή ενός εξαιρετικού ερευνητή, του Στέφανου Λεβίδη, ο οποίος είναι επικεφαλής των πρότζεκτ της Forensic Architecture στην Ελλάδα και είχαμε επίσης τη χαρά να του πάρουμε συνέντευξη. Σε ένα από τα κεφάλαια αυτού του σπουδαίου έργου αναφέρεται στον Έβρο ως «Το Ανάχωμα». Και στη συνέντευξη μας περιέγραψε πολύ καλά γιατί επέλεξε αυτόν τον τίτλο, γιατί είναι ένας συμβολικός και πυκνός όρος που περιγράφει την κατάσταση στις όχθες του Έβρου, δείχνοντας επίσης πώς τα χαρακτηριστικά του τοπίου μετατρέπονται σε όπλο με σκοπό την αποτροπή. Είναι μια περιεκτική λέξη που συνδέει όλα τα κομμάτια και δείχνει την πολυπλοκότητα του πλαισίου.

Κατά κύριο λόγο, λοιπόν, εγώ έκανα την επιλογή. Κάτι άλλο που επιδίωκα ήταν, αυτή η ταινία, ακόμη και από τον τίτλο της, να υποκλίνεται και στους ερευνητές που εργάζονται πάνω σ’ αυτά τα σύνορα για τουλάχιστον μια δεκαετία – κάποιοι πολύ περισσότερο – οι οποίοι μας έδωσαν πληρέστερη εικόνα για το θέμα, τόσο με τις συνεντεύξεις, όσο και με τις συμβουλές τους ως ειδικοί.

Ερώτηση: Ας πάμε λίγο στο ζήτημα της οπτικοποίησης. Πώς νιώθετε που δημιουργείτε οπτικές αφηγήσεις για κάτι που πολλοί θα μπορούσαν να υποστηρίξουν ότι είναι ήδη καλά τεκμηριωμένο, όπως οι παράνομες επαναπροωθήσεις στον Έβρο;

Γιοχάννα: Νομίζω ότι είναι λίγο δύσκολο, αυτή τη στιγμή, να έχει κανείς την πλήρη εικόνα της πραγματικότητας. Θέλω να πω, υπάρχει τόσο μεγάλος όγκος υλικού – μιλάμε για εκατοντάδες έγγραφα – που είναι πολύ δύσκολο να είναι εύληπτα για τον κόσμο. Είναι τεράστια η ποσότητα πληροφοριών που έχουμε συλλέξει.

Ταυτόχρονα όμως, το ντοκιμαντέρ είναι μια μορφή τέχνης. Είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρον και συναρπαστικό να παίρνεις υλικό που βασίζεται στον λόγο, όπως συνεντεύξεις – χωρίς πρόσωπα μερικές φορές – ή απλώς «ομιλούσες κεφαλές», ή έγγραφα που περιγράφουν τις πολιτικές και να τα μετατρέψεις σε κάτι το οποίο οι άνθρωποι μπορούν να προσλάβουν οπτικά. 

Κάτι άλλο που κάνει ενδιαφέρουσα τη διαδικασία, είναι η πίεση χρόνου: με δεδομένο ότι υπάρχει πολύ υλικό, είναι μερικές φορές πρόκληση να καταφέρεις να αφιερώσεις τον χρόνο που του αξίζει. Δεν είναι απλά μια διαδικασία παραγωγής, είναι και δημιουργική διαδικασία.

Φίλιπ: Δεδομένου ότι αναφέρατε πόσα πράγματα έχουν ήδη τεκμηριωθεί σχετικά με τις παράνομες επαναπροωθήσεις στον Έβρο – είναι άλλωστε κάτι που τροφοδοτεί τον κύκλο των ειδήσεων εδώ και αρκετό καιρό – μια πρόκληση που μας κίνησε το ενδιαφέρον είναι, μέσα από τη δουλειά των εξαιρετικών μας animators, της Ρέκα και της Αλίνα, να παρουσιάσουμε μια συνεκτική αφήγηση που περιλαμβάνει όλο το ζήτημα.

Το «Ανάχωμα» δεν είναι ένα ντοκιμαντέρ που αναδεικνύει, για παράδειγμα, μια συγκεκριμένη περίπτωση ή ένα μεμονωμένο περιστατικό. Η ταινία ενώνει όλα τα νήματα, συμπεριλαμβανομένου του τεράστιου κομματιού της έρευνας, που μέσα από την καίρια συμβολή της Ρέκα γίνεται ορατό και εύληπτο για τον θεατή. Αυτό βοηθά να κατανοήσουμε ότι, ακόμη και αν υπάρχει μια προσπάθεια νομιμοποίησης της πρακτικής, μέσα από τον λόγο Ελλήνων κυβερνητικών αξιωματούχων και της Δεξιάς, έχουμε την τεκμηρίωση που αποδεικνύει ότι αυτή η πρακτική δεν είναι μόνο ηθικά αμφίβολη, το λιγότερο, αλλά είναι και με βεβαιότητα παράνομη.

Η άλλη μεγάλη συνεισφορά της οπτικής αναπαράστασης έχει να κάνει με το ότι, δεδομένου ότι το δίκτυο διανομής της ταινίας είναι ευρύ, δεν είναι και πολύς ο κόσμος, εκτός Ελλάδας, που ξέρει για τον Έβρο. Ακόμα κι αν έχουν ακούσει για παράνομες επαναπροωθήσεις, μιλάμε για αποσπάσματα ειδήσεων 15 δευτερολέπτων, για κάποιο μεμονωμένο γεγονός. Αυτό δεν βοηθάει στη σωστή κατανόηση των λεπτομερειών ή των ζητημάτων που συνθέτουν το θέμα.

Για εμάς – ιδιαίτερα για μένα, στη διαδικασία συγγραφής του σεναρίου – ήταν μεγάλη πρόκληση να προκύψει ένα μωσαϊκό που θα βγει ως ενιαίο, συνεκτικό αποτέλεσμα, το οποίο αγγίζει όλα τα στοιχεία του θέματος. Να είναι αρθρωμένο με έναν οπτικά ευχάριστο τρόπο, που βοηθάει να γίνει κατανοητό πώς εξελίσσεται η ιστορία των επαναπροωθήσεων: από το σημείο διέλευσης των συνόρων, στη σύλληψη, στην επαναπροώθηση και τις συνέπειές της. Και να γίνει με τέτοιο τρόπο ώστε, οι άνθρωποι που δεν έχουν ακούσει κάτι σχετικό πριν, να έχουν επίσης τη δυνατότητα να αντιληφθούν τι πραγματικά συμβαίνει.

Ρέκα: Για παράδειγμα, στην Ουγγαρία υπάρχει διαρκώς μια συζήτηση για τη μετανάστευση, αλλά ποτέ δεν είναι στην πραγματικότητα συγκεκριμένη. Είναι απλά ένα είδος τοποθετήσεων, «πω, πω, έρχεται κόσμος!» και δεν αγγίζει τις ρίζες του ζητήματος. Δεν γίνεται καμία σύνδεση με τους πραγματικούς ανθρώπους για τους οποίους μιλάμε, τους ανθρώπους που έφυγαν από τις χώρες τους. Οπότε υπάρχει σίγουρα ένας λόγος που απουσιάζει από αυτή τη συζήτηση, η οποία είναι πολύ σημαντικό να γίνει σε πολλές χώρες.

Ερώτηση: Μιας και αναφερθήκατε στην Ουγγαρία: είναι γνωστή για τις παραβιάσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε όλους τους τομείς – είναι η μόνη χώρα όπου ο FRONTEX υποχρεώθηκε να αναστείλει τη λειτουργία του. Ταυτόχρονα, η Αυστρία βρίσκεται στον πυρήνα της Ευρώπης και, από πολλές απόψεις, έχει ενεργοποιήσει τον μηχανισμό επαναπροωθήσεων, εκπαιδεύοντας και στέλνοντας αστυνομικές δυνάμεις. Πώς νιώθετε κάνοντας ένα ντοκιμαντέρ για κάτι που συμβαίνει μακριά, αλλά εξακολουθεί να είναι συνδεδεμένο με τις χώρες σας;

Γιοχάννα: Ναι, η Αυστρία παίζει σημαντικό ρόλο στο θέμα. Η Δεξιά αρχίζει τώρα να ενσωματώνει στις θέσεις της την ανοιχτή νομιμοποίηση των επαναπροωθήσεων. Η Αυστρία έχει αναπτύξει ένοπλα σώματα στα σύνορα με την Ουγγαρία, ιδιαίτερα το 2020, αλλά εξακολουθεί να τα έχει αυτήν τη στιγμή. Επίσης η Αυστρία είναι διάσημη – ή μάλλον διαβόητη – για τις αλυσιδωτές επαναπροωθήσεις. Εδώ λοιπόν ξεκινούν όλα, όταν οι άνθρωποι απωθούνται από την Αυστρία πίσω στην Ουγγαρία και μετά καταλήγουν πίσω στη Βουλγαρία.

Ο πρώην καγκελάριός μας, Κουρτς, ήταν από τους πρώτους που ζήτησαν ανοιχτά να κλείσουν τα σύνορα. Περηφανεύεται για το γεγονός ότι έκλεισε τη «βαλκανική οδό» και το ότι έχτισε την Ευρώπη-Φρούριο, που είναι η βάση της αύξησης των επαναπροωθήσεων στο επίπεδο που βρίσκονται σήμερα. Έτσι, ανεξάρτητα από το πόσο μακριά είναι η Ελλάδα, αυτό το θέμα εξακολουθεί να είναι πολύ αυστριακό και οικείο.

Φίλιπ: Αν θέλουμε να πούμε για την Ουγγαρία, νομίζω ότι θα μας πάρει κάνα τρίωρο, θέλει ξεχωριστή συνέντευξη [γέλια]. Ας πούμε όμως μερικά πράγματα, επιγραμματικά. 

Η συζήτηση γύρω από τη μετανάστευση στην Ουγγαρία μόνο θλιβερή είναι, τα τελευταία τουλάχιστον οκτώ χρόνια. Αυτό που χαρακτηρίζει γενικά την κυβέρνηση του κόμματος “Fidesz” και τον Βίκτορ Ορμπάν, είναι ότι είναι πολύ καλοί στο να εντοπίζουν ένα θέμα με κάποια απήχηση σε ένα μέρος του πληθυσμού, το οποίο θέμα μπορούν να εκμεταλλευτούν και στη συνέχεια να μεγεθύνουν σε βαθμό που αντηχεί πολύ πέρα ​​από την αρχική παρόρμηση του πληθυσμού. Το έχουν κάνει με την ομοφοβία, για παράδειγμα. Και, φυσικά, ο αρχέγονος αποπομπαίος τράγος για όλα τα προβλήματα, είναι η μετανάστευση. Είναι λοιπόν ο άσσος στο μανίκι του Ορμπάν για τις συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση, είναι το νούμερο ένα πολιτικό ζήτημα, με το οποίο επίσης η Αριστερά ή οποιαδήποτε οργάνωση ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενοχοποιείται μόνο και μόνο επειδή αντιδρά στις απίστευτα βίαιες πρακτικές της αντιμεταναστευτικής πολιτικής.

Οι πρόσφατες υποθέσεις ποινικοποίησης της αλληλεγγύης από τις ελληνικές κυβερνήσεις έχουν προκαλέσει διεθνή κατακραυγή, όπως π.χ. στην περίπτωση των 24 αλληλέγγυων που κατηγορήθηκαν για κατασκοπεία

Θέλω επίσης να προσθέσω κάτι για τον όρο «ορμπανοποίηση», ο οποίος χρησιμοποιήθηκε αρκετά για να περιγράψει την Αυστρία υπό τον Κουρτς. Είναι κάπως θλιβερό ότι ο καλύτερος μαθητής της «σχολής Ορμπάν» είναι στην πραγματικότητα η τρέχουσα κυβέρνησή σας στην Ελλάδα. Βλέπουμε ότι στην Ελλάδα εφαρμόζεται και χειροτερεύει η ίδια συμπεριφορά που βλέπουμε εδώ, ενάντια στο έργο πολιτικών οργανώσεων και κάθε είδους οργάνωσης που δραστηριοποιείται στη βοήθεια προς μετανάστες/πρόσφυγες. Σε κάποιες περιπτώσεις, η Ελλάδα έχει υπερβεί την ποινικοποίηση που αντιμετωπίζουν ακόμα και οι οργανώσεις στην Ουγγαρία.

Όσον αφορά στην κατάσταση στα σύνορα της Ουγγαρίας, δεν είναι μόνο ότι το καθεστώς αυτό είναι ηθικά μεμπτό, όπως είπαμε νωρίτερα. Είναι επίσης και το γεγονός ότι συνεχίζει να υπάρχει και να λειτουργεί σε μια χώρα που η σχετική της νομοθεσία έχει επισημανθεί ως ασύμβατη με το δίκαιο της Ε.Ε. και υπάρχει γι’ αυτό απόφαση, σε ισχύ, από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Παρόλ’ αυτά, η πολιτική αυτή συνεχίζεται.

Έτσι, οι επαναπροωθήσεις στην Ουγγαρία, από πολλές απόψεις, δεν είναι μια κρυφή, παράνομη μορφή δράσης, που να χρειάζεται να συγκαλυφθεί, όπως είναι στην Ελλάδα ή στην Αυστρία. Η νομοθεσία της Ουγγαρίας, η οποία έχει αλλάξει, επιτρέπει τη συνέχιση αυτής της πρακτικής σε καθημερινό επίπεδο, σχεδόν σαν καλή πρακτική. Η ουγγρική αστυνομία δημοσιεύει εβδομαδιαία στατιστικά στοιχεία, που δεν είναι τίποτε άλλο από τα στατιστικά των επαναπροωθήσεων, τα οποία αποκαλούν «αποτροπές στα σύνορα». Το γεγονός ότι πρόκειται για επαναπροωθήσεις τεκμηριώνεται, για παράδειγμα, από οργανώσεις που παρακολουθούν τακτικά αυτά τα συμβάντα στα σύνορα Σερβίας-Ουγγαρίας, όπως η “No Name Kitchen”, που είναι επίσης μέρος του ευρύτερου Δικτύου Παρακολούθησης Συνοριακής Βίας (Border Violence Monitoring Network – BVMN).

Αυτό σημαίνει ότι στην Ουγγαρία παρατηρούμε όλη αυτή τη διαδικασία μετασχηματισμού – της εύρεσης ενός θέματος που μπορεί να χρησιμεύσει ως αποπομπαίος τράγος για να τραβήξει την προσοχή μακριά από άλλα πολιτικά ζητήματα, για τα οποία στην πραγματικότητα το Fidesz ή ο Βίκτορ Ορμπάν θα δέχονταν πολιτικά πυρά. Εργάζονται μεθοδικά πάνω στην περαιτέρω διάλυση της κοινωνίας των πολιτών την ίδια στιγμή που η παραβίαση των συνταγματικών δικαιωμάτων – καθώς ήδη παραβιάζονται τα ευρωπαϊκά δικαιώματα – εξακολουθεί να είναι ο κανόνας καθημερινά.

Αντίστοιχα συμβαίνουν και στη Σλοβακία. Όπως είπα, προέρχομαι από την ουγγρική μειονότητα στη Σλοβακία. Είδαμε ότι στις πολύ πρόσφατες σλοβακικές εκλογές ο Ρόμπερτ Φίτσο κέρδισε ξανά την πρωθυπουργία. Το κύριο θέμα στο οποίο βασίστηκε η εκστρατεία του ήταν επίσης η αντιμεταναστευτική πολιτική. Και είδαμε, αμέσως μετά την άνοδό του, πολιτοφυλακές με τον ίδιο τρόπο που το είδαμε στον Έβρο το καλοκαίρι που μας πέρασε: διάφοροι έκαναν περιπολίες στα σύνορα, απήγαγαν ανθρώπους και τους παρέδιδαν στην αστυνομία προσπαθώντας, βασικά, να κάνουν όσο μπορούσαν τη ζωή τους πιο δύσκολη.

Οι ακροδεξιοί στις κυβερνήσεις, ακόμα κι αν δεν δηλώνουν ακροδεξιοί, μαθαίνουν γρήγορα ο ένας από τον άλλον, επωάζουν τις ίδιες ιδέες, αλλά και τη μεθοδολογία για το πώς να σπρώξουν αυτές τις ιδέες σε μια μορφή νομιμοποίησης.

Βλέπουμε, άρα, και πόσο συνδέονται αυτά τα θέματα, τόσο ως προς τον λόγο που εκφέρεται, όσο και ως προς τις εξελίξεις που προκαλεί. Και βλέπουμε επίσης ότι ακροδεξιές ομάδες ή ακροδεξιοί σε κυβερνήσεις, ακόμα κι αν δεν δηλώνουν ακροδεξιοί, μαθαίνουν γρήγορα ο ένας από τον άλλον, επωάζουν τις ίδιες ιδέες, αλλά και τη μεθοδολογία για το πώς να σπρώξουν αυτές τις ιδέες σε μια μορφή νομιμοποίησης. Σε αυτό το άθλημα, φυσικά, η Ουγγαρία είναι πρωταθλήτρια, εισάγοντας στον νόμο την πρόβλεψη να μη μπορεί καν να έχει το δικαίωμα κανείς να υποβάλει αίτημα ασύλου αφού περάσει τα σύνορα.

Είχαμε κάνει, ως Kompromisszum μια εξαιρετική συζήτηση με τη συμμετοχή ατόμων από το Ουγγρικό Παρατηρητήριο Συμφωνιών του Ελσίνκι, που ασχολούνται με τα σύνορα για περισσότερο από μια δεκαετία και είναι ένας από τους λίγους οργανισμούς στην Ουγγαρία που ασχολούνται πραγματικά με αυτό το θέμα, τόσο σε επίπεδο νομικής βοήθειας όσο και σε επίπεδο καταγραφής. Και ήταν, ίσως, μια από τις πιο απελπιστικές συζητήσεις που είχα, εδώ και πολύ καιρό, παρόλο που ξέρουμε κι εσείς κι εγώ ότι η ενασχόληση με τον Έβρο ήδη δεν είναι δα κι ευχάριστο θέμα. Έλεγαν λοιπόν ότι, αφ’ ενός δεν έχουν πρόσβαση σε πληροφορίες, λόγω περιορισμών από τη διακυβέρνηση και της ελλιπούς ελευθερίας του Τύπου. Αφ’ ετέρου, ότι πολλοί από τους ανθρώπους που θα μπορούσαν να συζητήσουν αυτό το θέμα – τόσο εδώ στην Ουγγαρία όσο και στη Σλοβακία – δεν ασχολούνται με αυτό, φοβούμενοι πιθανή πολιτική θύελλα. 

Αν και η Ουγγαρία είναι στη θέση 72, η Ελλάδα είναι αρκετά χαμηλότερα στην κατάταξη των RSF για την ελευθερία του Τύπου, στη θέση 107.

Οπότε, μιλώντας από τη σκοπιά της χώρας μου, ήταν και είναι πολύ σημαντικό – για εμένα προσωπικά – να κάνω αυτήν την ταινία. Ίσως και γιατί μπορεί να κάνει κατανοητό στον κόσμο ότι η «φιλομεταναστευτική ΕΕ που θέλει να διαλύσει το έθνος μας» – στην οποία αναφέρεται συνεχώς η κυβέρνηση του Βίκτορ Ορμπάν – δεν υπάρχει στ’ αλήθεια.

Ρέκα: Θα ήθελα απλώς να προσθέσω ότι στην Ουγγαρία – τουλάχιστον – η συζήτηση για αυτό το θέμα δεν είναι πραγματικά μια ενημερωμένη συζήτηση. Είναι μια συναισθηματική συζήτηση. Και νομίζω ότι είναι σημαντικό να έχουμε αυτό το πραγματικά τεκμηριωμένο ντοκιμαντέρ, γιατί η συζήτηση που κάνουμε στην Ουγγαρία βασίζεται σε μεγάλο βαθμό σε συναισθήματα, προκαταλήψεις και φόβο τις περισσότερες φορές. Δεν είναι ένας παραγωγικός τρόπος προσέγγισης του θέματος.

Ερώτηση: Μπορείτε να ξεχωρίσετε μία πρόκληση – από τη διαδικασία δημιουργίας αυτής της ταινίας – την οποία θα ήθελε καθεμιά και καθένας από εσάς να μοιραστεί μαζί μας;

Φίλιπ: Δεδομένου ότι, όταν άρχισα τα γυρίσματα, μόνος μου, στην ελληνική πλευρά, δεν είχα την κατάλληλη εμπειρία και δεν είχα την πολυτέλεια να έχω μαζί μου φίξερ, τα γυρίσματα σε αυτό το μέρος ήταν μάλλον δύσκολα. Καθώς το μεγαλύτερο μέρος της περιοχής γύρω από τον ποταμό Έβρο είναι στρατιωτική ζώνη, ένας πολίτης, όπως εγώ, δεν περνάει απαρατήρητος. Κατά καιρούς προέκυπταν προβλήματα, όταν ήθελα να πλησιάσω ή να έχω καλύτερη εικόνα του εδάφους. Δεδομένου ότι πραγματικά δεν είχα χρήματα, το να θέλω να κινούμαι στην περιοχή χωρίς αυτοκίνητο και, όσο γίνεται, απαρατήρητος, ήταν μια πρόκληση. Καθώς γύριζα την περιοχή και δεν έδειχνα και πολύ Έλληνας και προσπαθούσα να βιντεοσκοπήσω, αυτά προκαλούσαν ερωτήσεις από διάφορους. Ωστόσο, πρέπει να πω ότι είμαι πολύ χαρούμενος και πολύ τυχερός που δεν αντιμετώπισα μεγαλύτερα προβλήματα, δεδομένης της μεταχείρισης ορισμένων από τους συναδέλφους μας σε πολλές περιπτώσεις που δεν έκαναν τίποτα άλλο από το να ήθελαν να καταγράψουν ορισμένα γεγονότα στην περιοχή. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα, το να σε αποτρέπουν και να σε ανακρίνουν, μερικές φορές, είτε η αστυνομία είτε ο στρατός, είναι σχετικά νορμάλ.

Το ότι είναι δύσκολη η πρόσβαση στην εικόνα που, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, τεκμηριώνει τα περιστατικά επαναπροωθήσεων, είναι κάτι που φαίνεται και μέσα στην ταινία. Εδώ πρέπει να αναφερθώ ξανά στην υπέροχη δουλειά του Στέφανου Λεβίδη και όλων όσες και όσοι εργάζονται στη Forensic Architecture, που καταγράφουν ακριβώς αυτά τα δεδομένα για έναν χώρο που διαφορετικά δεν θα μπορούσε να αναπαρασταθεί. Και είμαστε πολύ τυχεροί που είχαν την ευγένεια να μας παραχωρήσουν τη χρήση μέρους του υλικού τους για την ταινία. 

Γιοχάννα: Δεδομένου ότι μπήκα στην παραγωγή σε μεταγενέστερο στάδιο και γύρισα μόνο κάποια πλάνα και τις τελευταίες δύο συνεντεύξεις, ένα χρόνο αργότερα, μπορώ να πω ότι επωφελήθηκα από την εμπειρία του Φίλιπ και έμεινα σε κάποια απόσταση από τέτοια προβλήματα. Είχα μια συζήτηση με μερικούς Τούρκους αστυνομικούς στην Κωνσταντινούπολη, αλλά τελείωσε χωρίς ιδιαίτερα δράματα. Ευτυχώς.

Η δική μου πρόκληση ήταν να κοιτάξω τον τεράστιο όγκο του υλικού και να το διαχειριστώ όλο αυτό. Και θυμάμαι όταν πήγα στις Βρυξέλλες για λίγες μέρες, για να μπορέσουμε πραγματικά να κάτσουμε, να χτενίσουμε το υλικό και να βρούμε μια ιστορία που θα ξέμπλεκε αυτό το χάος. Έπρεπε να βρούμε από πού να ξεκινήσουμε, σε τι να δώσουμε προτεραιότητα και αυτή είναι μια διαρκής διαδικασία και για τους δυο μας, δεδομένου επίσης ότι είμαστε καινούργιοι σ’ αυτό. Κανένα πτυχίο δημοσιογραφίας ή πολιτικής επιστήμης δεν σε προετοιμάζει για ένα έργο τέτοιας κλίμακας και όγκου. Ναι, νομίζω ότι αυτή ήταν η πρόκληση για μένα.

Ρέκα: Εγώ είμαι στην πολύ άνετη θέση του να πρέπει απλώς να κάθομαι σε ένα γραφείο και, βασικά, μου σέρβιραν το σενάριο έτοιμο, οπότε αυτό το κομμάτι ήταν πολύ εύκολο για μένα. Αυτό που είναι το πιο δύσκολο πράγμα, νομίζω, είναι η διαχείριση χρόνου. Είναι κάτι πολύ βαρετό σαν δυσκολία, το ξέρω. Αλλά είναι εύκολο να πέσεις σε αυτή την κλασική κατάσταση, των νεαρών αριστερών, που αναλαμβάνεις πάρα πολλά και μετά πρέπει να βρεις χρόνο για όλα αυτά γιατί είναι όλα πολύ, πολύ σημαντικά.

Οπότε είναι αναγκαίο να εξισορροπήσω τις εργασίες και να ορίσω τις ώρες δουλειάς μου με τρόπο που να μπορώ να κοιμάμαι. Όπως είπα, αυτή είναι μια πολύ βαρετή πρόκληση. Δεν έχω κάποιες μεγάλες εμπειρίες από τα γυρίσματα, αλλά αυτό συμβαίνει επειδή οι άλλοι έκαναν ήδη καταπληκτική δουλειά κι έτσι μπόρεσα να συμμετάσχω σε αυτό, το παρακάτω στάδιο και να αναλάβω την εργασία με σχετική ευκολία.

Ερώτηση: Γιατί crowdfunding, ειδικά για ένα ντοκιμαντέρ με δύσκολο θέμα όπως τα pushbacks; Έχετε σκεφτεί ότι μπορεί να υπάρχουν άτομα που ενδιαφέρονται για το θέμα αλλά δε μπορούν να συμβάλουν, ενώ όσοι θα είχαν χρήματα να ξοδέψουν είναι πιο πιθανό να μην ενδιαφέρονται για ένα τέτοιο ντοκιμαντέρ; Ήταν μια επιλογή που έγινε λόγω έκτακτης ανάγκης ή επειδή θέλατε να έχετε την ελευθερία να δείξετε το θέμα όπως εσείς θέλετε;

Φίλιπ: Στην αρχή βασιστήκαμε πολύ σε μια εξωτερική χρηματοδότηση που περιμέναμε για μεγάλο χρονικό διάστημα. Αλλά αυτό μας φέρνει τη στιγμή που είχαμε ήδη επενδύσει πάρα πολύ στο έργο, με τον τρόπο που μόλις περιέγραψε η Γιοχάννα: αυτές τις ώρες και ώρες και ώρες που χτενίζαμε το υλικό, βρίσκοντας την αφηγηματική βάση, με υπέροχους ανθρώπους που συνεργάζονται πάνω στην παραγωγή. Και φαινόταν να είναι να είναι πολύ μεγάλο μείον, να μην προσπαθήσουμε να στηρίξουμε τη δουλειά μας με όποιον τρόπο μπορούμε να βρούμε. Έτσι, είμαι στην ευχάριστη θέση να πω ότι δεν βασιζόμαστε αποκλειστικά στο crowdfunding, αλλά είναι μια ενδιάμεση στήριξη που μας δίνει τη δυνατότητα να συνεχίσουμε τη δουλειά μας μέχρι να προκύψουν άλλες δυνατότητες.

Ωστόσο, αυτό που μας έδωσε αισιοδοξία για το crowdfunding είναι, όχι μόνο η κοινότητα των ανθρώπων που εργάζονται ενεργά για την ίδια την ταινία, αλλά και το γεγονός ότι πολλές σπουδαίες ομάδες στάθηκαν στο πλάι μας ως συνεργάτες. Άλλες αποφάσισαν να μοιραστούν το υλικό στα δικά τους μέσα κοινωνικής δικτύωσης, άλλες μας βοηθούν να οργανώνουμε εκδηλώσεις στους χώρους τους ή και, ακόμα περισσότερο, ο χώρος γραφείων που καθόμαστε εδώ αυτή τη στιγμή, στο Althangrund στη Βιέννη, είναι ένας εξαιρετικός χώρος επειδή είναι ένα υπέροχο πολιτιστικό κέντρο. Εδώ, πολύς κόσμος έρχεται και αναμιγνύεται και μπορούμε να οργανώσουμε τις εκδηλώσεις μας και να δουλεύουμε σ’ αυτό τον χώρο, βασικά δωρεάν, κάτι που είναι εξαιρετικό, συν το γεγονός ότι διευρύνεται έτσι το δίκτυό μας. Εδώ συνάντησα, για παράδειγμα, τη Ρέκα που έγινε animator της ταινίας. Εδώ ήρθαμε επίσης σε επαφή με τους υπέροχους ανθρώπους μιας οργάνωσης, της Unter Palmen, που προσφέρθηκε να μεταδώσει την πρώτη εκδήλωση που διοργανώσαμε, με τη συμμετοχή των Fayad Mulla και της Natalie Gruber – προς τους οποίους είμαστε επίσης απίστευτα ευγνώμονες.

Όσον αφορά αυτό που είπατε, για τους ανθρώπους που δεν θα συνεισέφεραν, το φοβόμουν κι εγώ πολύ αυτό. Για να είμαι ειλικρινής, στην αρχή περίμενα μικρές δωρεές, π.χ. 5€ ή 10€. Αλλά τελικά, έχουμε σχετικά μικρό αριθμό δωρητών, που όμως κάνουν γενναίες δωρεές: είναι πολύ περίεργο για μένα να βλέπω ότι έχουμε δωρεές 50, 100, 150 ευρώ κατά καιρούς. Αυτό προέρχεται από άτομα που μπορεί να έχουν ακούσει κάτι για το θέμα και, στη συνέχεια, ελπίζουμε, πέτυχαν το υλικό που δημοσιεύουμε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσής μας. Π.χ., αυτά τα teaser που ετοιμάζαμε για κάθε Δευτέρα. Δουλειά που κάναμε και οργανώσαμε μαζί με την Γιοχάννα και τη διαχειρίστρια των σόσιαλ του ντοκιμαντέρ, την Μπαζίλια.

Όσο βαρετό κι αν ακούγεται, είναι κουραστικό να κάνεις crowdfunding για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα, με αυτό το επίπεδο αφοσίωσης. Η Μπαζίλια έχει κάνει εκπληκτική δουλειά σε αυτό. Και φαίνεται να αποδίδει, καθώς αρχικά έχουμε στόχο 6000€ που μπορεί να μη πετύχουμε αλλά φτάσαμε ήδη στα μισά. Τα σχόλια από τους ανθρώπους που παρακολούθησαν τις εκδηλώσεις μας μέχρι στιγμής και που, ακολουθούν το Ανάχωμα στα σόσιαλ, είναι επίσης πολύ θετικά.

Κάπου εδώ, δεν θα μπορούσα να συνεχίσω χωρίς να αναφέρω το άτομο που δημιούργησε την ιστοσελίδα, έναν πολύ αγαπητό φίλο μου, τον Λάσλο (László Bukai), που είχε φτιάξει επίσης και τον ιστότοπο για το Kompromisszum, ο οποίος, σε λιγότερο από τρεις εβδομάδες, έφτιαξε τα πάντα: από το σχεδιασμό, τη ρύθμιση, τα γραφικά, μέχρι ό,τι χρειάζεται για να λειτουργήσει η πλατφόρμα όπως τη θέλαμε, δηλαδή οι άνθρωποι να έχουν πολλαπλές επιλογές δωρεάς. Κυριολεκτικά τρέχαμε την τελευταία μέρα πριν ανέβει η καμπάνια crowdfunding, για ώρες ατελείωτες μέχρι τις 4 τα χαράματα. Είναι λοιπόν πραγματικά ταγμένος και απίστευτος ήρωας και, ναι, δεν θα ήμασταν εδώ που είμαστε τώρα χωρίς αυτόν.

Πώς να υποστηρίξετε την παραγωγή του ΑΝΑΧΩΜΑ


Γιοχάννα: Παρεμπιπτόντως, προφανώς το κοίταξα λίγο πριν τη συνέντευξη – γιατί μου αρέσει να τσεκάρω ξανά και ξανά, γιατί, δεν ξέρω, υποθέτω ότι μισώ τη ζωή μου, [γέλια] – και έχουμε φτάσει στο ένα τρίτο του στόχου μας.

Γενικά, νομίζω ότι δεν μπορώ να πω πολλά περισσότερα για το crowdfunding από αυτά που είπε ο Φίλιπ. Είναι πολύ περισσότερη δουλειά από ό,τι περίμενα. Αλλά πράγματι λαμβάνουμε πολλά θετικά σχόλια για το περιεχόμενο της καμπάνιας. Πιστεύω επίσης ότι αυτό που έκανε ο Λάσλο με τον ιστότοπο ήταν απίστευτο. Το ότι συμπληρώσαμε 2000€ ως το τέλος Νοεμβρίου καλύπτει την εργασία μας γι’ αυτόν τον μήνα, πράγμα που σημαίνει ότι δεν χρειάζεται να βάλουμε από την τσέπη μας. Απίστευτη ανακούφιση.

Ερώτηση: Να σας ρωτήσω, μέχρι πότε μπορούμε να κάνουμε δωρεά σε αυτό; Οι δωρεές είναι ακόμα ανοιχτές μετά την εκστρατεία crowdfunding, σωστά;

Γιοχάννα: Ναι, θα μπορείτε πάντα να κάνετε δωρεές μέσω του ιστότοπου. Και θα συνεχίσω να τσεκάρω [γέλια].

Φίλιπ: Να προσθέσω κάτι ακόμα: Κάναμε μια εκδήλωση στις 25 Νοεμβρίου, και στη συνέχεια έγιναν πολλές άλλες δημοσιεύσεις σχετικά με το ντοκιμαντέρ, μέσω συνεργατών και φίλων, όπως το ποστ στην ολλανδική πλατφόρμα UNU-MERIT, μια ραδιοφωνική συνέντευξη εδώ, στην Αυστρία, καθώς και άλλη μια συνέντευξη που έδωσα στο σλοβακικό ραδιόφωνο, τον Νοέμβριο.

Συνεχίστε λοιπόν να ακολουθείτε τους λογαριασμούς μας για να μάθετε σχετικά με τους τρόπους δωρεάς και επίσης πώς θα κάνουμε πιο απλή τη διαδικασία στο μέλλον, σε περίπτωση που υπάρχουν διαφορετικές ιδέες γύρω από αυτό. Και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσής μας θα συνεχίσουν να βγάζουν περαιτέρω περιεχόμενο.

Ερώτηση: Πότε μπορούμε να περιμένουμε να δούμε το ντοκιμαντέρ; Και επίσης, γνωρίζετε κάτι για τη διανομή του ντοκιμαντέρ στην Ελλάδα;

Φίλιπ: Η ταινία πρόκειται να κάνει πρεμιέρα τουλάχιστον ένα μήνα πριν τις ευρωεκλογές. Θα θέλαμε η ταινία να έχει τελειώσει και να είναι έτοιμη το αργότερο μέχρι τις αρχές Μαΐου, ώστε να σηκώσουμε έγκαιρα το θέμα. 

Το δίκτυο των συνεργατών μας θα διανέμει την ταινία πανευρωπαϊκά, με στόχο να διευρυνθεί η συζήτηση για τις επαναπροωθήσεις και με αυτό το ντοκιμαντέρ. Αυτό σημαίνει ότι, για παράδειγμα, ο Enrique Tessieri, ο οποίος είναι ο ιδρυτής των Migrant Tales στη Φινλανδία, μπορεί να οργανώσει προβολές στο Ελσίνκι και, ταυτόχρονα, ελπίζουμε ότι οι συνεργάτες μας στην Ελλάδα θα μπορείτε να κάνετε το ίδιο στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.

Εδώ, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά, καταρχάς, τον Αντώνη Ρεπανά, ιδρυτή του Human Stories, που βοήθησε απίστευτα στον τομέα, καθώς και στην ανάγκη για αρχειακό υλικό. Και φυσικά, ένα τεράστιο ευχαριστώ σε σας στο OmniaTV για τους ίδιους λόγους, μιας που έχετε αναλάβει και τη διανομή μαζί με το Human Stories.

Έτσι, σε όλους όσους θα διαβάσουν αυτή τη συνέντευξη: συνεχίστε να παρακολουθείτε το OmniaTV, για να μάθετε περισσότερα για την ταινία και για περισσότερες σχετικές πληροφορίες. Είμαστε πολύ, πολύ ενθουσιασμένοι και απίστευτα χαρούμενοι που μιλάμε με το OmniaTV, το οποίο μας παρέχει επίσης απίστευτη βοήθεια, συμβουλές, πληροφορίες, αρχειακό υλικό και πολλά άλλα. Είναι τιμή και χαρά να συνεργαζόμαστε με το OmniaTV.

Ερώτηση: Με δεδομένο ότι κάνετε ένα ντοκιμαντέρ για κάτι που συμβαίνει στην Ελλάδα, προσπαθήσατε να απευθυνθείτε στις ελληνικές αρχές; Και πώς πήγε αυτό;

Φίλιπ: Κατά το πρώτο μέρος των γυρισμάτων, την άνοιξη του 2021, μόλις έφτασα από την Αθήνα στη Θεσσαλονίκη, έκανα μια τεράστια λίστα με πιθανούς φορείς και αξιωματούχους, τόσο σε περιφερειακή και τοπική, όσο και σε πανελλαδική βάση. Αυτό περιλάμβανε, για παράδειγμα, τον δήμαρχο Ορεστιάδας, δεδομένου ότι η μετανάστευση ήταν ένα πολύ καυτό θέμα την εποχή που έφτασα εκεί, επειδή είχε ανακοινωθεί επέκταση του καμπ στο Φυλάκιο, και υπήρχαν κάποιες διαμαρτυρίες κατοίκων της Ορεστιάδας.

Άρχισα λοιπόν να τους τηλεφωνώ αμείλικτα, με τη βοήθεια ενός επίσης πολύ καλού Έλληνα φίλου μου, που τον ήξερα από τo “Are We Europe”, μια πανευρωπαϊκή συλλογικότητα δημοσιογράφων που συνεργάζονται σε διάφορα πρότζεκτ. Νομίζω ότι έγραψα επίσης περίπου 60 email μόνο εκείνο τον μήνα. Συνέχισα κι αργότερα, όταν ήθελα να τους προσεγγίσω όχι μόνο για την ταινία, αλλά και για τη μεταπτυχιακή μου διατριβή για το ίδιο θέμα. Χρειαζόμουν να εξετάσω κάποια έγγραφα σχετικά με τις επαναπροωθήσεις, όπως δηλώσεις από άτομα στην κυβέρνηση, αλλά και θέσεις των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα.

Δεν λάβαμε απάντηση, με μία μόνο εξαίρεση: Ήταν ακριβώς ανάμεσα στις εκλογές, όταν έστειλα στο ελληνικό Υπουργείο Μετανάστευσης και Ασύλου, ως ακαδημαϊκός, ζητώντας πληροφορίες σχετικά με το αντικείμενο. Πρώτα απ ‘όλα, ήταν σοκ το γεγονός ότι απάντησαν. Έλεγαν, «Ναι, ας δούμε αυτές τις ερωτήσεις, θα ενδιαφερόμασταν ευχαρίστως να σας βοηθήσουμε». Όταν τους έστειλα τις ερωτήσεις δεν ξανάκουσα απ’ αυτούς.

Έτσι, δυστυχώς, δεν πήραμε πολλές απαντήσεις από τις ελληνικές κρατικές υπηρεσίες. Αλλά καταφέραμε να συγκεντρώσουμε υλικό με την τεράστια βοήθεια, εκτός των συνεργατών που προανέφερα, και του Ελληνικού Συμβουλίου για τους Πρόσφυγες. Επίσης, είμαι ικανοποιημένος γιατί έχουμε κάνει και μια εξαιρετική συνέντευξη με τον Δημήτρη Κόρο για την ταινία, ο οποίος αναλύει πώς το κράτος χειρίζεται και χειριζόταν τη μετανάστευση. Για παράδειγμα: πώς οι αλλαγές στον νόμο 4636 ή στον Νόμο για τη Διεθνή Προστασία έθεσαν επίσης σε κίνδυνο τις διαδικασίες που είναι διαθέσιμες στους ανθρώπους που φτάνουν στην Ελλάδα.

Είχαμε επίσης την ευκαιρία να μιλήσουμε και με τον Παναγιώτη Δημητρά, τον ιδρυτή του Ελληνικού Παρατηρητηρίου του Ελσίνκι και του MRG, της Ομάδας για τα Δικαιώματα των Μειονοτήτων στην Ελλάδα. Όποιος θα το διαβάσει θα ξέρει, πολύ καλύτερα από εμένα, πόσα είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζει αυτή τη στιγμή ο Παναγιώτης Δημητράς λόγω της δουλειάς του στην παροχή βοήθειας σε πρόσφυγες και μετανάστες και πώς τον κατηγορούν ως πράκτορα της Τουρκίας και όλα τα συναφή.

Συνολικά, οι ελληνικές αρχές, θέλουν να θεωρούνται μέρος του «ελέγχου της μετανάστευσης». Βλέπουμε όχι μόνο πλήρη διακοπή λειτουργίας κάθε είδους δομών, αλλά και ενέργειες κατά ατόμων που θα ήθελαν να βοηθήσουν, κάτι που φυσικά έχει ευρύτερες συνέπειες, εκτός από την περίπτωση του Παναγιώτη Δημητρά. Έτσι, σε ένα μεγάλο μέρος της ταινίας μας εστιάζουμε πολύ σ’ αυτές τις συνέπειες, όχι μόνο σε ευρωπαϊκό αλλά και σε ελληνικό επίπεδο. 

Το OmniaTV μας βοήθησε επίσης πολύ σε αυτό. Η συνέντευξη με τον Φοίβο Συμεωνίδη μας βοήθησε πολύ στο να μιλήσουμε για τις υπηρεσίες, όπως, για παράδειγμα, την Εθνική Αρχή Διαφάνειας, που είναι μια υπηρεσία-βιτρίνα, απλά για να συνεχίζει το κράτος να κρύβει αυτό το ζήτημα από τη δημόσια συζήτηση. Κάνουμε λοιπόν μια ολόκληρη ανάλυση για το ελληνικό κράτος, στο πλαίσιο των επιπτώσεων.

Ερώτηση: Αν υποθέσουμε ότι όλα πάνε καλά, όπως όλοι ευχόμαστε, μια ερώτηση που οι άνθρωποι αποφεύγουν να απαντούν ή και αποφεύγουν να ρωτούν, είναι «τι θα γίνει μετά;» Πώς θα περιγράφατε τα επόμενα βήματα μετά τις πρώτες προβολές του ντοκιμαντέρ; Έχετε κάποιες σκέψεις;

Φίλιπ: Σε έναν ιδανικό κόσμο θα θέλαμε η ταινία να έχει απήχηση πέρα ​​από τους συνηθισμένους κύκλους που ήδη ξέρουν το θέμα. Ένας από τους φόβους μου είναι ότι οι άνθρωποι που θα πάνε να δουν την ταινία θα είναι μόνο όσες κι όσοι έχουν ήδη ασχοληθεί με το θέμα των επαναπροωθήσεων ή εναντιώνονται στην Ευρώπη – Φρούριο έτσι κι αλλιώς.

Αυτό που ελπίζουμε είναι, μέσω του δικτύου που έχουμε χτίσει, σε Ουγγαρία, Σλοβακία, Αυστρία, Φινλανδία και Ελλάδα, η ταινία να καταφέρει να βάλει στη συζήτηση αυτό το πολύ σημαντικό ζήτημα ενόψει των ευρωεκλογών, το οποίο παραμερίζεται. Οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις γύρω από το νέο σύμφωνο και οι περαιτέρω συνομιλίες για εξωτερίκευση της διαδικασίας των συνόρων της ΕΕ με Τυνησία, Αίγυπτο και άλλες χώρες, είναι θέματα που όλοι έχουμε ακούσει σε αποσπάσματα ειδήσεων των 15 δευτερολέπτων, αλλά δεν έχουν γίνει πλήρως κατανοητά.

Έτσι, το να φέρουμε το θέμα στο προσκήνιο, έξω από τους συνηθισμένους χώρους, θα ήταν υπέροχο. Από εκεί και πέρα, για το αν θα βοηθούσε στη μεταρρύθμιση των πολιτικών, αυτό είναι επιστημονική φαντασία. Υπάρχουν ήδη πολύ δεσμευτικοί νόμοι και διεθνείς συνθήκες για τη μετανάστευση και τη διαδικασία ασύλου. Αν καταφέρναμε μόνο να εφαρμόζονταν με τρόπο που θα έδινε τέλος σε αυτήν την βάρβαρη και απάνθρωπη μέθοδο με την οποία φαίνεται να «διαχειριζόμαστε» τη μετανάστευση, αυτό θα ήταν φοβερό. 

Πάνω σ’ αυτό, και ως κλείσιμο, είμαι πολύ «χαρούμενος» που στις πρώτες δύο συνεντεύξεις που δώσαμε για μια εφημερίδα της σλοβακικής μειονότητας στην Ουγγαρία και επίσης μετά τη συνέντευξη στο ραδιόφωνο Patria, λάβαμε πολλά αρκετά φορτισμένα σχόλια, από ανθρώπους που, πολιτικά μιλώντας, δεν βρίσκονται και τόσο στους ίδιους δρόμους με εμάς. Ήδη, όμως, προκαλούνται τουλάχιστον ερωτηματικά και αμφιβολίες, γεγονός που δείχνει ότι αξίζει τουλάχιστον να ανοίξει κανείς τη συζήτηση. Είμαι αισιόδοξος γι’ αυτό. Όσο καταφέρνουμε να προσεγγίζουμε ανθρώπους που διαφορετικά θα ήταν εντελώς ανενημέρωτοι ή απλώς δεν θα ενδιαφέρονταν για το θέμα, η ταινία θα τραβήξει την προσοχή, λίγο περισσότερο από όσο παραχωρούν τα κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης. Κι έτσι, περισσότεροι άνθρωποι θα πάνε και θα το δουν που διαφορετικά δεν θα έβλεπαν. Έχουμε ενδείξεις ότι αυτό συμβαίνει ήδη, κάτι που για μας είναι υπέροχο.

Γιοχάννα: Δεν έχω τίποτα, πραγματικά, να προσθέσω σε αυτό. Ναι, αυτή είναι η ουτοπία μας: να γίνει η ταινία αφορμή για μια ευρύτερη συζήτηση.

Ερώτηση: Υπάρχει κάτι άλλο που θα θέλατε να προσθέσετε;

Φίλιπ: Ένα πράγμα που θα ήθελα να προσθέσω, είναι: γιατί να ενδιαφερθούν οι Έλληνες να δουν μια ταινία όπου «αυτοί οι ξένοι» μιλάνε για τη χώρα τους;

Επειδή, με όσα αναφέραμε προηγουμένως, ελπίζουμε να παρουσιάσουμε το θέμα παίρνοντας λίγη απόσταση, βλέποντας έτσι κάποια περισσότερα στοιχεία για αυτό. Δεν ξέρω αν έχετε παρόμοιες συζητήσεις στην Ελλάδα όπως εμείς, για παράδειγμα, στην Ουγγαρία. Αλλά το μεγάλο κακό στην Ουγγαρία είναι ότι έχετε την απονομιμοποίηση της μιας πλευράς σε μια συζήτηση μόνο και μόνο εξαιτίας του ποιοι είναι. Άρα, αν είσαι, ας πούμε, αριστερό κόμμα, τότε είσαι ήδη απαξιωμένος. Ή αν χρηματοδοτείται κάτι από αυτό ή το άλλο ίδρυμα, τότε είναι μη αξιόπιστη πηγή. Οπότε νομίζω ότι μερικές φορές, το ότι ένας ξένος, ένας βλάκας σαν εμένα, για παράδειγμα, χώνεται στην ιστορία αυτή και ξοδεύει ένα τεράστιο μέρος του χρόνου του στην επεξεργασία όλου αυτού του υλικού, χωρίς να έχει μια δεδομένη ατζέντα, θα μπορούσε ίσως να βοηθήσει στο να ανοίξει μια συζήτηση.

Αυτό σημαίνει ότι, επειδή εμείς απέχουμε τόσο πολύ από οτιδήποτε έχει έστω και ελάχιστη σχέση με την ελληνική πολιτική, η ταινία μπορεί πραγματικά να σταθεί μόνη της ως προς το ίδιο το θέμα.

Άλλο ένα πράγμα είναι ότι η παρουσίαση μιας συνεκτικής αφήγησης για γεγονότα που ακούτε καθημερινά ή τουλάχιστον μια φορά την εβδομάδα, μπορεί να γίνει κατανοητή σε άτομα που θα ήταν επίσης απολίτικα στην Ελλάδα. Ακόμα και οι άνθρωποι που είναι ιδεολογικά κατά των επαναπροωθήσεων ή, έστω, δεν ταυτίζονται μ’ αυτές τις πολιτικές για ανθρωπιστικούς λόγους, μπορούν να δουν πόσο απίστευτα μεγάλες και – ελλείψει καλύτερου όρου – παλαβές είναι όλες αυτές οι επιχειρήσεις. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με το τι συμβαίνει επιτόπου, αλλά προχωρά και πολύ πιο ψηλά στην πολιτική κλίμακα. Για παράδειγμα:

Νωρίτερα φέτος, προχωρήσαμε στην έρευνα σχετικά με τις ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις, επικεντρώνοντας στο πώς κατανέμονται αυτά τα χρήματα. Ξέραμε, για παράδειγμα, τη δήλωση Μητσοτάκη τότε, που έλεγε ότι «Με ή χωρίς ευρωπαϊκά λεφτά, ο φράχτης θα τελειώσει». Στη συνέχεια ρωτήσαμε την Ευρωπαϊκή Επιτροπή «είδατε αυτή τη δήλωση;» Και το μόνο που λάβαμε είναι μια γραπτή απάντηση από την Επιτροπή, η οποία αναφέρει: «Η Επιτροπή δεν σχολιάζει δηλώσεις».

Αυτή είναι μία μόνο περίπτωση, αλλά είναι εμβληματική για το πόσο ευρύτερο είναι αυτό το θέμα από ό,τι, για παράδειγμα, οι άνθρωποι στην Ελλάδα υποθέτουν ότι είναι.

Ένα μήνυμα από την ομάδα παραγωγής:

Το ΑΝΑΧΩΜΑ είναι ένα πρότζεκτ που έχει προχωρήσει πολύ χάρη στην τεράστια δέσμευση της ομάδας παραγωγής και δικούς μας πόρους. Ωστόσο, για να να δει το φως της δημοσιότητας το αποτέλεσμα αυτής της σκληρής δουλειάς, χρειαζόμαστε την υποστήριξη μιας ευρύτερης κοινότητας ανθρώπων που νοιάζονται. Γι’ αυτό και λειτουργούμε με crowdfunding.

Εάν ενδιαφέρεστε να συνεργαστείτε για να μας βοηθήσετε να πούμε στον κόσμο αυτές τις ιστορίες και να φωτίσετε με έναν προβολέα τις αδικίες που συνεχίζονται δεκαετίες τώρα, σκεφτείτε το ενδεχόμενο να επισκεφθείτε την ιστοσελίδα μας και να συνεισφέρετε μια δωρεά στο ΑΝΑΧΩΜΑ.

Τα κανάλια κοινωνικής δικτύωσης του ANACHOMA:


Instagram | Χ | Facebook | LinkedIn | YouTube

Στηρίξτε το omniatv:

Σχόλια

0 0 votes
Βαθμολογία άρθρου
Subscribe
Notify of
guest
0 Σχόλια
Inline Feedbacks
View all comments
Μετάβαση στο περιεχόμενο